Αόρατες αλυσίδες
Διαφορετική οπτική γωνία σχηματίζεται μπροστά μου. Μια οδυνηρή σύγκρουση εσωτερική με την πραγματικότητα. Οι άνθρωποι έχουν την ανάγκη ν’ αγαπηθούν πραγματικά και την ίδια στιγμή απομακρύνονται από την αγάπη σαν άγρια λαβωμένα ζώα που φοβούνται.
Αρνούνται να αγκαλιάσουν και να αγκαλιαστούν. Αρνούνται να αγαπήσουν και να αγαπηθούν. Οι άνθρωποι που γνωρίζω αλυσοδέθηκαν με τη μοναξιά, την αγένεια.
Και ποτέ δεν μπορούσα να φανταστώ πόσο ανθεκτικές και δυνατές είναι τούτες οι αλυσίδες. Η αλυσίδα της συνήθειας που δημιουργεί χάος και απόσταση. Το πόσο δηλητηριάζονται από την απόσταση που δημιουργείται και δεν αντιλαμβάνονται ότι το μοναδικό αντίδοτο σε όλα αυτά είναι η συνάντηση με τους ανθρώπους που αγαπάμε.
Η απόσταση δεν είναι γι΄ όλους. Κι όμως προτιμούν και επιμένουν σε κάτι που δεν έχουν διάθεση να μεταβάλουν και το υποστηρίζουν, γιατί δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς.
Στην ουσία έχασαν το σεβασμό τους απέναντι στην ίδια τους την ύπαρξη.
Μαραζώνουν τα πρόσωπά τους, κλαίει η ψυχή τους, χάνουν την έννοια της στιγμής. Έχουν βλέμμα χαμένο και διακρίνεις μια αφηρημάδα.
Ξέχασαν να χαμογελούν.
Ξέχασαν να ελπίζουν, να ονειρεύονται και τους βγαίνει μια πρωτοφανής έπαρση που δικαιολογείται εν μέρει.
Τους σκλήρυνε η απομόνωση.
Και όσο και αν η μοναξιά ταπεινώνει, αυτοί ένιωσαν μοναδικοί στον κόσμο, ενώ στην ουσία δε θέλει άνθρωπος να τους πλησιάζει. Δε γνωρίζω τι πρωτογενές υλικό έχουν τούτοι οι άνθρωποι, αλλά όταν επίμονα τους παρατηρώ, κάποιες φορές παρασυρόμενη από τις ευαισθησίες μου, νιώθω να τους λυπάμαι.
Φοβούνται τις μπόρες της ζωής.
Βολεύονται από φόβο και από συνήθεια.
Τρομάζουν σε αντίξοες καταστάσεις.
Κυριεύονται και παρασύρονται εύκολα από τον εγωισμό που τους προσφέρει ο συνδυασμός μοναξιάς και έπαρσης.
Άνθρωποι συμβιβασμένοι με το «εγώ» τους, αλλά όχι με τον εαυτό τους.
Άνθρωποι που αγαπούν την ύλη, συμβιβάζονται με τα «λίγα» συναισθήματα, τα μέτρια, τα αδιάφορα, που αναλώνουν το χρόνο της ζωής τους για να παρατηρούν τις αόρατες συναισθηματικές αλυσίδες που τους έχουν εγκλωβίσει και δεν τολμούν να σπάσουν για να απελευθερωθούν.
Έμαθαν να ζουν με αυτές που τους δημιούργησαν ένα προστατευτικό κάλυμμα δυστυχίας.
Πόσο περίεργα πλάσματα είναι. Ποτέ τους δεν αναρωτήθηκαν τι ευκαιρίες μπορεί να τους προσέφερε η ζωή αν έβαζαν στην άκρη τους φόβους τους και κατάφερναν να σπάσουν τις αόρατες αλυσίδες τους.
Και αν η ζωή τους χρωστούσε ευτυχία και αγάπη ποτέ, δε θα καταφέρουν να το μάθουν γιατί επέλεξαν μια αόρατη φυλακή και έχασαν την αίσθηση τους χρόνου.
Αυτοανακηρύχθηκαν νικητές της ζωής, ενώ στην ουσία ήταν λιποτάκτες.
Μαρύσα Παππά