Εκείνη και τα πέντε κουτιά
Μα πόσο άσχημο μωρό! Φοβάμαι να το αγγίξω, πως θέλετε να το πάρω αγκαλιά!
Θα μπορούσε να είναι ομορφότερη, θα μπορούσε να χαμογελάει συχνότερα, θα μπορούσε να προκαλεί την αγκαλιά. Όμως παρέμενε άχρωμη, τυλιγμένη σε μια άσπρη και ροζ κουβέρτα που της επέτρεπε να ονειρεύεται και χουζουρεύει ανενόχλητη.
Άκουγε τα πάντα, τα έγραφε στο καθάριο μυαλουδάκι της και άφηνε το χρόνο να κάνει τη δουλειά του.
Μεγάλωνε, δεν ήταν ποτέ αυτό που λέμε όμορφη με την κλασική έννοια. Είχε όμορφα χαρακτηριστικά μα πάνω από όλα όμορφη ψυχή. Δεν την ένοιαζε που οι περισσότεροι δεν μπορούσαν να τη διακρίνουν.
Έτσι γίνεται συνήθως όμως, οι άνθρωποι αποδέχονται όσα βλέπουν και όχι όσα δεν είναι στην επιφάνεια.
Μεγάλωνε…
Ήρθε η ώρα να σφραγίσει το πρώτο της κουτί.
Τι όμορφα που ένιωθε! Δεν είχε και πολλά να στριμώξει μέσα σε αυτό. Το γέμισε με όλα τα όνειρα και
τις ελπίδες της και το σφράγισε με μεγάλη ευκολία.
Μεγάλες ταραχές ήρθαν στη ζωή της.
Το δεύτερο κουτί, δεν ήταν όπως το περίμενε. Ήρθε αντιμέτωπη για πρώτη φορά με τον πόνο που ακολουθεί τις αλλαγές και την απώλεια που σηματοδοτεί νέα πορεία. Και αφού τα δεδομένα δεν ήταν τα ίδια,πως θα παρέμενε ίδια και αυτή; Το μόνο που κράτησε, ήταν η καθαρή, η αγνή ψυχή της. Αυτή που πίστευε πως όλοι γύρω της σκέφτονται όπως και εκείνη.
Ένας άνεμος δυνατός φύσηξε και αυτή δεν του αντιστάθηκε. Μόνο που δυσκολευόταν να κρατηθεί όρθια κάθε φορά. Ένα φύσημα του, την τοποθετούσε ξανά στον αέρα. Μπορεί να είχε την πολυτέλεια να τα βλέπει όλα πιο καθαρά από ψηλά, αλλά κάθε προσγείωση ήταν απότομη.
Έτσι απότομα η ψυχή της αποχωρίστηκε ένα μεγάλο έρωτα, έτσι απότομα η ψυχή της αναθεώρησε έννοιες όπως η φιλία, η ανθρωπιά. Έτσι απότομα γνώρισε το δόλο και το συμφέρον ή τη συνήθεια της καθημερινότητας. Κάπως έτσι ήρθε η ώρα να σφραγίσει το δεύτερο κουτί της. Ζορίστηκε λίγο αφού το περιεχόμενο ήταν βαρύ και πολυποίκιλο. Στην προσπάθεια της να το στοιβάξει πάνω στο πρώτο,εκείνο άνοιξε από το βάρος και το περιεχόμενο του σκορπίστηκε στο πάτωμα. Το μάζεψε βιαστικά και το στρίμωξε άτακτα εντός του. Να απαλλαγεί ήθελε, άρα δεν νοιάστηκε πως θα μοιάζει εσωτερικά.
Μπουνάτσα…
Κόπασε ο δυνατός άνεμος. Μετρούσε διαφορετικά κάθε της κίνηση τώρα. Πως το λένε αυτό που οι άνθρωποι νιώθουν όταν τα όνειρα τους γίνονται αληθινά; Χαρά το λένε! Και την ένιωθε. Δεν τολμούσε να πει “ευτυχία” γιατί τη φόβιζε η λέξη και γιατί δεν μπορούσε να τη μετρήσει στα συναισθήματα της. Παρίστανε λοιπόν τη χαρούμενη και ίσως την ευτυχισμένη. Έτσι για να δείξει πως λίγο την άγγιξαν
όσοι και όσα πέρασαν από τη ζωή της.
Φούσκωνε το κουτί της και μέσα του σιγά σιγά τοποθετούσε με προσοχή τα σημαντικά γεγονότα του βίου της. Και ήταν πολλά αυτά!
Μπουνάτσα και ηρεμία ξανά…
Όσα ζούσε έμοιαζαν φυσιολογικά, προδιαγεγραμμένα, δεδομένα ίσως. Έκανε όσα η εποχή πρόσταζε και καταχώνιαζε χωρίς να νοιάζεται αν όλα όσα βίωνε ήταν και εκείνα που την κάλυπταν τελικά.
Το άφηνε για αύριο αφού τέτοιες σκέψεις δεν είχαν χώρο στη μέρα της ούτε στη ζωή της.
Εκείνο το τρίτο κουτί της φάνηκε πιο ελαφρύ από τα άλλα δύο, άσχετα που το περιεχόμενο του ήταν τέτοιο που πάλι δυσκολεύτηκε να το σφραγίσει.
Μεγάλωσε λίγο ακόμα.
Μπορείς να πεις πως η μπουνάτσα διαρκούσε πολύ τελικά. Γεγονότα χωρίς ουσία, χωρίς συναίσθημα, σχέσεις τυπικές, άνθρωποι θορυβώδεις με στόχο την υλική και σαρκική ικανοποίηση τους την περιστοίχιζαν.
Ένα συνονθύλευμα σκέψεων, συναισθημάτων και γεγονότων ήταν αυτό που ζούσε τελικά και ήθελε να το αλλάξει.
Ήθελε, μα δεν έβρισκε τον τρόπο. Δεν είχε την αφορμή, δεν έβλεπε το φως που ζητούσε.
Και κάπου εκεί στα μισά, κάτι άρχισε να φαίνεται στον ορίζοντα. Μπορεί να μην ήταν αυτό που είχε φανταστεί, αλλά άρχισε να ξεθάβει ένα σωρό συναισθήματα, άρχισε να βλέπει ένα λόγο για να προσπαθήσει λίγο παραπάνω. Έβλεπε επιτέλους την αφορμή που έψαχνε.
Τι κρίμα όμως!
Εκείνη έβλεπε, όχι οι άλλοι. Εκείνη ένιωθε, μόνο εκείνη. Πως να μπορέσει να διακρίνει την αλήθεια αφού ακόμα και αυτή είχε έρθει να για να την πληγώσει.
Όχι, η αλήθεια ποτέ δεν πληγώνει!
Οι άνθρωποι το κάνουν, κάποιοι με σκοπό, κάποιοι άθελά τους.
Μα το φως ήταν τόσο εκτυφλωτικό που σκέπασε επιμελώς προθέσεις και σκοπό.
Πέμπτο κουτί που έπρεπε να σφραγίσει!
Την πονούσε το γεγονός πως ό,τι ξέθαψε, έπρεπε να το καταχωνιάσει στα γρήγορα, για άλλη μια φορά,
πριν να γίνει όπλο στα χέρια των πολλών.
Τότε, ήρθε η ίδια η ζωή να το κάνει για λογαριασμό της. Την είδε βλέπεις αδύναμη να το πράξει!
Ακριβώς τότε, το φως άλλαξε πορεία και της έδειξε πως περπατούσε στην αντίθετη κατεύθυνση και
πως δεν είναι πάντα κακό να πονάς αν στο τέλος διακρίνεις το λόγο που έτσι έπρεπε να γίνει.
Κοίταξε πίσω.
Εκεί που περπατούσε πριν. Ένιωσε ανόητη και αφελής που αφέθηκε να τυφλωθεί από το περιτύλιγμα των δώρων που της έφεραν. Στο εσωτερικό τους έπρεπε να σκύψει, μα ήταν τόσο περίτεχνα
φτιαγμένα που λυπήθηκε να τα “χαλάσει”.
Ήρθε η ώρα…
Το πέμπτο κουτί πρέπει να σφραγιστεί. Με όποιο τίμημα. Τι και αν ξεχειλίζουν τα περιεχόμενα εντός του;
Δεν ξέρει πόσα ακόμα κουτιά θα μπορέσει να γεμίσει, για πόσο ακόμα θα μπορεί να αισθάνεται,
πόσα της απομένουν τελικά…
Κάθε άνθρωπος έρχεται στη ζωή με δέκα τέτοια στην πλάτη του λένε. Αν είναι τυχερός θα τα γεμίσει
όλα ή σχεδόν όλα. Όμως το νόημα δεν κρύβεται στο πόσα θα γεμίσουν τελικά αλλά αν όσα σφραγίστηκαν στο πέρασμα του χρόνου, έχουν βαρύνει από τις πράξεις και την καθαρότητα της ψυχής τους.
Γιατί το μόνο που μετράει πριν το οριστικό πέρασμα μας, είναι το καθαρό μας αποτύπωμα.
Αυτό και μόνο!
Μαρία Βουζουνεράκη