Ράβε ξήλωνε
Ι: Η Δρόσω δεν κληρονόμησε το ταλέντο της γιαγιάς στη ραπτική. Όχι. Της Δρόσως δεν έπιαναν τα χέρια της. Περνούσε ώρες ατελείωτες και μέρες ακόμη στο μαγαζάκι της γιαγιάς να την παρατηρεί να ράβει και να ξηλώνει, να μεταποιεί και να μπαλώνει, να δημιουργεί. Την θαύμαζε η Δρόσω τη γιαγιά για την υπομονή, την επιμονή και την αγάπη που έτρεφε για το επάγγελμά της.
Όσες φορές όμως και αν προσπάθησε να πιάσει βελόνι άλλες τόσες είχε απογοητευτεί. «Μη στεναχωριέσαι», της έλεγε η γιαγιά με ένα γλυκό συμπονετικό χαμόγελο. « Ίσως δεν είναι για σένα τα βελόνια και οι κλωστές». Με τον καιρό η Δρόσω άρχισε να εγκαταλείπει την ιδέα να γίνει μοδίστρα όπως η γιαγιά. Είχε καιρό μπροστά της, θα έβρισκε σίγουρα τον δρόμο της. Εξακολούθησε δε να παρατηρεί τον ζήλο με τον οποίο δούλευε η γιαγιά. Λάτρευε τη παλιά Singer μηχανή της, τα πατρόν και τα διάφορα υφάσματα. Τα χρώματα που με τόσο γούστο ταίριαζε η γιαγιά μεταξύ τους, τα πρωτοποριακά σχέδια που δεν δίσταζε να λανσάρει σε όλους όσους την εμπιστεύονταν.
Μπορεί η Δρόσω να μην ασχολήθηκε ποτέ με την κοπτική και τη ραπτική. Έμαθε όμως κάτι πολύ χρήσιμο και πολύτιμο. Έμαθε να ράβει και να ξηλώνει στη ζωή της ό,τι δεν της άρεσε μέχρι να πετύχει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Έμαθε να μπαλώνει ό,τι άξιζε μια δεύτερη ευκαιρία και να μεταποιεί ό,τι δεν την εξυπηρετούσε πια στην αρχική του μορφή. Με τα κουρέλια έφτιαχνε πράγματα που δεν χωράει ο νους, ενώ ό,τι δεν μπορούσε να της δώσει ή να προσφέρει στην ίδια ή τους γύρω της κάποια χαρά, η Δρόσω έμαθε να το πετάει στον κάδο απορριμμάτων χωρίς κανένα απολύτως αίσθημα ενοχής. Θες ήταν φιλίες ή σχέσεις που μούχλιασαν από τον χρόνο, θες ήταν στάσεις, πιστεύω και απόψεις που δεν την εξέφραζαν πια.
Λ: Μπορώ να την καταλάβω τη Δρόσω. Βιβλία να διαβάσω ένα σωρό, εργασίες να γράψω, υποδείγματα να λύσω, μόνο που είμαι ανίκανος με εργασίες σπιτιού. Λάμπα να μου πεις ν’ αλλάξω, θα σε κοιτάω περίεργα. Τα χέρια δεν πιάνουν. Ο πατέρας, ο πεθερός μου και ο αδελφός μου φτιάχνουν ό,τι χαλασμένο υπάρχει. Εγώ πάλι, σε κάθε ζημιά που γίνεται έχω τη λύση έτοιμη. «Φώναξε τον μάστορα».
Από την άλλη πλευρά, η μελέτη και η επίλυση οικονομικών και μαθηματικών προβλημάτων και υποδειγμάτων μοιάζει με τα μαστορέματα. Βλέπεις το πρόβλημα. Ψάχνεις τη λύση η οποία προέρχεται από την πηγή και τη φύση του προβλήματος, τις συνδέσεις μεταξύ των παραγόντων και δοκιμάζεις την επίλυση, χρησιμοποιώντας διάφορες μεθόδους. Λύθηκε; Κρατάς τη μέθοδο για παρόμοιας φύσης προβλήματα. Δεν λύθηκε; Κοιτάς κάθε στάδιο της επίλυσης, να βρεις το λάθος στον συλλογισμό ή στις πράξεις.
Κανένα πρόβλημα ή λύση δεν είναι ουρανοκατέβατα. Υπάρχει μια λογική αλληλουχία αίτιου-αποτελέσματος, η οποία μένει να εντοπιστεί, ν’ αναλυθεί και να δώσει τη λύση. Συμβαίνει με τα μαστορέματα και με τις επιστήμες. Τι θέλω να πω με αυτό το παράδειγμα; Ακόμα και αν δεν έχουμε τα ίδια ταλέντα και τις ικανότητες με τους δικούς μας, δεν πειράζει. Αρκεί να κρατήσουμε το σκεπτικό και τις αρχές τους στους νέους τομείς που ασχολούμαστε ή αν δεν μας ταιριάζουν, να ανακαλύψουμε νέους δρόμους.
Εν κατακλείδι, η πορεία μας στη ζωή δεν είναι ξεκομμένη από το παρελθόν των δικών μας. Το πώς θα το διαχειριστούμε, αν θα το κρατήσουμε ή θα το απορρίψουμε είναι δικό μας ζήτημα. Το ίδιο ισχύει και με το δικό μας παρελθόν. Ένα από τα χαρακτηριστικά του ανθρώπου είναι να εξελίσσει και να αναθεωρεί. Κάνει την πορεία του στη ζωή πιο ενδιαφέρουσα. Συνεπώς, το υφαντό της ζωής μας παίρνει το σχήμα και το χρώμα που του δίνουν οι πράξεις, τα λόγια και οι σκέψεις μας.
Εφημερίδα Αλήθεια, 15.09.20 – Ιωάννα Πιτσιλλή, Λουκάς Αναγνωστόπουλος