Ήρθε που λες η Άνοιξη και πιάσαμε κουβέντα
Την περίμενα όπως κάθε χρόνο. Την περίμενα και ήξερα πως θα ‘ρθει. Παρόλα του Μάρτη τα καμώματα. Παρόλο το βροχολόι και το ψοφόκρυο. Αντίκριζα τον γκρίζο κατσούφη ουρανό και έλεγα μέσα μου ακόμα λίγο μόνο, ακόμα λίγο. Και έχει μια γλύκα αυτή η ριμάδα η προσμονή και μια λαχτάρα συνάμα για παρέα.
Χωρίς παπούτσια, ντυμένη απλά με ένα λευκό μακρύ φόρεμα και λουλούδια στα μαλλιά. Χωρίς φτιασίδια και πολλά πολλά. Την πέτυχα να κάνει τη βόλτα της κατά μήκος της αλμυρής λίμνης λίγο έξω από την πόλη. Ήταν πρωί και ο ήλιος αν και σχετικά αδύναμος ακόμα έριχνε παιγνιδιάρικα τις αχτίδες του στο νερό και αυτό με τη σειρά του κόρδωνε και λαμπύριζε λες κι ήτανε διαμάντι. Έτρεξα κοντά της και της έκανα μια σφιχτή αγκαλιά. Από αυτές που μιλάνε χωρίς λόγια.
Της άνοιξα την καρδιά μου και τις μίλησα για όλα. Για τα μαύρα σύννεφα που με απείλησαν ουκ ολίγες φορές, για τις μπόρες που με έπιασαν απροετοίμαστη και με έκαναν μούσκεμα μέχρι το κόκαλο. Για τα σωσίβια που μου πέταξαν κάποιοι αλλά αποδείχτηκαν τρύπια. Για τις βροντές που χάλασαν τις νύχτες μου και έκανα σμπαράλια τα όνειρα μου. Για τους βοριάδες που με παρέσυραν στη δίνη τους. Για τα βράδια που ο ουρανός ήταν ορφανός από αστέρια και εγώ απλά δεν είχα από που να πιαστώ.
Με κοίταξε στοργικά με τα υπέροχα μάτια της. Δυο μάτια στο χρώμα του μελιού. “Ότι έγινε, έγινε. Πάει πέρασε. Δεν ανήκει πια εδώ. Δεν έχει θέση”,μου ψιθύρισε. Και ήταν η φωνή της όμορφη και η χροιά της βελούδινη. “Να θυμάσαι πώς πάντα μετά ακριβώς από το πιο βαθύ σκοτάδι ξεπροβάλλει δειλά το φως του πρωινού. Όπως την τρικυμία ακολουθεί η μπουνάτσα. Όπως η λύπη υποδέχεται τη χαρά. Όπως το δάκρυ δίνει τη σκυτάλη στο χαμόγελο. Τίποτα δεν είναι μόνιμο. Ακόμα και τον θάνατο τον ίδιο τον περιμένει στη γωνία μια Ανάσταση! Δέσε σφιχτά λοιπόν τα κορδόνια σου και συνέχισε να περπατάς. Πάμε πάλι από την αρχή! Πάμε πάλι να κάνουμε όνειρα! Πάμε για άλλο ένα γύρο!
Και αν τύχει στην πορεία να νοιώσεις πώς κουράστηκες κάθισε στο πρώτο ξύλινο παγκάκι που θα βρεις μπροστά σου. Γέμισε τα πνευμόνια σου καλά καλά με οξυγόνο και άσε το μυαλό σου να ξαποστάσει. Μην ξεχάσεις μόνο να θαυμάσεις τη θέα. Είτε αυτή είναι θάλασσα είτε αυτή είναι χέρσα γη. Είτε είναι απλά ένα μπλε κομμάτι του ουρανού. Η ομορφιά είναι παντού, να το θυμάσαι. Πάρε δύναμη από την πλάση γύρω σου και συνέχισε τον δρόμο σου. Η ζωή είναι ένα δώρο που σου χαρίστηκε! Να το χαίρεσαι το δώρο σου! Να χαίρεσαι τη ζωή και να την αγαπάς! Με τα όμορφα και τα άσχημα της. Με τα γκρίζα τα μαύρα τα λευκά και τα πολύχρωμα της. Με τους ήλιους και τα σύννεφα της. Με τις βροχές και τα ουράνια τα τόξα της. Όλα έχουν κάτι να σου δώσουν. Χαμένη δεν θα βγεις πότε! Έχε μου εμπιστοσύνη”.
Την ευχαρίστησα θερμά για όλα όσα είπαμε. Για το χρόνο της. Για την συνάντηση. Για το ότι υπάρχει!
Φεύγοντας ένοιωσα το σώμα και την ψυχή μου πιο ανάλαφρη. Κοίταξα το μπρασελέ με τις κόκκινες και λευκές κλωστές που είχα στο δεξί μου χέρι. Το μπρασελέ που συνηθίζουμε να φοράμε τον Μάρτιο. Βαδίζοντας προς το σπίτι πήρα την απόφαση να το δέσω σε μια τριανταφυλλιά για να το πάρουν τα πουλιά όταν θα αρχίσουν με το καλό να χτίζουν την φωλιά τους.
Η Άνοιξη ήρθε και μου χαμογέλασε. Δεν είναι εποχή η άνοιξη σκέφτηκα. Στάση ζωής είναι…!
Πηγή : L.A VOICE, Larnacas Alternative Free Press