Το μοιρολόι των κυμάτων
Πάνω στα βράχια των θαλασσών ζούσε. Πλάσμα παράξενο, με μακριά μαύρα μαλλιά που έντυναν το σώμα της. Και ολημερίς κεντούσε παραμυθία με κοχύλια και φύκια και τα περνούσε στα μαλλιά της. Να’ ναι όμορφη σαν θα χαράξει ο ήλιος. Μιλούσε με τα κύματα, αγκάλιαζε τις βροχές και ρουφούσε την αλμυρά της θάλασσας.
Μια μέρα έπεσε στο νερό και ο γιος των θαλασσών την ερωτεύτηκε και την κράτησε κοντά του. “Θα’ σαι δική μου από σήμερα”, της είπε και γέμισε τα πνευμόνια της με νερό για να μην μπορεί να του φύγει. Κάποιος καπετάνιος, την είδε να επιπλέει στο νερό μια μέρα του Οκτώβρη που η θάλασσα ήταν άγρια και μιλούσε με τα τραγούδια της.
“Ήταν όμορφη”, είπε ο καπετάνιος και μάζεψε το άψυχο της σώμα, μα δαχτυλίδι της πέρασε στο χέρι ο γιος των θαλασσών… Και η ομορφιά της χάθηκε μαζί με τα στολίδια της. Μόνο κάθε που η θάλασσα φουρτουνιάζει, ακούγονται σαν μοιρολόγια οι ύμνοι που έπλεξε στην ομορφιά και στην αγάπη.
Ελένη Καρβουνάρη