Κόκκινα λουριά, μια αετοφωλιά στη Μάνη
Ο θεός λέει έριξε όλη την πέτρα στη Μάνη. Εκεί που το άγριο τοπίο ενώνεται με τους θεωρητικά απρόσιτους ανθρώπους της. Διότι αν τους συναναστραφείς θα καταλάβεις πως εκείνοι έχουν μείνει σε μια παλιότερη εποχή κι ο φόβος των επιθέσεων τους έχει κάνει να οχυρώνονται. Μα αγαπούν πολύ την πατρίδα τους, αυτή που κρατά τα όνειρα τους μέσα στους πύργους και στην άγρια βλάστηση.
Έτσι κάπου εκεί πάνω σε μια αετοφωλιά ξεπετιέται ένα μικρό χωριό. Εκείνο που ο Γ. Καψάλης το ονόμασε γλεντοχώρι, τα Κόκκινα λουριά.
Η ιστορία λέει πως αυτό το παράξενο όνομα το απέκτησε, μετά επέλαση των Τούρκων στο χωριό. Όταν οι ντόπιοι κατατροπώνοντας τους, έβαψαν λουρίδες με το αίμα τους και τις κρέμασαν στον πύργο. Πόνεσαν αλλά επιβίωσαν. Σκληραγωγήθηκαν κι ο πόνος έγινε δάκρυ που φέρνει την κάθαρση και τότε γεννήθηκε το γέλιο.
Αυτό που δίνει ζωή και αναγεννά τις ψυχές. Έτσι καθιερώθηκαν γιορτές του χωριού, ενώνοντας τους συγχωριανούς. Όπως ο κύκλος της αγάπης το Πάσχα, εκεί που ξεχνιούνται μικρές ή μεγάλες κόντρες όλης της χρονιάς κι αυτοί φιλιώνουν μεταξύ τους. Με τα χαμόγελα και τα γέλια μικρών και μεγάλων να δημιουργούν ένα μεγάλο πανηγύρι στη δημοσιά, όπως αποκαλούν την πλατεία.
Όταν όμως σιγήσουν τα τραγούδια και οι χοροί πάντα μια βόλτα στο δάσος της Αρίτσας θα σε ηρεμήσει. Ναι μην την παραλείψεις αν επισκεφτείς το μέρος, χόρτασε οξυγόνο και γαλήνη. Κι αυτή σίγουρα θα σε μαγέψει.
Την ώρα που τα μάτια σου θα χαμογελούν ενώ νυχτώνει, βλέποντας το χωριό να φωτίζεται από το φως του κάθε σπιτικού του.
Χριστίνα Ρογκάκου