Γιατί με άφηνες να ελπίζω για εμάς τους δυο
Ποτέ δε θα μάθεις πόσο πόνεσα για σένα. Πόσο άγγιξα την τρέλα. Έφτασα στο τέρμα με τη θλίψη να μου τρώει τα σωθικά. Εγώ φταίω που αφέθηκα στην πλάνη των ματιών σου και δε σκέφτηκα πως με τα λόγια δε μου υποσχέθηκες κάτι. Μόνη μου έφτιαξα ένα ροζ συννεφάκι για εμάς τους δυο. Στόλισα με αγάπη τις συναντήσεις μας. Μα τώρα που το σκέφτομαι, δε μου έταξες ποτέ τίποτα. Απλά ήσουν μαζί μου για να περνάμε καλά. Εγώ η ανόητη έπλαθα όνειρα με μεταξωτές κορδέλες. Ήμουν τόσο ερωτευμένη μαζί σου, που ούτε καν έβλεπα πως δεν ένιωθες το ίδιο.
Και όταν ήρθε το τέλος και σε κατηγόρησα πως με πρόδωσες, με κοίταξες στα μάτια με απορία και μου είπες, “σου είπα πως σ’ αγαπώ και το πήρα πίσω; Σου είπα πως θα ήμαστε για πάντα μαζί και δεν το τήρησα; Για ποιο πράμα, αλήθεια με κατηγορείς; “
Έμεινα να σε κοιτώ με σφραγισμένα χείλη. Όντως, δε μου είχες εκδηλώσει με λόγια τις προθέσεις σου. Ένιωθα πως είχες δίκιο. Από την άλλη σκεφτόμουν, αφού γνώριζες την αγάπη που σου είχα, γιατί με άφηνες να ελπίζω και δε μου ξεκαθάρισες από την αρχή το είδος της σχέσης που ήθελες με μένα; Γιατί δε με προσγείωσες όταν σου μιλούσα το πώς μας φανταζόμουν; Γιατί; Πες μου ένα λόγο;
Ποτέ δε θα μάθω, όσο και να το θέλω.
Εύη Π. Γουργιώτη