Παράθυρο στο φως
Κάθε ξημέρωμα η ζωή ξεπροβάλει με χαρούμενη διάθεση. Πάντα έχει χαρούμενη διάθεση η ζωή, όπως κι αν είναι. Αν ας πούμε είναι ηλιόλουστη, ο ουρανός, καθαρός με το πιο φωτεινό του γαλάζιο, χωρίς σύννεφα, χωρίς δεύτερες σκέψεις για το χρώμα και τη διάθεσή του… Ακόμα κι αν ξημέρωσε με το γκρίζο, ξέρετε, αυτό της μελαγχολίας, έχει κάτι να πει νομίζω: «Πρόσεχε τη διάθεσή σου», μοιάζει να μου λέει συμβουλευτικά. Τότε κι εγώ τον ευχαριστώ πολύ και φυσικά, βάζω τα δυνατά μου να χαμογελάσω, ακόμα κι αν αρχίζει να θυμώνει και σκουραίνει το χρώμα του.
Έχω αποφασίσει να είμαι χαρούμενη! Δε θα μου αλλάξει την απόφαση αυτή καμία χρωματική απόχρωση του ουρανού αλλά και της ζωής. Δε θα μου αλλάξει την απόφαση, ούτε το μαύρο χρώμα της απελπισίας που απλώνεται από κάποιους που δεν εννοούν να καταλάβουν πως οι στιγμές μας δεν είναι για ξόδεμα, δυστυχώς όμως, το χειρότερο είναι, πως δεν αφήνουν και τους άλλους να το καταλάβουν… Μακριά από μένα, είπα μέσα μου, δε θέλω σύννεφα στον ουρανό μου.
Πάντα κάτι καινούργιο έρχεται, κάτι που δεν υπήρχε πριν, αλλά δε θα υπάρχει αύριο, ποιος ξέρει; Κάτι καινούργιο θα ξετυλίξει η μέρα σιγά-σιγά και θα το παρουσιάσει σαν τον παρουσιαστή ενός προγράμματος που περιμένει την ώρα για την έναρξή του. Σήμερα πήρα το γραπτό μου και σκεπτόμουν τι να σας γράψω, τι θα ήθελαν να διαβάσουν κάποιοι που δεν είναι ιδιαίτερα χαρούμενοι, ή τουλάχιστον νομίζουν πως δεν είναι. Έτσι αποφάσισα να γράψω για εκείνους τους πικραμένους ανθρώπους, τους ανθρώπους που αισθάνονται αδικημένοι, ίσως για κάποιους που κλαίνε σιωπηλά.
Για κάποιους που δαγκώνουν τα χείλη τους για να μην τους βλέπουν να κλαίνε και παλεύουν καθημερινά για να γεμίσουν δύναμη και κουράγιο να συνεχίσουν. Για εκείνους που χαμογελούν χωρίς να λένε ότι φοβούνται, που είναι πληγωμένοι και ο ψυχικός τους κόσμος κλυδωνίζεται. Σε αυτούς που άφησαν τα πάντα για να κυνηγήσουν ένα μεγάλο έρωτα, που τελείωσε για ένα τίποτα. Σε εκείνους που εγκατέλειψαν τα όνειρά τους και έπρεπε να προχωρήσουν όπως επέτρεπε η ζωή. Γράφω για αυτές τις ψυχές που κανείς δεν τις βλέπει να κλαίνε, αλλά κρύβουν ποτάμι από δάκρυα μέσα τους. Οι πρωινές αχτίνες του ήλιου ξεχύνονται από το παράθυρο.
Μου ψιθυρίζουν απαλά ότι μπορώ να δώσω κουράγιο σε όλους αυτούς τους ανθρώπους, να τους γράψω, πως κάτι καινούργιο θα φανερωθεί, δεν τους ξεχνά η ζωή, δεν τους ξεχνά η χαρά, το χαμόγελο. Πρέπει να εμπιστευτούν τη ζωή, να εμπιστευτούν τη δύναμή της. Τη δικαιοσύνη που μοιράζεται με το χρόνο, δίκαια, αληθινά, όπως και η αγάπη που αν δεν την προσέξεις φεύγει από κοντά σου και πολλές φορές κάνει θόρυβο, ένα θόρυβο που θα τον ακούσεις μόνο εσύ, γιατί θα είναι για να «καταλάβεις», θα είναι όμως και για τους άλλους λίγο αισθητός, αυτούς που θα έχουν σκύψει στην καρδιά σου και θα σε νοιάζονται πραγματικά. Γράφω επίσης για να τους πω να αφήσουν τον εαυτό τους ελεύθερο, παρατηρώντας απλά τη φύση, πόσο όμορφα προετοιμάζει την καινούργια μέρα.
Τα καινούργια στιγμιότυπα της ζωής που θα έρθουν, εμείς ας τα “ντύσουμε με φως”. Να είναι φωτεινά και να πάρουν λίγη ευλογία από τη φωτεινότητα του ήλιου, που απλώνει τις ενέργειες της θεϊκής ουσίας του παντού. Να τις αφήσουν να ριζώσουν μέσα τους, με τις βαθιές ρίζες της χαράς και της επαφής με το γνήσιο, το ιερό στοιχείο της δημιουργίας που ασταμάτητα εργάζεται, σε συνεργασία με τον άνθρωπο, ίσως κρυφά για τους πολλούς, αλλά φανερά στους λίγους που την εμπιστεύονται και προσεύχονται. Να απλωθεί και να αγκαλιάσει όλους, χωρίς διάκριση, άχρονα και απεριόριστα όπως είμαστε και εμείς εσωτερικά, χωρίς το κάλυμμα της ανθρώπινης σκέψης, του περιορισμένου χρόνου που μας όρισε η ψευδαίσθηση της καθημερινής ζωής.
Μαριάνθη