Εγκατάλειψη
Θυμάσαι;
Με είχες αντικρίσει κάποτε, με πήρες αγκαλιά, γλυκό και χαριτωμένο με έβλεπες τότε, μου υποσχέθηκες δεν θα με αφήσεις ποτέ.
Δέθηκα μαζί σου τότε και από τότε εγώ σε είχα ανάγκη.
Για μένα ήσουν ο κόσμος μου!
Ήμουν μικρός και ταλαιπωρημένος όταν με βρήκες.
Τα ματάκια μου γεμάτα θλίψη, ήμουν πολύ φοβισμένος, νηστικός και διψασμένος.
Με περιέθαλψες, και σου είμαι ευγνώμων για αυτό.
Μου έδωσες στέγη, τροφή και νερό.
Ασφάλεια!
Για μένα εσύ ήσουν η ασφάλεια μου. Ο θεός μου.
Μικρός και παιχνιδιάρης όπως ήμουν, έκανα άθελα μου ζημιές.
Με μάλωνες και σε κοίταγα στα μάτια, ένιωθα ενοχές κάθε φορά που σε στεναχωρούσα.
Έκανα τις ακαθαρσίες μου και με έβαζες τιμωρίες.
Ώσπου έμαθα τι ζήταγες από εμένα.
Δεν μιλάω την γλώσσα σου, θέλω όμως να σε καταλαβαίνω.
Σε νιώθω και σε αισθάνομαι, αναλύω τις εκφράσεις του προσώπου σου και γνωρίζω την γλώσσα του σώματος, τον τόνο της φωνής σου, αντιλαμβάνομαι τα συναισθήματα σου και την ψυχολογία σου, μέχρι και προβλήματα υγείας εντοπίζω από την μυρωδιά σου.
Ήμουν πάντα δίπλα σου, στα καλά και τα άσχημα.
Να σε παρηγορώ, να σε χαλαρώνω, να ηρεμείς.
Τώρα μεγάλωσα αρκετά είπες, και είμαι βάρος στο σπίτι.
Όταν με πήρες κουτάβι, ήμουν μικρό και όμορφο.
Φατσούλα με αποκαλούσες και γέλαγες.
Παιχνίδι με νόμισες, για να κάνεις την πλάκα σου, αλλά έχω ζωή και εγώ.
Κάποια μέρα
Με πηγές στο αυτοκίνητο και εγώ χαρούμενος μπήκα μέσα νομίζοντας πως θα πάμε από αυτές τις μεγάλες βόλτες στην φύση.
Που με έλυνες και έτρεχα στο γρασίδι.
Γύριζα τούμπες και έτρεχα με χαρά πάνω σου.
Αλλά εσύ είχες αλλά σχέδια στο αρρωστημένο σου μυαλό.
Μόλις κατέβηκα, με έλυσες.
Με άφησες να τρέξω λίγο και εσύ…
Εσύ μπήκες στο αμάξι και εξαφανίστηκες.
Έτσι ξαφνικά, με βαρέθηκες.
Λέω δεν μπορεί, θα έρθει.
Με αγαπάει όπως τον αγαπάω.
Αν σε πίκρανα για κάτι άθελα μου, σου ζητάω συγγνώμη.
Δεν σκέφτηκες αν θα μπορέσω να ζήσω;
Μήπως με καταδικάζεις σε έναν αργό θάνατο;
Πέταξες τις ωραίες στιγμές που ζήσαμε παρέα;
Γιατί;
Χωρίς τροφή και νερό ζητιανεύω σε σπίτια για λύπηση.
Ζέστη και ήλιος…
Δεν αντέχει ο οργανισμός μου.
Η καυτή άσφαλτος καίει τα ποδαράκια μου.
Αλλά κινούμαι αναγκαστικά μήπως βρω κάτι να φάω.
Χειμώνας!
Βροχές και κρύο.
Το ψηλό κορμί μου στηριζόμενο στα τέσσερα αδύνατα ποδαράκια μου.
Βρεγμένος κρυώνω πολύ, τρέμω.
Είμαι μέσα στην βρώμα και τα τσιμπούρια.
Άνθρωποι δεν με πλησιάζουν πια.
Γιατί;
Γιατί μου το έκανες αυτό;
Ένα έγκλημα ήταν, με σκότωνες αργά και βασανιστικά!
Κλαίω και σε περιμένω ακόμα.
Έχω την ελπίδα πως θα γυρίσεις ΕΣΥ…
Εσύ!
Ο άνθρωπος μου.
Σε αγαπάω ακόμα και θα σε αγαπάω για πάντα.
Η φύση με έχει προικίσει με την αγάπη.
Εγώ ξέρω να αγαπάω.
Εσύ όχι.
Στην πρώτη δυσκολία με παρατάς.
Με πρόδωσες αλλά σε αγαπάω.
Αναμένω…
Τελικά μια μέρα, μια κυρία από φιλοζωική με βρήκε, με πλησίασε.
Αλλά εγώ, φοβήθηκα.
Τι να θέλει από εμένα;
Δεν εμπιστευόμουν τους ανθρώπους τότε.
Μου φώναξε, απομακρύνθηκα.
Ήρθε προς το μέρος μου, πλησίασα και εγώ διστακτικά.
Με χάιδεψε και μου έδωσε λιχουδιές να φάω.
Αχ ποσό μου είχαν λείψει!
Άρχισα να την εμπιστεύομαι.
Με πήρε σπίτι της, όπου είχε και άλλα ζωάκια, μου υποσχέθηκε θα κάνει ότι καλύτερο θα μπορούσε για μένα, για να βρω ανθρώπους να με αγαπάνε αληθινά.
Δεν την πίστεψα.
Αλλά στην συνέχεια μου βρήκε μια οικογένεια που με υιοθέτησε.
Ναι έχω πάλι οικογένεια και με αγαπάνε, με χαϊδεύουν, με φροντίζουν και με φιλάνε.
Παίζω με τα παιδιά.
Έχω τον φόβο όμως.
Μην το ξαναζήσω αυτό.
Την εγκατάλειψη!
Αλλά τώρα δείχνουν την αγάπη.
Ο πρώτος ανάδοχος δεν άντεξε την ευθύνη.
Είναι μεγάλη ευθύνη να περιποιέσαι ένα τετράποδο.
Δεν είμαστε παιχνίδια αλλά ζωντανά πλάσματα που σκεφτόμαστε και αισθανόμαστε.
Έχουμε συναισθήματα.
Πιο βαθιά από άνθρωπο.
Εσένα…
Εσένα που με άφησες.
Δεν θα σου κρατήσω κακία, γιατί μου έδειξες ποσό σκληρός είναι ο κόσμος.
Αν και μου λείπεις.
Ένα μέρος της καρδιάς μου σου ανήκει.
Αλλά πλέον έχω βρει μια οικογένεια που με αγαπά και δεν θα με προδώσει.
Ωστόσο δεν σε ξεχνάω.
Με πολλή αγνή και αληθινή αγάπη!
Ο πρώην σκύλος σου.
Νίκος Μιχαλόπουλος
Νικο ειναι τελειο και περα για περα αληθινο…..να ομως που δυστιχως…..δεν ξανα βρισκουν τα περισσοτερα αγαπημενα μας ψυχακια νεες οικογενειες και χανονται στις βροχες…στον καυτο καλοκαιρινο ηλιο απο διψα και πεινα…την στιγμη που ολες οι ταβερνες ειναι γεματες και με περισσια γευματα πεταμενα στα σκουπιδια…μακρια απο τα αμοιρα ορφανα…πολυ με συγκινησε ο τροπος που εκθεσες το θεμα.Νασαι παντα ευλογημενο;
Εξαιρετικό.. Συγχαρητήρια!