Στη Μαδρίτη
Ζούσε στην ίδια μικρή πόλη από τότε που γεννήθηκε. Έφευγε περιστασιακά για λίγο και ίσως κάποιες φορές για διακοπές. Το τελευταίο διάστημα σκεφτόταν πως είχε αργήσει πολύ να απομακρυνθεί και ένιωθε πως είχε βαλτώσει στη ρουτίνα της καθημερινότητας. Τότε ακριβώς, ένα τυχαίο γεγονός της άνοιξε το δρόμο για έναν καταπληκτικό προορισμό. Ήταν το εκπαιδευτικό ταξίδι -σε συνεργασία με το πανεπιστήμιο- για διδάσκαλους . Η καλή της φίλη η Άννα που ήταν δασκάλα και συμμετείχε στο ταξίδι, της εξασφάλισε μια θέση. Πέντε καταπληκτικές ημέρες μοιρασμένες σε Μαδρίτη, Σεγόβια και Τολέδο!
Επιτέλους θα έφευγε. Ήταν όλα έτοιμα. Η Ειρήνη θα ακολουθούσε το γκρουπ παρότι η ίδια άσχετη με την εκπαίδευση. Μετά από τέσσερις ώρες πτήσης πατούσαν τα ποδαράκια τους στην Ιβηρική χερσόνησο, μια χώρα με τεράστια έκταση και με ιδιαίτερη κουλτούρα. Αφού άφησαν τις αποσκευές τους, άρχισε η ξενάγηση. Τα κτίρια εντυπωσιακά, οι δρόμοι μεγάλοι και κακοφωτισμένοι, οι πλατείες τεράστιες. Πολλά μουσεία και όλα υπέροχα. Από το τεράστιο del Prado που φιλοξενεί τον Δομίνικο Θεοτοκόπουλο, μέχρι και μικρότερα, όπως το Museo Nacional Centro de Arte Reina Sofia που φιλοξενεί την Γκερνίκα του Πάμπλο Πικάσο.
Εντυπωσιασμένη η Ειρήνη ήθελε να δει όσα περισσότερα μπορούσε. Επίσης, έπρεπε να προλάβει να επισκεφτεί και το Estadio Santiago Bernabeu, χωρητικότητας 75.145 θεατών. Η ίδια είχε ελεύθερο χρόνο. Δεν ήταν υποχρεωμένη να ακολουθεί το γκρουπ των δασκάλων και έτσι μπορούσε να δει με την ησυχία της τα αξιοθέατα. Η φίλη της συμμετείχε στις παρουσίες της ομάδας και όταν τελείωνε με τις υποχρεώσεις της έκανε παρέα και περπατούσαν μαζί στην πόλη. Ένα μεσημέρι που η Άννα επέστρεψε νωρίς, αποφάσισαν να ψάξουν για δώρα και αναμνηστικά. Ήθελαν να ψωνίσουν και να απολαύσουν ένα φλιτζάνι ζεστή σοκολάτα με τα χαρακτηριστικά τσούρος. Νωρίτερα είχαν κάνει προσπάθεια να μάθουν να συλλαβίζουν λίγο τα Ισπανικά, ώστε να μπορούν να εντοπίζουν στο χάρτη το σημείο που βρίσκονταν. Με τη βοήθεια των επιγραφών και του χάρτη βρέθηκαν στην πλατεία Puerta de Sol. Εκεί υπήρχαν πολλά καφέ, αρκετοί άνθρωποι καθισμένοι σε τραπεζάκια, καλλιτέχνες του δρόμου και έφιπποι αστυνομικοί.
Καθώς διέσχιζαν την πλατεία, η Ειρήνη αντιλήφτηκε μια παρουσία δίπλα της όταν γύρισε στο πλάι και είδε ένα νεαρό άντρα. Αυτός περπατούσε σαν να τη συνόδευε και μετά από λίγο άρχισε να της μιλάει στα Ελληνικά. Η Ειρήνη είχε σαστίσει . Το πρώτο πράγμα που της ήρθε στο μυαλό να ρωτήσει, ήταν εάν είναι Έλληνας. Αυτός, ευγενικά και με χαμόγελο απάντησε γρήγορα ότι είναι Ισπανός αλλά γνώριζε λίγο την Ελληνική γλώσσα. Ο νεαρός συνέχιζε να βαδίζει διπλά της και αυτή διαπίστωσε ότι ήταν πολύ όμορφος. Αυτός με τη σειρά του τη ρώτησε εάν σπουδάζει εκεί και πόσο θα μείνει, ενώ την κοιτούσε πολύ έντονα στα μάτια. Ήταν ξεκάθαρο ότι τη φλέρταρε με πολύ ευγενικό τρόπο και προσπαθούσε να κερδίσει όσο περισσότερο χρόνο μπορούσε μαζί της. Η Ειρήνη ένιωθε άγχος και ντροπή που μιλούσε μαζί του και έκανε ό,τι μπορούσε για να τον αποφύγει.
Αφού είχαν απομακρυνθεί αρκετά από την πλατεία και από τον όμορφο νεαρό, η Ειρήνη αναρωτιόταν για τον εαυτό της. Μα γιατί είχε φερθεί με αυτόν τον τρόπο; Αυτή δεν ήταν που επέμενε ότι η πόλη που ζούσε, της επέβαλε συγκεκριμένη συμπεριφορά και έναν έντονο καθωσπρεπισμό με τον οποίο διαφωνούσε κάθετα; Η ίδια δεν ήταν που ήθελε να γνωρίσει άλλους ανθρώπους με διαφορετικό τρόπο ζωής; Τώρα ποια δικαιολογία είχε για να αποφύγει μια τόσο ενδιαφέρουσα γνωριμία; Συνειδητοποίησε ότι έσερνε μαζί της τη νοοτροπία από τη μικρή πόλη που είχε ζήσει και αυτό δεν την άφηνε να φερθεί φυσιολογικά. Είχε μεγαλώσει με τη φράση: «τι θα πει ο κόσμος;», και αυτό σφυροκοπούσε το μυαλό της. Δεν είχε χρόνο να σκεφτεί τα δικά της θέλω. Έπρεπε να κινείται με τρόπο αποδεκτό από την οικογένεια και το περιβάλλον. Αν και φαινόταν γελοίο, δεν είχε καταφέρει να κάνει κανένα βήμα προόδου. Παρέμενε έτσι όπως οι περισσότεροι κάτοικοι στις μικρές πόλεις, καταπιεσμένη και περιορισμένη!
Παρασκευή Φωτοπούλου