Δειλός ήσουν γλυκέ μου
Δεν ήσουν ανίκανος να νιώσεις και τα συναισθήματα μέσα σου δεν ήταν νεκρά. Κάτι που φαινόταν στις ώρες που έπινες και ό,τι αισθανόσουν έβγαινε ακατάσχετο από μέσα σου, αφού το ποτό σε απελευθέρωνε. Ναι, γιατί χειρότερη βλακεία από το «είχα πιει και δεν ήξερα τι έλεγα» δεν υπάρχει, διότι όταν χαλαρώνουν οι αναστολές βγαίνουν οι αλήθειες.
Εκείνες που στο άτομο που κρύβονται μέσα του πολλές φορές είναι ικανές να το τρομοκρατήσουν. Τον ξεσκεπάζουν από το ψεύτικο προσωπείο του δυνατού που του μάθανε πως πρέπει να φοράει ο πραγματικός άντρας. Μα ό,τι και να κάνεις, όσο και να προσποιηθείς η πραγματικότητα έρχεται πάντα στην επιφάνεια. Αλλά το ζήτημα είναι αν είσαι ικανός να την αντικρίσεις κατάματα, μπορείς;
Ούτε κατά διάνοια, θα απαντήσω εγώ για σένα, δε γνωριστήκαμε εχτές, δεν μπορείς να κρυφτείς. Άσε τη φιγούρα που κάνεις στους γύρω σου και τη μαγκιά που πουλάς, αυτά είναι να’ χαμε να λέγαμε. Προς Θεού όμως μην προσβάλλεσαι, εγώ δε θέλω να σε υποβιβάσω, απλά λυπάμαι για σένα. Απλά ο άνθρωπος δεν αλλάζει και περισσότερο ο κεκαλυμμένος ανασφαλής γιατί αυτό είσαι. Έτσι να, που τώρα νιώθεις πελαγωμένος μέσα στο συμβιβασμό σου και κοιτάς σαστισμένα σαν το ελάφι που μέσα στη νύχτα το τυφλώνουν τα φώτα ενός αυτοκινήτου.
Όπως εκείνο λοιπόν κάνει σπασμωδικές κινήσεις για να γλυτώσει, έτσι κι εσύ. Αναρωτιέσαι τι έκανες λάθος, για ποιο λόγο έφτασες μέχρι εδώ, τι στην ευχή συμβαίνει με σένα, αλλά απάντηση δε βρίσκεις ή μάλλον, δε θέλεις να τη δεις.
Γιατί γλυκέ μου πονάει όταν πέφτει το πέπλο του ψέματος, κυρίως για ό,τι αφορά τον εαυτό μας. Όταν για την κατάσταση μας δε φταίει κανένας άλλος παρά εμείς οι ίδιοι. Έτσι κι εσύ, δεν είσαι ούτε αναίσθητος, ούτε το σκληρό αντράκι που θέλεις να πιστεύεις πως είσαι. Επειδή απλά είσαι δειλός και εγώ σε ανθρώπους σαν και’ σένα πάντα είχα αδυναμία.
Χριστίνα Ρογκάκου