Θέλω = Πονώ
Όταν γράφω κλείνω την πόρτα του δωματίου μου λες και θέλω να εγκλωβίσω τις σκέψεις μου μέσα στο δωμάτιο και να εκραγώ μαζί με αυτές. Οι σκέψεις μου θα μπορούσαν είναι η αυτοβιογραφία μου.
Στην αυτοβιογραφία μου θα προσέθετα σίγουρα και πολλούς ανθρώπους. Ξέρετε, όχι εκείνους του καλούς, τους γλυκούς, τους φιλικούς, τους συγγενείς, τους αδερφούς, τους φίλους αλλά όλους εκείνους τους τυχαίους: Η κυρία που πέρασε με την ομπρέλα της μια βροχερή μέρα και δεν την έκανε στην άκρη ώστε να μη συγκρουστεί με τη δική μου ομπρέλα ή το παιδί που δεν λύγισε το σώμα του δεξιά ή αριστερά ώστε να μη πέσουμε ο ένας στον άλλον ή ρε παιδάκι μου την παρέα που έχει πιάσει όλο το πεζοδρόμιο και περπατώ με γοργό βήμα λες και η καφετέρια θα κουνηθεί από τη θέση της.
Ούτε εγώ έκανα άκρη την ομπρέλα μου, ούτε εγώ λύγισα το σώμα μου ελαφρώς, ούτε ζήτησα ευγενικά να προσπεράσω την παρέα… κι έτσι η σύγκρουση η εξωτερική μπορεί να μην έλαβε χώρα αλλά μέσα μου ένα ηφαίστειο είναι έτοιμο να εκραγεί (όπως οι σκέψεις μου). Το τι μπινελίκι έριξα σε αυτούς δεν περιγράφεται. Ποιον όμως βλάπτουμε έτσι; Ποιον μολύνουμε; Έλα, ξέρεις την απάντηση: τον εαυτό μας.
Αν θα μπορούσα να χαρακτηρίσω τον άνθρωπο, θα τον χαρακτήριζα ως ένα γλυκύτατο εγωπαθές ον προορισμένο να δημιουργεί πόνο στον ίδιο του τον εαυτό. Δεν παύει όμως να είναι γλυκύτατος… Τα «θέλω» του ανθρώπου μπορεί να είναι άπειρα, την ίδια στιγμή που υλοποιείται ένα άλλα δύο ξεπροβάλλουν. «Θέλω» σημαίνει καλωσορίζω τον πόνο στη ζωή μου. Αν η πραγματική φύση του ανθρώπου είναι η αγάπη, η επιφανειακή του φύση θα ήταν μια πορεία που ξεκινά από το «θέλω» και καταλήγει στον πόνο.
Υ.Γ. Κάνοντας στην άκρη την ομπρέλα σου είναι σαν κάνεις άκρη λίγο τον εγωισμό σου αλλά να ξέρεις κάτι είναι κι αυτό. Μικρά βήματα που οδηγούν στο μεγαλείο.
Ιωάννης Χρυσόστομος Παπουδάρης