Μα τελικά δεν πρόλαβες

Κάπου εκεί καταμεσής, στου δρόμου σου τη ρότα, 
το μονοπάτι σου άρχισε
να γίνεται στενό.
 
Το έδαφος αγρίευε, γεμάτο πέτρες κοφτερές, 
αγκάθια και ραγισματιές.
 
Μα “θα προλάβω” έλεγες
κι όλο χαμογελούσες.
 
Κι αν το λιοπύρι σ’ έκαιγε
κι αν σ’ έγδερνε η παγωνιά, 
εσύ εκεί, στο πείσμα σου! 
Έλεγες “θα προλάβω.” 
 
Κάποτε οι σόλες σκίστηκαν.
Κάποτε δίψασες πολύ 
και πείνασες το ίδιο.
 
Μα τίποτα δεν έβρισκες 
για να σε ξεγελάσεις..
 
Είχες όμως το όνειρο, 
είχες τον ήλιο οδηγό 
και το φεγγάρι φίλο.
 
Και “θα προλάβω”, 
όλο επέμενες να λες..
 
Βγήκαν ληστές στο διάβα σου. 
Και κλέψαν λίγο απ’ τ’ όνειρο.
 
Κι απ’ το φεγγάρι πήραν φως
κι αχτίδες απ’ τον ήλιο.
 
Κάτι ρημάχτηκε θαρρείς, 
κάτι βαριά ελαβώθη.. 
 
Μα εσύ μπροστά σου κοίταγες, 
το δρόμο σου μη χάσεις.
Και “θα προλάβω” έλεγες! 
 
Μα ο χρόνος ο αδιάλλακτος
πιο γρήγορα τραβούσε. 
 
Κι εσύ ξοπίσω του έτρεχες.. 
 
Τα πόδια σου ματώνανε, 
οι αντοχές στερεύαν, 
ασχήμαινε το δέρμα σου.. 
 
Μα εσύ εκεί, προχώραγες.. 
Κι έλεγες “θα προλάβω.” 
 
Φορές πολλές σε κλέψανε
κι άλλες τα ‘δωσες όλα.
 
Σε πρόδωσαν, σε χτύπησαν, 
μα εσύ εξανασηκώθεις! 
 
Και με το κόκκινο αίμα σου
λέρωσες το φεγγάρι. 
 
Και με το δάκρυ τ’ αλμυρό 
έσβησες και τον ήλιο. 
 
Κι αν λαβωμένη ήσουνα 
και αν αιμορραγούσες, 
πως “θα προλάβω” έλεγες! 
 
Όμως ο χρόνος τέλειωσε.. 
Όμως σε βρήκε η νύχτα.. 
 
Κι ήρθανε λύκοι άγριοι 
κι ορμήσαν και ξεσκίσανε 
ό,τι είχε απομείνει!
 
Τώρα ξέρεις, δεν πρόλαβες! 
Τώρα δεν περιμένεις.. 
 
Ούτε τον ήλιο καρτερείς, 
ούτε και το φεγγάρι.. 
 
Τώρα εκεί στα σκοτεινά, 
μισότρελη και μοναχή, 
ψυχορραγεί η ελπίδα.. 
 
 

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *