Εμπιστεύσου με!
Πάντα είχα πρόβλημα με τις διαδρομές. Δε μου άρεσαν ποτέ τα πέρα δώθε. Έμενα λοιπόν, και με υπομονή προσπαθούσα να μετονομάσω το ακατάλληλο σε ιδανικό. Έκλεινα τα μάτια μου και όλα ήταν υπέροχα, εθελοτυφλούσα γιατί έπρεπε να είναι υπέροχα!
Ένα μάτσο συμβιβασμοί άλλαζαν τη σύσταση μου μέρα με τη μέρα, λες και υπήρχε κάπου μέσα μου ένα μεταλλαγμένο DNA που πολλαπλασιάζονταν επικίνδυνα. Δεν μπορούσα να φύγω, τι θα γίνονταν αύριο; Υπήρχε μια ρουτίνα, μια καθημερινότητα. Πως θα άλλαζε αυτό;
Και ξαφνικά… «Λες να φύγω; ΘΑ ΦΥΓΩ!» Σκέψεις, λέξεις και συναισθήματα σπασμένα – κοφτερά γυαλιά που έκοβαν στο άγγιγμα τους. Πληγές… άλλες πιο βαθιές και άλλες σχεδόν επουλωμένες μου ζητούσαν φροντίδα. Φοβάμαι… μένω ακίνητη ακριβώς στη μέση. Ούτε μπρος ούτε πίσω. Ακριβώς στη μέση. Τρέμω, ιδρώνω… τι κάνω τώρα;
Ξάφνου αισθάνομαι ένα άγγιγμα. Δε μπορώ να διακρίνω τη μορφή ανάμεσα στη θολούρα, μα μου μοιάζει άγνωστη. «Εμπιστεύσου με» ψελλίζει με σταθερή φωνή και με τραβάει ένα βήμα μπροστά. «Εσύ μόνο μπορείς να καταστρέψεις τον εαυτό σου» συνεχίζει. Όσο με αγγίζει με γιατρεύει, χωρίς κάποιο μαγικό ξόρκι, χωρίς κάποιο αρχαίο μαντζούνι, μόνο με την παρουσία του. Είναι εκεί, να στέλνει την ομίχλη πίσω, εκεί που ανήκει.
Μαρία Χαρίτου