Δύσκολες νύχτες
Δεν τις θέλω τις νύχτες, όχι. Δεν τις αντέχω. Ίσως γιατί κάποτε τις περίμενα με λαχτάρα. Κάθε που βράδιαζε κι ο ουρανός έπαιρνε αυτό το γκρίζο, μελανό του χρώμα, ένιωθα την καρδιά μου να χτυπά πιο γρήγορα. Φόραγα το πιο γλυκό μου χαμόγελο και η ψυχή μου τα πιο όμορφα χρώματα.
Πλησίαζε η ώρα που θα σε συναντούσα. Τώρα όμως, καθώς σκοτεινιάζει, με τη δύση του ήλιου μελαγχολώ. Δεν χαμογελώ πια και η ψυχή μου βάφεται στα χρώματα της νύχτας. Στο σπίτι δεν υπάρχουν πλέον, παρά φαντάσματα του παρελθόντος, σκιές που αν αφουγκραστώ ίσως ακούσω την ανάσα τους.
Παλεύω να ξεχαστώ, μα το άρωμά σου πλανάται ακόμη στο χώρο. Πώς όχι; Το έχει απορροφήσει κάθε πόρος του κορμιού μου. Αδύνατον λοιπόν να χαθεί από τη μνήμη μου. Βάζω ένα ποτό και οι μνήμες αντί να εξασθενήσουν διαγράφονται πιο αδρά, πιο καθαρά.
Ο καπνός απ’ το τσιγάρο που ανάβω αντί να τις καλύψει, θολώνει τον υπόλοιπο χώρο εκτός απ’ τη μορφή σου που για άλλη μια νύχτα έρχεται να με βασανίσει. Ξάγρυπνη πάλι θα περιμένω να σε «σβήσει» το πρώτο φως της ημέρας.
Δεν έχω άλλη επιλογή. Μόνο τότε τα βλέφαρά μου βαριά από την αϋπνία και λέφτερα από την εικόνα σου κλείνουν για λίγο. Μόνο τότε ο νους ζαλισμένος από ποτό και νικοτίνη παραδίνεται στην αποχαύνωση ενός ύπνου βαθύ χωρίς σκέψεις. Δεν τις θέλω λοιπόν τις νύχτες, όχι. Δεν αντέχω άλλο την τυραννία της παρουσίας σου!
Λίνα Κατσίκα