Για την Αλεξάνδρεια που χτίζουμε και αποχωριζόμαστε
Χαίρετε.
«Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
σαν που ταιριάζει σε που αξιώθηκες μια τέτοια πόλι»
Πήρε να σουρουπώνει. Έφτασε η ώρα που σκεφτόσουν τόσο καιρό. Άναψε τα κεριά και ετοίμασε το δείπνο με τα αγαπημένα της πιάτα και κρασί. Γέλασε, κουβέντιασε μαζί της και δες στα μάτια της τη λάμψη που είχε όταν γνωριστήκατε. Κάνε έρωτα, σα να ξέρεις ότι αυτή είναι η τελευταία φορά που σμίγουν τα κορμιά σας. Ανάκαλυψε ξανά τη θέρμη του κορμιού της και τις γνωστές μα τόσο άγνωστες πηγές του έρωτα της. Διαλύσου σε απειροελάχιστα κομμάτια, πέθανε και αναστήσου μέσα της, σμίξε μαζί της και γίνε αστερόσκονη στο σύμπαν. Πάρτην αγκαλιά και νανούρισε την. Είσαι τυχερός που αξιώθηκες τέτοια βασίλισσα.
«Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ’, ακουσθεί
αόρατος θίασος να περνά»
Είσαι στο παράθυρο. Εικόνες περνάνε μπροστά σου. Από τους δρόμους που περπάτησες, τα θράνια που κάθησες, τα σκαλοπάτια που ερωτεύτηκες και ήπιες και έκλαψες. Ακούς τις φωνές, από φίλους, από συγγενείς, από συναδέλφους , από αγνώστους και περαστικούς. Για τις μάχες που έδωσες, που κέρδισες και έχασες , για τις πρώτες σου φορές σε σχολεία, συνεντεύξεις και δουλειές. Είναι ο δικός σου θίασος, ο αγαπημένος και μισητός ορισμένες φορές που σε συνόδεψε κάθε φορά στην αυτοσχέδια ή καλά οργανωμένη παράσταση σου. Κούνα σιωπηλά το χέρι και κάνε υπόκλιση. Σε συνόδεψε πιστά.
«Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
αποχαιρέτα την, την Aλεξάνδρεια που φεύγει.»
Στις χαρές να είσαι εγκρατής και στις λύπες γενναίος. Να έχεις την αρχοντιά να αφήνεις πίσω Αλεξάνδρειες και όχι καμμένη γη, βάρβαρα λεηλατημένη. Γιατί καλέ μου φίλε και σεπτή μου αρχόντισσα τις ζωές μας, τις ορίζουμε οι ίδιοι. Μην καταδεχτείτε να χτίζουν και να γκρεμίζουν άλλοι για σας. Να ορίζουν άλλοι για σας πως να φέρεστε και πως να αισθάνεστε. Για να μπορείς να αποχαιρετήσεις μια Αλεξάνδρεια, πρέπει να έχεις το θάρρος και να χτίσεις μια. Μην ακούτε τους αμμοχτίστες λέξεων και αισθημάτων. Ζήστε όπως προστάζει η δικιά σας φωνή.
Ξημέρωσε. Ανοίγω την πόρτα. Απέναντι βλέπω την κομψή φιγούρα ενός κυρίου που μας ήρθε από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Τον χαιρετώ. Συνταξιούχος υπάλληλος στο Γραφείο Αρδεύσεων δηλώνει. Οι φήμες που τον ακολουθούν λένε ότι τα βράδια γράφει και σκίζει μανιωδώς ή ξενυχτά σε ύποπτα σοκκάκια. Ποιος να ξέρει άραγε ; Ίσως να αποχαιρετά τη δικιά του Αλεξάνδρεια και αυτός σε ποίημα διαχρονικό.
Τα σέβη μου.