Σταμάτησα να σκοτώνω δράκους τελικά!
Εγώ που λες, μεγάλωνα και φανταζόμουν αυτόν που θα σκότωνε τους δράκους για μένα!
Κοίτα να δεις που η ζωή τα ‘φερε έτσι που το παραμύθι μου, το ‘φερα και αυτό στα μέτρα μου και άρχισα να τους σκοτώνω εγώ αντί για εκείνον.
Νόμιζα πως και οι δράκοι των παραμυθιών πεθαίνουν, αφού κάνουν και αυτοί τον κύκλο τους.
Άσε που περίμενα να σταματήσουν να εμφανίζονται καθώς μεγάλωνα.
Το στο καλό σκεφτόμουν, αφού πολέμησα με όλους τους και κοίτα τα κατάφερα!
Πόσο λάθος έκανα για άλλη μια φορά…
Γιατί, αυτοί που συνάντησα εκεί έξω, ήρθαν απλά για να προετοιμάσουν το έδαφος. Άρα, τζάμπα και βερεσέ είχα πανηγυρίσει τη νίκη μου.
Τι θέλει τελικά μια γυναίκα για να πει πως τα κατάφερε στη ζωή της;
Πολλά και διαφορετικά, να ζήσει ένα μεγάλο έρωτα, να κάνει οικογένεια, να επιτύχει επαγγελματικά, να έχει ανθρώπους να την αγαπούν δίπλα της.
Τίποτα δηλαδή, απλά, καθημερινά πράγματα μωρέ!
Σιγά μην είναι έτσι.
Σιγά μην η ψυχή χορταίνει με ασφάλεια και με δανεικά αισθήματα ανθρώπων που φοβούνται μην και ξεβολευτούν. Όλα για το «φαίνεσθαι» και αυτή την ριμάδα την καταξίωση!
Την ποιά;
Ψάξε βρες την και γέμισε όσα σακιά μπορείς να σηκώσεις.
Άδειος και πάλι θα ‘σαι.
Περνούν τα χρόνια.
Και εγώ επαναστάτησα, τα μετράω ανάποδα, από το τέλος που φαντάζομαι, προς την σημερινή πραγματικότητα.
Άσε που τρομάζω με αυτά που οραματίζομαι.
Δεν τρόμαξα με τους δράκους που έπρεπε να παλέψω για χάρη σου.
Όχι πως τους είχα υπολογίσει σωστά.
Κάθε πρωί, ξεφύτρωνε και ένας.
Τρόμαζα μόλις ξημέρωνε, μην τυχόν και βρεθεί κανένας καινούργιος στο δρόμο μου.
Δεν κατάλαβα ποτέ τι ήθελαν από μένα, άσχετα αν ο στόχος ήταν κοινός: εσύ!
Να με διώξουν από τα «χωράφια» τους, ήθελαν.
Βλέπεις το έδαφος σου ήταν πρόσφορο και είχες πολλά να δώσεις ακόμα. Και εκείνες, γιατί για γυναίκες – δράκους μιλάμε, δεν ήθελαν να τα χάσουν.
Την πρώτη φορά το πήρα κατάκαρδα!
Άρχισα να αναζητώ την απειλή που ένιωθαν, μπας και καταλάβω.
Τη δεύτερη φορά εξοργίστηκα.
Μετά, εκεί που έχασα το μέτρημα, έβαλα κάτω τα «κουκιά» μου και άρχισα να τα μετράω.
Άρχισα να αναρωτιέμαι πως αφού τα δικά μου «κουκιά» δεν ήταν για το «χώμα» σου, αυτές γιατί ένιωθαν να απειλούνται.
Αργότερα κατάλαβα πως την απειλή την δημιούργησες εσύ.
Χωρίς να καταλάβω όμως ποτέ τι σόι ευχαρίστηση έβρισκες σε αυτό.
Μετά, όλα ήταν καθαρά.
Έπρεπε να δείξεις σπουδαίος και «μεγάλος» στα μάτια τους και εγώ, χωρίς να το καταλάβω, ήμουν παραπάνω από αρκετή για να νιώσεις σπουδαίος!
Τα χρόνια πέρασαν.
Και εγώ ,δεν σκοτώνω δράκους.
Άσε που τους λυπάμαι κιόλας!
Λυπάμαι και εμένα και εσένα μαζί.
Που πήραμε ότι πιο σπάνιο μας δόθηκε και το ισοπεδώσαμε.
Και τώρα, ψάχνουμε αφορμές να θάψουμε το «σπάνιο» μας γιατί πρέπει να συμβιβαστούμε.
Ξέρεις και οι δράκοι τελικά πεθαίνουν, όπως εμείς.
Είτε τους σκοτώνουν, είτε όχι.
Μα εγώ δεν περιμένω εσένα να παλέψεις μαζί τους για χάρη μου.
Σου ζητάω όμως να παλέψεις με τον εαυτό σου τώρα που δεν μπορείς να δώσεις, μα η ψυχή σου διψάει για το αντίθετο.
Γιατί αυτή, δεν γερνάει.
Και αν τρομάζεις με την εικόνα σου στο καθρέφτη καθώς περνούν τα χρόνια, ξεγύμνωσε και την ψυχή σου μπροστά του.
Εύχομαι να μην τρομάξεις, ούτε να ντραπείς με αυτό που θα αντικρίσεις.
Εγώ θα περιμένω , παρέα με τον δικό μου δράκο.
Νομίζω πως μόνο εκείνος με έχει αποδεχθεί, χωρίς να ζητάει ανταλλάγματα.
Πολλή ωραία οπτική γωνία!