Όνειρα ξεχασμένα στις τσέπες μιας ζεστής, ροζ πυτζάμας
Το ταβάνι έχει μια ρωγμή μήνες τώρα. Κάποτε θα πρέπει να διορθωθεί. Και αυτές οι σκιές τι είναι πάλι; Μήπως δεν έσβησα το φως του μπαλκονιού; Η ώρα 12:30 και δε μπορώ να κοιμηθώ. ” Έλα κοιμήσου επιτέλους! Αύριο έχεις να κάνεις τόσα πράγματα! “. Προσπερνώ την τελευταία μου σκέψη σαν να μην την έκανα ποτέ. Να πάω τράπεζα, να πληρώσω το δάνειο και να κλείσω ραντεβού με τον γιατρό. Να πάρω τηλέφωνο και τη θεία Φιλαρέτη να δω τι κάνει που δεν έχει κανέναν κι’αυτή η κακομοίρα, κρίμα είναι.
Δε μ’ αρέσει η ζωή μου γαμώτο. Δεν θέλω να ζω μόνο βάσει αριθμών. Εφτά να ξυπνήσω, πέντε να σχολάσω από τη δουλειά, 100 ευρώ το δάνειο, νούμερα τηλεφώνων, προθεσμίες, ημερομηνίες. Πόσο καιρό τώρα λέω θα πάω εκείνο το ταξίδι στο Παρίσι – μόνη μου ζω αλλοίμονο μπορώ να το οργανώσω! Μετά έλεγα να παραιτηθώ και να δεχτώ εκείνη την πρόταση που μου έκαναν για τη δουλειά που μου αρέσει. Λιγότερα χρήματα, ε και; Να αρχίσω τα μαθήματα ζωγραφικής που ήθελα, να πηγαίνω για περπάτημα κάθε απόγευμα και γιατί όχι κάποια στιγμή να μετακομίσω κοντά στη θάλασσα που λατρεύω. Από αύριο. Από αύριο θα τα βάλω όλα μπρος!
Την επόμενη μέρα πήγε τράπεζα, πλήρωσε το δάνειο, έκλεισε ραντεβού με τον γιατρό και πήρε τη θεία Φιλαρέτη τηλέφωνο να δει τι κάνει. Η ρωγμή στο ταβάνι συνέχισε να υπάρχει όπως και οι σκιές μεσ’το δωμάτιο. Όλα τα άλλα τα είχε ξεχάσει καθώς είχε βολευτεί στον καναπέ, μέσα στις τσέπες της ζεστής, ροζ πυτζάμας που φορούσε.
Εύα Κοτσίκου