Eκεί σε είχα κρύψει καρδιά μου..

Εκεί θαμμένο ήταν, με ένα χοντρό λουκέτο για να μην το ανοίξει ποτέ κανείς.

Ένα κουτί με απλές μεταλλικές άκρες, κοινό, συνηθισμένο, όμως με το μεγαλύτερο θησαυρό μέσα. Το θησαυρό της ζωής μου. Εκεί τον έκρυψα, για να μην τον ενοχλήσει ποτέ τίποτα. Εκεί σε έκρυψα αγάπη μου. Εσένα, τα πάντα μου., τον ήλιο μου, τη θάλασσα μου, τ’ αστέρια που με πήγαινες, τα φεγγάρια που φώτιζαν το κρεβάτι μας την ώρα που κάναμε έρωτα, τα γέλια μας, τους αναστεναγμούς μας, τον ιδρώτα τον σωμάτων που αγκαλιασμένα ξαπόσταιναν μέχρι να ενωθούν ξανά σε άλλη μια έκρηξη. Εκεί σε είχα κρύψει καρδιά μου, σε αυτό το τόσο μικρό κουτί. Άραγε τόση ήταν η αγάπη μας; Όχι, η αγάπη μας μπορούσε να κουνήσει βουνά, να διαλύσει τοίχους, να ξεκληρίσει θεούς και δαίμονες, να κόψει ανάσες, να ξεριζώσει  τα δυνατότερα δέντρα, να καταπίνει τον άνεμο, να απορροφά τη βροχή. Αυτή ήταν η αγάπη μας μωρό μου. Και τώρα κρύβεται σε ένα άθλιο κουτί εκεί, σε ένα σκοτεινό ντουλάπι. Να δακρύζει από πόνο, να λαχτάρα να δραπετεύσει , να ουρλιάζει να ακουστεί και να μην την ακούει κανείς. Γιατί αγάπη μου; Γιατί κλείσαμε τη ζωή μας Σ’ αυτό το απαίσιο κουτί;

Δείλιαζες το ήξερα. Είχες  κάνει τις επιλογές σου , μόνο που ξεχνάς ότι αυτές δεν θα ριγούσαν στα χάδια σου ούτε θα σπαρταρούσαν  στην αγκαλιά σου.

Άφησες να ντύσουν με ψέματα οι φίλοι σου το μυαλό  σου και ξέσκισαν από πάνω σου εμένα , που με φόραγες κατάσαρκα σαν φυλαχτό.

Άκουγες να με κατηγορούν τυφλωμένοι από κακία και δεν έκανες τίποτα για να εξαλείψεις τους ψυχρούς εκτελεστές της αγάπης μας.

Ο λάκκος που άνοιξε η οικογένεια σου για να με χώσουν μέσα ήταν μεγαλύτερος από ότι χρειαζόταν.

Ξέρεις γιατί;

Έπρεπε να χωρέσει μέσα και την ψευτιά τους.

Εσένα σε είχαν  μόνο για να σε εκμεταλλεύονται και εγώ ενοχλούσα το έργο τους , επειδή έβλεπα τα παιχνίδια που έπαιζαν στην πλάτη σου.

Κι εσύ τους πιστεύεις ότι σε αγαπούσαν και σε προστάτευαν.

 Και αυτοί έχυναν το δηλητήριο τους ύπουλα μέρα με την ημέρα. Και αυτό απλώθηκε στο σώμα σου και σε έκανε επιθετικό, ειρωνικό, αλαζόνα. Σε μένα που ήμουν ο μοναδικός άνθρωπος που σε αγαπούσε. Και η αγάπη μας έγινε η διέξοδος για να ξεσπάσεις για όλα που σου είχαν κάνει. Και την τσάκισες, την κατέστρεψες , ξάπλωσες με άδεια κορμιά για να με βγάλεις από την ζωή σου. Έγινες κάποιος άλλος. Αυτός που ήθελαν όλοι αυτοί. Όχι όμως αυτός που ήσουν πραγματικά. Σήμερα όμως θα σε ελευθερώσω αγάπη μου, σήμερα που Λυσσομάναει ο νότιας και οι αστραπές χαράζουν τον ουρανό , θα σε αφήσω να βγεις. Τώρα που κοιμούνται όλοι, τώρα που φοβούνται όλοι, τώρα θα σε αφήσω να δραπετεύσεις από αυτό το απαίσιο κουτί.Το σώμα μου φλέγεται όπως τότε, η ανάσα μου βγαίνει κόφτη, οι τρίχες μου έχουν ορθωθεί και η καρδιά πάει να σπάσει. Σήμερα θα σε πιάσω ξανά από το χέρι και θα περπατήσουμε πάλι στη βροχή. Θα με κοιτάς και θα μου λες ότι δεν θα μ’ αφήσεις ποτέ. Θα με κρατάς και θα μου κόβεις την ανάσα. Η καταιγίδα θα υποκλιθεί στις δυο αυτές χαμένες ψυχές. Θα κλάψει. Θα δυναμώσει. Θα τα γαμήσει όλα. Και εγώ θα γίνω ορμή, χείμαρρος , τυφώνας και θα χαθώ για πάντα μέσα της. Μαζί σου. Διότι δεν υπάρχει ζωή μακριά σου. Δεν μπορώ να σε κρατήσω πια σε αυτό το σιχαμένο κουτί. Δεν μπορώ έσπασα, λύγισα, διαλύθηκα σε ένα εκατομμύριο κομμάτια. Πάμε αγάπη μου…. Πάμε!

Μάνος Σαμοθράκης -Ιωάννα Δαμηλάτη

About Ιωάννα Δαμηλάτη

Έχω γεννηθεί στην Νίκαια και έχω καταγωγή από την Μυτιλήνη.
Είμαι παντρεμένη και έχω έναν γιό.
Πάντα ήμουν ένα δραστήριο άτομο γεμάτο ανησυχίες.
Ότι και να έκανα για να γεμίζω τα κενά μου πάντα κάτι εξακολουθούσε να μου λείπει.
Αυτό το κάτι μεγάλωνε ώσπου άρχισα από το πουθενά να γράψω.
Ένα ξημέρωμα που έγραψα τους πρώτους μου στίχους σαν κάτι να άλλαξε μέσα μου.
Κάθε μέρα έγραφα στίχους.
Αλλά πάλι κάτι μου έλειπε.
Κρυφός μου πόθος ήταν να γράψω ένα βιβλίο.
Ήθελα να δω αν μπορώ να το κάνω, ξέροντας τις δυσκολίες που θα αντιμετώπιζα.
Ήθελα να ρισκάρω και το τόλμησα.
Αυτό τώρα που γεμίζει την ψυχή μου είναι οι λέξεις.
Με αυτές τώρα ντύνω τους ήρωες των βιβλίων μου

Μπορεί επίσης να σας αρέσει