Ένα ραντεβού
Οι ατέλειωτες ώρες δουλειάς είχαν επιφέρει θετικά αποτελέσματα στη ζωή της Έλλης, το σημαντικότερο εκ των οποίων ήταν η επίτευξη οικονομικής άνεσης. Στον αντίποδα υπήρχαν πολλά αρνητικά και ένα από αυτά ήταν η παντελής έλλειψη ελεύθερου χρόνου, φυσικά και με ανάλογες συνέπειες. Αυτός ήταν και ένας από τους λόγους που απέφευγε να σκέφτεται τη ζωή της γιατί ένιωθε ότι δεν είχε ζήσει τίποτα περισσότερο από μια «ημέρα δουλειάς ». Τώρα ήθελε να τα αλλάξει όλα. Ήθελε να πάρει πίσω τις χαμένες στιγμές. Ήθελε να ξαναερωτευτεί, να ταξιδέψει και να κυρίως να ζήσει. Είχε λοιπόν ανοιχτά τα μάτια και τα αυτιά για νέες πληροφορίες που θα τις ήταν χρήσιμες. Αυτό που άκουγε πολύ συχνά ήταν για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που σου δίνουν πρόσβαση σε όλα και μπορείς να κάνεις και νέες γνωριμίες από εκεί. Γνωστές της κυρίες ισχυρίζονταν ότι αυτός είναι ο σύγχρονος τρόπος για να αποκτήσεις ένα νέο κύκλο ανθρώπων και ενδιαφερόντων.
Η Έλλη λοιπόν πείστηκε ότι εάν έκανε το προφίλ της θα έβρισκε ενδιαφέροντα και ανθρώπους και ίσως και κάποιον πιθανό σύντροφο. Με λίγη βοήθεια κατάφερε και έφτιαξε το προφίλ της, λίγες φωτογραφίες που την κολάκευαν και κάποια στοιχεία για το επάγγελμα και τα χόμπι της. Το προφίλ είχε γρήγορη ανταπόκριση και τα αιτήματα φιλίας έρχονταν απανωτά. Η ίδια αν και μπορούσε να κάνει αιτήματα δεν έπαιρνε τέτοια πρωτοβουλία αν και οι γνωστές την διαβεβαίωναν ότι επιβαλλόταν να είναι πιο τολμηρή. Η Έλλη όμως ήταν ρομαντική και ευαίσθητη και με σκέψεις που έμοιαζαν ξεπερασμένες. Είχε περάσει κιόλας ένα εξάμηνο και είχε περίπου πεντακόσιους φίλους, εκ των οποίων οι διακόσιοι ήταν άντρες.
Η Έλλη παρατηρούσε τις προσωπικότητες των ανθρώπων μέσα από τις αναρτήσεις τους και δεν έβρισκε κανέναν που θα ταίριαζε με αυτήν. Ολοένα τις έστελναν μηνύματα άνθρωποι που δεν είχαν τίποτα κοινό μαζί της. Διαπίστωνε ότι όλοι χρησιμοποιούσαν την λέξη φίλος αλλά μόνο φίλοι δεν ήσαν αφού δεν είχαν καμία ουσιαστική επικοινωνία μεταξύ τους. Τα αιτήματα φιλίας αυξάνονταν και οι απορίες της Έλλης επίσης. Οι κυρίες που ήταν εξοικειωμένες με το διαδίκτυο της έλεγαν να δίνει ευκαιρίες, να είναι λίγο open. Τελικά με βαριά καρδιά και επειδή ο καιρός περνούσε, είπε να βγει με έναν κύριο που τις έστελνε και ξαναστέλνε μηνύματα. Αν και από τις αναρτήσεις του δεν έβλεπε να έχουν τίποτα κοινό παρόλα αυτά αποφάσισε να βγει ένα ραντεβού.
Με την σκέψη του επικείμενου ραντεβού είχε κατέβει στα μαγαζιά και είχε αγοράσει καινούργια πράγματα. Είχε πάρει ρούχα και ένα υπέροχο ζευγάρι παπούτσια. Η συνάντηση ήταν σίγουρα η αφορμή αλλά η αιτία ήταν η ανανέωση του εαυτού της. Έτσι προχώρησε και κανόνισε και την ώρα και το σημείο που εξυπηρετούσε και τους δυο. Αφιέρωσε λίγο χρόνο και προσοχή και τα κατάφερε ήταν έτοιμη και ιδιαιτέρα λαμπερή. Κατέβηκε από το σπίτι πήρε ένα ταξί και αφού ενημέρωσε τον οδηγό, άρχισε να σκέπτεται ότι ίσως και να μην ήταν και τόσο καλή ιδέα η συνάντηση με έναν άγνωστο. Παρότι το ραντεβού ήταν σε κεντρικό καφέ της πόλης. Σε λίγο το ταξί έφτασε και εκείνη που είχε αρχίσει να το μετανιώνει ήθελε να φύγει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα.
Ο κύριος που είχαν δώσει το ραντεβού ήταν εκεί την πλησίασε και της πρότεινε να κάτσουν. Η Έλλη έκατσε αλλά ένιωθε αμήχανα, μιλούσε λίγο και τυπικά. Επίσης άφηνε να μιλήσει αυτός και παρατηρούσε προσεκτικά τα όσα έλεγε και αυτά που έλεγε δεν της άρεσαν καθόλου. Ο άντρας αυτός ήταν παντρεμένος με μεγάλα παιδιά και δήλωνε πως δεν έχει καθόλου αναστολές. Θεωρούσε μάλιστα δεδομένο πως αφού η Έλλη είχε δεχτεί να βγει μαζί του πως δεν είχε ούτε εκείνη αναστολές. Ήταν επίσης σίγουρος ότι μετά από το ποτό θα συνέχιζαν σε κάποιο σπίτι ή και σε ξενοδοχείο χωρίς καμία ενοχή. Η Έλλη δεν εξήγησε ότι δεν είχε τέτοια πρόθεση, άφησε απλά ένα χαρτονόμισμα για το ποτό της και έφυγε. Η αρχική εντύπωση ότι δεν έχει τίποτα κοινό με αυτόν τον άντρα επιβεβαιωνόταν. Είχε θυμώσει λιγάκι με τον εαυτό της που δεν είχε εμπιστευτεί την διαίσθηση και την κρίση της. Χαιρόταν όμως γιατί ήταν στην πλεονεκτική θέση να απορρίπτει ότι δεν της ταίριαζε και αυτό συμπεριλαμβανόταν στα θετικά της ζωής της.
Παρασκευή Φωτοπούλου