Ιάσωνας – 2
Η επιστροφή στην πατρίδα ήταν σύντομη όπως όλες οι επιστροφές. Στο αεροδρόμιο μετά από συνεννόηση με τον Ιάσωνα περίμενε ο δικηγόρος για να πάρει την Abeni σε ένα μικρό διαμέρισμα στο κέντρο. Η νεαρή μιγάδα φαινόταν ενοχλημένη που έπρεπε να ακολουθήσει τον άγνωστο άντρα, αλλά το έκανε αδιαμαρτύρητα. Ο Ιάσωνας, λίγο πιο ήρεμος τώρα, κατευθύνθηκε προς τα γραφεία της εταιρείας του. Ήθελε να μείνει λίγο να σκεφτεί τον τρόπο και τα λόγια που θα έλεγε στην γυναίκα του. Όταν ήταν στο Ναϊρόμπι της είχε ζητήσει να υπογράψει τα χαρτιά της υιοθεσίας χωρίς να αναφερθεί σε λεπτομέρειες για την νεαρή μιγάδα. Η γυναίκα του είναι προφανές ότι πιστεύει πως υιοθέτησαν κάποιο βρέφος, ή έστω ένα νήπιο και τώρα αυτός πρέπει να βρει τρόπο να της εξηγήσει. Έχουν ήδη περάσει πέντε ώρες από τη στιγμή της άφιξης του στην Ελλάδα και κάθεται ακόμα στο γραφείο του ψάχνοντας να βρει το κουράγιο για το σπίτι του.
Έχει σκεφτεί και έχει ξανασκεφτεί και έχει πάρει την απόφαση ότι θα πάει και θα της μιλήσει και θα αναλάβει τις ευθύνες του. Η γυναίκα του είναι μια όμορφη κυρία, δυναμική με αρίστη οικονομική κατάσταση και γνώσεις. Ο Ιάσωνας δεν απέκτησε παιδιά μαζί της. Όταν έφτασε και της εξήγησε τι είχε συμβεί άρχισαν να περνούν πολλά διαφορετικά σενάρια από το μυαλό της. Παρ’ ότι ξαφνιάστηκε κατάφερε και διατήρησε την ψυχραιμία της και ζήτησε λίγο χρόνο για να μπορέσει να σκεφτεί διεξοδικά. Ήταν μεγάλο δέλεαρ γι’ αυτήν να υπάρχει ένα μωρό στη ζωή της, έστω και με αυτόν τον τρόπο. Σκεπτόταν ότι μπορεί να υποδυθεί ότι δεν ξέρει τίποτα και να ασχοληθεί με το μωρό αφού είναι παιδί του άντρα της.
Οι σκέψεις αντιπάλευαν και διατάρασσαν την ηρεμία της ψυχής της και έτσι δεν μπορούσε να πάρει μια απόφαση ελαφριά την καρδία. Εξαντλώντας τα αποθέματα της επιείκειας προς το σύζυγο και επίσης τη διορία που είχε ζητήσει, ξεκαθάρισε τι μπορεί να δεχτεί και τι όχι και τελικά κατέληξε στην απόφαση του χωρισμού. Απόψε κιόλας θα μαζέψει τα πράγματα της και θα φύγει. Είναι βέβαιη ότι γι’ αυτήν είναι η καλύτερη λύση. Έτσι αποχαιρετά ευγενικά και δίχως έχθρα τον εμβρόντητο Ιάσωνα και φεύγει.
Πόσο μεγάλα φαίνονται τα σπίτια όταν φεύγουν οι άνθρωποι, αναρωτιέται ο Ιάσωνας. Αυτήν την πιθανότητα να φύγει έτσι η γυναίκα του, την είχε αφήσει τελευταία και τώρα που συνέβη τον συντάραξε. Ίσως θα έπρεπε να αισθάνεται χαρούμενος με την αποχώρηση της αλλά αντίθετα αυτός ένιωθε τεράστια θλίψη. Ξαφνικά αισθανόταν έρημος και μπροστά σε μια κατάσταση πρωτόγνωρη που δεν έχει καμία εμπειρία για να διαχειριστεί. Αποφάσισε να κοιμηθεί μήπως πάψει να σκέπτεται και μήπως η επομένη ημέρα τον βοηθούσε να αποδεχτεί αυτές τις τεράστιες αλλαγές στη ζωή του. Ξύπνησε το πρωί με την ίδια κακή διάθεση και αποφάσισε να παραμείνει στο σπίτι για να ηρεμήσει. Το ίδιο πρόγραμμα το συνέχισε όλη την εβδομάδα και την Κυριακή αποφάσισε να τηλεφωνήσει στον φίλο του τον δικηγόρο. Ήθελε να μάθει τα νέα σχετικά με την εγκατάσταση της νεαρής στο διαμέρισμα. Ο δικηγόρος του απάντησε χαρούμενα ότι είχε εγκαταστήσει την κοπέλα και είχε αρχίσει και ένα φλερτ μεταξύ τους. Αυτή η τελευταία πρόταση είχε μετατραπεί σε ένα κοφτερό μαχαίρι που του μάτωσε την καρδιά.
Ο Ιάσωνας είχε σκεφτεί την πιθανότητα να συνάψει εκ νέου σχέση με την νεαρή μιγάδα αφού η γυναίκα του τον είχε εγκαταλείψει. Τώρα δεν μπορούσε καθόλου να αντικρύσει το τεράστιο κενό από την απουσία της γυναίκας του. Αναρωτιέται ποια κακιά μάγισσα τον καταράστηκε και βρέθηκε εντελώς μόνος.
Παρασκευή Φωτοπούλου