Θες να μου πεις πότε αισθάνθηκες τελευταία φορά δυνατή;
Θες να μου πεις πότε αισθάνθηκες τελευταία φορά δυνατή;
Εγώ πάλι, θέλω να σου πω γιατί σε “βλέπω” έτσι.
Κράτα όμως πως δεν είναι εύκολο να συγκαταλέγεσαι στους ζωντανούς και να παρατηρείς τον εαυτό σου σα να έχεις «φύγει».
Όχι, δεν ονομάζεται παραίτηση αυτό.
Ονομάζεται απέχω συνειδητά γιατί έφτασα σε αυτό που όλοι ονομάζουν «πάτο».
Και εσύ, είσαι εκείνη που μου δίδαξε πως εγώ επιλέγω πότε θα σηκωθώ.
Ναι, ασχολούμαι με τους άλλους γιατί δε θέλω να ασχοληθώ με τη ζωή μου.
Και ξέρεις γιατί, γιατί δεν τη βρίσκω ενδιαφέρουσα αφού κατάφερα να την ισοπεδώσω.
Και ξέρεις κάτι ακόμα;
Για πρώτη φορά δε με νοιάζει!
Έτσι, οι ζωές των άλλων αποκτούν αξία και εγώ έχω ένα λόγο για να συνεχίσω.
Γιατί αυτό που δεν κατάλαβες, είναι πως δεν έχω ένα λόγο για να συνεχίσω.
Έφτασα να κρίνω όσους αγαπούν πολύ τον εαυτό τους, μα όχι εμένα αφού δε με αγαπάω!
Εσύ λοιπόν, ανέβηκες στο βάθρο που σου έφτιαξα και δεν αντέχω να σε δω να πέφτεις από αυτό.
Έτσι με βόλεψε, να σε βαφτίσω δυνατή.
Για να καλύψω τους δικούς μου φόβους ενδεχομένως.
Περίεργο καλοκαίρι το φετινό.
Με βρίσκει στην προσπάθεια να πείσω κάποιους ανθρώπους πως αύριο ίσως εκείνοι, ίσως εγώ, δεν θα είμαστε εδώ.
Μετά, μαζεύομαι στη γωνιά μου και παρατηρώ…
Με βολεύει, δεν πονάει.
Με βοηθάει να μη μετρώ αυτούς που έφυγαν.
Και συνεχίζω να παρατηρώ…
Και νομίζω πως βοηθάω.
Και πάλι περιμένω εκείνο το μαγικό χέρι που θα έρθει να τα αλλάξει όλα
Και συνεχίζω να δίνω ευκαιρίες στους ανθρώπους που ουσιαστικά θέλω να απωθήσω.
Γιατί πάλι φοβάμαι μη χάσω ότι δεν έχω.
Και πάλι, δε δίνω σημασία σε αυτά που έχω.
Έτσι με θυμάμαι, να κυνηγάω το άπιαστο. Και όσο αυτό δυσκολεύει τόσο περισσότερο πεισμώνω. Και εκείνο, το άπιαστο, όλο να απομακρύνεται.
Με ρωτούν γιατί κλείνομαι στον εαυτό μου.
Δεν σκέφτονται όμως πως οι ίδιοι μου ‘κλεισαν την πόρτα. Φέρνω κάθε παράπονο στην επιφάνεια και μόλις μαζευτούν πολλά τα καταχωνιάζω όπως όπως, λες και δεν έχω δικαίωμα σε αυτό.
Και προχωράω.
Κουράστηκα να αιτιολογώ τη συμπεριφορά μου κάθε φορά , κουράστηκα να εξηγώ.
Ήρθε η ώρα λοιπόν να σου πω γιατί σε ζηλεύω.
Γιατί μπορείς να κόψεις τα δεσμά με μια λέξη, να απορρίπτεις τα ημίμετρα, να μη μπαίνεις σε καλούπια, να μη ζητάς συγνώμη που αναπνέεις όπως εγώ.
Θεωρείς πως αυτό ανήκει στους αδύναμους;
Επιλέγω να είσαι εκεί λοιπόν.
Με ότι αυτό και αν συνεπάγεται.
Και αυτό εδώ, το λένε εξομολόγηση.
Και δε νοιάζομαι που λίγοι θα καταλάβουν.
Και δε νοιάζομαι που ενώ αφορά σε κάτι τόσο προσωπικό, θα διαβαστεί από κάμποσους.
Με αφορά που εσύ, θα καταλάβες.
Βλάπεις, δεν είχα ποτέ μια αδελφή.
Μεγαλώνω όμως κοντά σε μια.
Και το «εδώ» δε σημαίνει πάντα το «εκεί».
Ούτε είναι τυχαίο που οι δικές σου δύσκολες στιγμές βρήκαν τοίχο σε εμένα.
Προτιμότερο είναι να υπάρχει αυτός ο τοίχος από το να απουσιάζει ο κάτοχος του.
Έχω μάθει, ηθελημένα τουλάχιστον, να μην οφείλω άσχετα αν τελικά καταφέρνω το αντίθετο. Όμως εσύ, μου οφείλεις κάτι. Μια εκδρομή, σε εκείνο το νησί, οι δυο μας.
Γιατί οι λογαριασμοί που έχουμε αφήσει ανοιχτούς, δεν κλείνουν χωρίς εσένα δίπλα μου!
Μαρία Βουζουνεράκη