Κλειδωμένες ζωές

Νέο κλείσιμο των πάντων αλλά πώς ξεχνάς το προηγούμενο;
Το μυαλό θυμάται λεπτό προς λεπτό κάθε ημέρα, συναίσθημα και αποτέλεσμα.
Όμως αυτή τη φορά, τα πράγματα δυσκόλεψαν κατά πολύ.
Μάσκες παντού.
Πρόσωπα καλυμμένα, μάτια όμως φανερά, γεμάτα δυσφορία, θλίψη, πανικό και παράδοση…
Μοναξιά και μοναχικότητα έγιναν –αναγκαστικά- έννοιες ταυτόσημες.
Με τρανταχτή εξαίρεση την συνέχεια της λειτουργίας της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, έκλεισαν σχεδόν τα πάντα, έγιναν έρημοι οι δρόμοι, και τα σπίτια ξανά γέμισαν εγκλεισμένους ανθρώπους.
Τα ρετιρέ με γέλια, τα υπόγεια με κλάματα, τα ισόγεια με προσευχές και τα υπόλοιπα ανάμεσα στους ορόφους, με φωνές.
Η βιωσιμότητα παλεύει με την επιβίωση.
Η ματαιοδοξία προσπαθεί να επιβληθεί στη ματαιότητα.
Οι οθόνες παντός είδους, αναμμένες νυχθημερόν, κατάντησαν  ήλιος των ψυχών όλων των ηλικιών, βομβαρδισμένων από πλήθος – αξιόπιστων ή μη- ειδήσεων, ρηχών συναισθημάτων και επιφανειακών ερεθισμάτων.
Παντού επικρατεί επίβλεψη αποφάσεων, κυριαρχεί επίπληξη κινήσεων.
Η πίστη να κλονίζεται και κάποιοι κάνουν πως δε βλέπουν τα φανερά, ή επιλέγουν να κοιτάζουν μόνο τα κρυφά.
Απρεπείς συμπεριφορές που κάνουν τις μάσκες να πέφτουν και άλλες που φοριούνται  σιωπηλά προς αποφυγήν εντάσεων.
Το σώμα να περνάει μπροστά θριαμβευτικά – έστω και με αγώνα δρόμου – για να διατηρηθεί σε όλα τα επίγεια πεδία, όμως η ψυχή να κλειδαμπαρώνεται και να πετιέται  στα Τάρταρα, ζητώντας ένα μερίδιο οξυγόνου για ν’ αναπνεύσει, ένα κομμάτι ουρανού για ν’ αντικρίσει.
Να περνάνε οι μέρες μετρώντας χρήματα, υπομονή και ανάσες.

Χρήματα που ίσως υπήρχαν κι ενδεχομένως τελειώνουν, χρήματα ενίσχυσης, που δικαιούνται εξαιτίας της βίαιης ανατροπής της καθημερινότητας και δυστυχώς δεν αναλογούν σε όλους, λόγω μη απαιτούμενων προδιαγραφών.

Υπομονή που δοκιμάζεται και είναι αμφίβολη η διάρκειά της.

Ανάσες που γίνονται μηχανικά και  κάποιες στιγμές η σκέψη τρέχει σε λογισμούς με κενές απαντήσεις.

Πώς να υπολογίσεις την αντοχή όταν μένεις στάσιμος ενώ γύρω σου – άτυπα- όλα συνεχίζουν να κινούνται;
Πώς να μεταδώσεις στα παιδιά τη λυπηρή συνήθεια ότι η αγκαλιά δε γίνεται πια με τα χέρια αλλά μόνο με τα λόγια;
Πώς να πείσεις τους μεγάλους να υπομείνουν την ατελείωτη αυτή απομόνωση μηνών, για να παραμείνουν εδώ;
Πώς να γίνει η παρέα μια ματιά όταν η απόσταση βαθαίνει σε κάθε τους συνάντηση με φόβο ποινικών ευθυνών;
Σ’ αυτή τη μάχη και σε όλες τις παρτίδες της, σημασία έχει να μη χάσεις την ψυχή σου. Είναι η αιώνια παρακαταθήκη του εαυτού μας που κουβαλάμε όλοι και πρέπει να μείνει ακέραιη.
Όλα τα υπόλοιπα ξέρουμε πως είναι παραμύθια και τα ίδια, δυστυχώς τελειώνουν.
Έτσι κι αλλιώς, ήταν πάντα παράλληλα συμβολική η σημασία τους.
Τώρα, θ’ ακουστούν μόνο ιστορίες.
Για να μάθουμε αλήθειες, να γνωρίζουμε σημεία, ν’ αλλάξουμε καταστάσεις.
Αλίμονο στα παιδιά που πρέπει να μεγαλώσουν απότομα και να ζήσουν μια άλλη ζωή από αυτή που τους έταξαν.
Όμως, τίποτε δε σταματά εδώ.
Ίσα ίσα, τώρα αρχίζει.

Θερμοκρασία βρασμού, λίγο πριν τον κοχλασμό. 

Ζωή Παπατζίκου 

About Ζωή Παπατζίκου

Σε δύο ενότητες μοιρασμένη η ζωή μου. Στην Αθήνα όπου γεννήθηκα, μεγάλωσα κι έζησα μέχρι το τέλος της εφηβείας μου και στην Εύβοια όπου πλέον μένω μόνιμα. Με οδηγό την έμφυτη παρατηρητικότητα αλλά και την γενικότερη εντρύφηση των ανθρώπων και των εμπειριών τους, οι σκέψεις και οι λέξεις πάντα πλέκονταν σε γαϊτανάκι καταγραφής, σαν να προσπαθώ να αιχμαλωτίσω λογιών στιγμές και ποικίλα συναισθήματα κόντρα στην ελεύθερη και ιλιγγιώδη ταχύτητα του χρόνου που αμείλικτα στη ξέφρενη πορεία του όλα τα μεταβάλλει. Η ζωή μας είναι ένα άγραφο ανοιχτό βιβλίο, ας αποτυπώσουμε μέσα του τις πιο γραφικές μας αλήθειες!

Μπορεί επίσης να σας αρέσει