Ξανά μαζί!
Πέρασες το κατώφλι μου διστακτικά. Το βλέμμα σου έπεσε επάνω στην αγαπημένη σου γωνιά. Εκεί που περνούσες πολλές ώρες χαλάρωσης τις ημέρες που δε δούλευες. Με κοίταξες στα μάτια, περιμένοντας να δεις τη δική μου αντίδραση. Το χαμόγελο σου έκρυβε μια ελπίδα. Περίμενες να αρχίσω τη συζήτηση εγώ. Μα στάθηκα να σε κοιτώ, όσο εσύ βάδιζες επάνω στο πάτωμα αγγίζοντας με τα δάχτυλά σου όλες τις επιφάνειες που περνούσες.
Ένας κόμπος στάθηκε στο λαιμό μου. Έτρεμα να σου μιλήσω. Η παρουσία σου, ήταν επιβλητική. Ανήκες εδώ. Ο χώρος μου ήταν άδειος τόσο καιρό. Εσύ ήσουν το κομμάτι που έλειπε. Πώς το καταφέραμε αυτό; Μας πήρε η κάτω η βόλτα δίχως να κάνουμε κάτι για να σωθούμε. Η αγάπη μας, όμως δεν έσβησε. Κάθε μέρα μας έκαιγε. Έλειπε ο ένας στον άλλον. Ώσπου πριν λίγες ημέρες, έπεσε ο ένας πάνω στον άλλον ξαφνικά σε μια δημόσια υπηρεσία. Αυτό που νιώσαμε είμαι σίγουρη πως το αντιλήφθηκαν όλοι γύρω μας.
Και να, που σήμερα επέστρεψες ξανά στη φωλιά μας. Ως καλεσμένος, αλλά είμαι σίγουρη πως ήρθες για να μείνεις. Ξάφνου με πλησίασες και μου χάιδεψες τα μαλλιά. Πριν τα χείλη σου συναντήσουν τα δικά μου, το μόνο που ψέλλισες ήταν: “Μη φοβάσαι. Όλα θα πάνε καλά αυτή τη φορά. Η αγάπη μας, δεν τελείωσε με μια παύση. Να ήξερες μόνο πόσο μου έλειψες.”
Δάκρυα κύλησαν από τα μάτια μου. Δάκρυα λύτρωσης. Κουβέντα δεν έβγαλα. Το μόνο που ήθελα ήταν να νιώσω πως όλα αυτά ήταν αληθινά. Πως ήσουν εδώ. Ξανά! Ξανά μαζί, εμείς οι δύο.
Εύη Π. Γουργιώτη