
Βάζω υπενθύμιση στον εαυτό μου
-να μη το αμελήσει αυτή τη φορά-,
τις σωστές λέξεις να σου πω,
τι κι αν δεν τις εννοώ.
Όλα υπόκεινται πια,
σε ένα συλλογικό όφελος.
Θα είμαστε καλύτερα
έτσι χωριστά κι αγαπημένοι
(κι ενδόμυχα ερωτευμένοι).
Μου λείπεις, ακόμα.
Κι απ’ τις τρεις αυτές λέξεις,
εκείνη κυριολεκτικά που με διαλύει
είναι αυτό το “ακόμα”.
Σαν ποινή ακούγεται,
σαν έσχατη τιμωρία
για κάποιο έγκλημα
που μάλλον δε διέπραξα.
Να θυμηθώ την επόμενη φορά
που θα σε συναντήσω
να προσποιηθώ πως μου πέρασες
σαν μη θανατηφόρα ασθένεια
βραχείας διάρκειας.
Να μην ξεχάσω να σου δείξω
πόσο εντάξει είμαι μακριά σου.
Να μην ξεχαστώ επάνω στον
έκδηλο συναισθηματισμό μου
και σου ομολογήσω πως σε σκέφτομαι
… ακόμα.
Γιατί σε κάθε ρήμα που έχει εσένα
ως αντικείμενο, σχεδόν αυτόματα
προσδίδεται η έννοια του ακόμα.
Σε αγαπώ ακόμα.
Σε ξεπερνάω ακόμα.
Βλέπεις ποιο χαλάει την πρόταση;
Ποιο δημιουργεί πρόβλημα;
Αυτό το ακόμα.
Έλενα Κορινιώτη