Ένα μικρό ποδήλατο
Ι: Σερφάροντας μια καλή μέρα στο διαδίκτυο, ξεπρόβαλε μπροστά μου ένας εξόχως ιδιαίτερος πίνακας. Εκστασιασμένη, έμεινα να κοιτώ τη μεγάλου μεγέθους γυναικεία φιγούρα που εμφανιζόταν εκείνη τη στιγμή στην οθόνη απέναντί μου. Χαριτωμένο και κωμικό το σκηνικό, μου κέντρισε αμέσως το ενδιαφέρον και χωρίς δεύτερη σκέψη υπάκουσα στην περιέργειά μου που μου υπέδειξε, σχεδόν επέβαλε, να ψάξω πληροφορίες για το δημιουργό και το έργο του. Βρέθηκα λοιπόν να διαβάζω το βιογραφικό του Lisandro Rota, ενός Ιταλού αυτοδίδαχτου ζωγράφου γεννημένου στη Lucca το έτος 1946. Με έκπληξη ανακάλυψα πως παρόμοιες υπερμεγέθεις φιγούρες υπήρχαν στα περισσότερα από τα έργα του. Οι πλείστοι πίνακες είναι εμπνευσμένοι από την καθημερινότητα και τη ρουτίνα της. Αποδίδονται ωστόσο με κωμική διάθεση ενώ το στοιχείο του παραδόξου που τους χαρακτηρίζει προκαλεί χαμόγελα μα και θύμησες από παραμύθια. Εκεί δηλαδή, που όλα είναι εφικτά.
Βρέθηκα λοιπόν να χαζεύω γυναίκες με τις νυχτικιές τους, βολεμένες αναπαυτικά πάνω σε πουπουλένια σύννεφα, να φτιάχνουν σαπουνόφουσκες. Είδα άλλες να φοράνε ολόσωμα μαγιό και μάσκες θαλάσσης, να κάνουν βουτιά στην μπανιέρα του σπιτιού τους και από εκεί να αναδύονται κρατώντας σαν τρόπαιο ένα τεράστιο ψάρι. Κάποιες άλλες πάλι, τις συνάντησα να χορεύουν πάνω στο μπουγαδόσχοινο, ενώ με συνεπήραν αυτές που έσπρωχναν ένα μικρό καρότσι και μέσα του χώνανε τους ήλιους και τα φεγγάρια που είχαν φαίνεται ξεκρεμάσει από τους ουρανούς του κόσμου.
Παρόλο που είχα ξετρελαθεί με όλα αυτά που έβλεπα, εντούτοις το βλέμμα και το μυαλό μου σκάλωσαν όταν αντίκρισα έναν πίνακα απλό και λιτό, μα τόσο πλούσιο σε δυνατά μηνύματα. Μια χοντρούλα γιαγιά, φοράει ένα κίτρινο φλοράλ φουστάνι. Είναι καθισμένη καβάλα σε ένα παιδικό μπλε τρίκυκλο ποδηλατάκι, το οποίο σέρνει από πίσω του ένα κίτρινο κουτί με ροδάκια. Μέσα στο κουτί, φαίνεται να απολαμβάνει τη βόλτα του ένας καφετί αρκούδος. Το σκηνικό απλό, ένα καφέ-πορτοκαλί δωμάτιο και τίποτα άλλο. Την προσοχή μου τραβάνε τα κάτασπρα μαλλάκια της γιαγιάς, τα γυμνά της πόδια μα και το ύφος της που δε μοιάζει καθόλου βαριεστημένο. Πόση δύναμη κρύβει μέσα της μια γυναίκα άραγε; Μέχρι πού μπορεί να φτάσει η αγάπη της γιαγιάς; Τι είναι αυτό που ξυπνάει επιτέλους το παιδί ξανά και πάλι μέσα μας; Θα μου πεις, Λουκά;
Λ: Τα καλά της φιλίας είναι ότι σε οδηγούν σε μονοπάτια που δεν περίμενες ποτέ να διαβείς. Είναι ανήσυχο πνεύμα η Ιωάννα και ξαφνικά βρέθηκα να γράφω για τους πίνακες και τα νοήματα ενός Ιταλού που αγνοούσα την ύπαρξή του. Γηράσκω αεί διδασκόμενος αφενός και αφετέρου κλήθηκα να απαντήσω σε ερωτήματα, στα οποία δεν είχα πολυσκοτίσει το μυαλό μου. Πόση δύναμη να κρύβει μια γυναίκα; Διαολεμένα καλό ερώτημα, στο οποίο νομίζω πως ούτε οι ίδιες γυναίκες γνωρίζουν το βάθος και την έκταση της απάντησης. Μεγαλωμένες σε πατριαρχικές κοινωνίες, παλεύουν γενιά με τη γενιά, με αξιοσημείωτα πάντως αποτελέσματα στις ανεπτυγμένες χώρες, για αυτονόητα προσωπικά και επαγγελματικά δικαιώματα. Εργαζόμενη, νοικοκυρά, ερωμένη, μητέρα, όλοι τόσο διαφορετικοί ρόλοι και συνάμα απαιτητικοί. Κακά τα ψέματα, δες μια κοινωνία που σέβεται τις γυναίκες και οι ίδιες είναι δυναμικές και θα διαπιστώσεις μια ακμάζουσα κοινωνία. Βεβαίως, ισχύει και το αντίθετο.
Για την αγάπη της γιαγιάς, οι απόψεις είναι υποκειμενικές. Οι περισσότεροι εξ ημών σε Κύπρο και Ελλάδα, έχουμε τις καλύτερες θύμησες, ειδικά αν έχουμε ζήσει σε επαρχία. Σαν γονιός επίσης, έχω την τύχη τα πεθερικά και οι γονείς μου να έχουν αποδειχτεί εξαιρετικοί παππούδες και γιαγιάδες. Συνεπώς, έχω ήδη θετική προδιάθεση σε ό,τι σχετίζεται με τη συμπεριφορά των γιαγιάδων. Ας αφήσουμε όμως το υποκειμενικό και ας προχωρήσουμε σε ένα επίπεδο πιο πέρα. Ξέρεις, κάποιες στιγμές οι λαϊκές ρήσεις είναι η καλύτερη ανάλυση, μιας και κρύβουν τη σοφία και το απόσταγμα εμπειρίας γενεών. «Του παιδιού μου το παιδί δυο φορές παιδί μου» είναι μια παροιμία και εκεί κρύβεται η ουσία της αγάπης της γιαγιάς. Απαλλαγμένη από τα «πρέπει» των γονιών χαρίζει απλόχερα την αγάπη της στα εγγόνια της.
Προχωράμε στην τελευταία ερώτηση. Τι ξυπνάει το παιδί μέσα μας; Για μένα είναι η αδήριτη ανάγκη να επιστρέψουμε στην εποχή της αθωότητας και της ανεμελιάς. Ζούμε σε καιρούς δύσκολους και σύνθετους. Δεν υπάρχει το άσπρο-μαύρο και αυτή η διαρκής προσπάθεια να διακρίνεις τις αποχρώσεις σε καταστάσεις και συμπεριφορές καταντά εξουθενωτική. Συνεπώς, οι θύμησες και τα απωθημένα της παιδικής ηλικίας επιστρέφουν ως ανάγκη διαφυγής ή διαλείμματος από την ενήλικη πραγματικότητα. Με άλλα λόγια, κάνεις πράγματα που είτε νοστάλγησες είτε λαχτάρησες ως παιδί. Δεν ξέρω αν αυτές οι απαντήσεις καλύπτουν τα ερωτήματά σου, αλλά σε κάθε περίπτωση είναι ωραία αυτή η αλληλεπίδραση. Είναι σαν τα μυστικά μονοπάτια που ανακαλύπταμε παιδιά. Φύγαμε για το επόμενο.
Πηγή: Εφημερίδα Αλήθεια, 15.10.19 – Ιωάννα Πιτσιλλή, Λουκάς Αναγνωστόπουλος