Γράμματα στη Θεά Αθηνά Χ
Δεν ξέρω τι μετάνιωνες…
Χαθήκαμε… το ξέρω, δε σ’ αρέσει. Ο κόσμος είναι τεράστιος και οι κανόνες ακόμα εκεί. Σ’ το έλεγα πάντα μα ακόμα φαντάζεσαι πως θα έρθω σαν ένας άλλος πρίγκηπας να σε αναζητήσω. Το ξεχνάς και αδιαφορείς για τη λογική που πολύ μ’ αρέσει να ακούω. Ίσως συχνά και υπακούω. Στην αγάπη δεν έχει κανόνες, ξέρω. Μα στα αισθήματα και τις πληγές έχει. Νομίζεις στο έργο μας θα παίξει χάπι έντινγκ και θα κάνω την εξαίρεση για σένα, μα δεν καταλαβαίνεις ότι γι’ αυτό ήμουν εγώ… γιατί δεν σκέφτομαι και λειτουργώ έτσι. Δε μ’ αρέσει.. δε γουστάρω, πώς το λένε;;
Γέμισα για τέταρτη φορά το ποτήρι μου με κρασί και έμεινα να κοιτάζω στο τίποτα, στο κενό. Ξέρω, άλλος θα σου κάνει παρέα. Ε, ας σου κάνει λοιπόν.. άσε με εδώ να διαβάζω τα βιβλία μου και να γράφω τα “ημερολόγιά” μου. Μόνο με έβρισκες, απογοητευμένο με άφηνες. Και που είσαι εδώ και έρχεσαι, μόνο με απογοητεύεις. Κάποτε ίσως λίγο με νευρίαζες… τώρα πάει κι αυτό. Μόνο απογοήτευση έχω να θυμάμαι, ότι ποτέ δεν ήμουν αρκετά καλός σ’ αυτό, σ’ εκείνο, στο άλλο. Ξέρω, ναι, γυροβολάνε στη σκέψη μου. Δυστυχώς είμαι μόνο άνθρωπος. Μόνο άνθρωπος.
-Πρέπει να φύγω, Δημήτρη, σ’ το είπα, με περιμένουν οι φίλες μου.
-Και τότε γιατί ήρθες; Αφού ξέρεις πως αυτά που έχουμε να πούμε είναι πολλά, γιατί έρχεσαι άμα δεν έχεις χρόνο;
Δεν ξέρω γιατί ερχόσουν, νιώθω πως κάθε φορά κάτι μετάνιωνες… ότι ερχόσουν, ότι ερχόσουν και μου μιλούσες με ύφος μήπως και με αλλάξεις; Γιατί πάντα ήθελες να τα παρατήσω όλα και να έρθω να σε αρπάξω. Πάντως δεν ξέρω τι μετάνιωνες.. μα σίγουρα το μετάνιωνες, αλλιώς δε θα ερχόσουν, δε θα μου έγραφες. Το βλεπα κάθε φορά στο βλέμμα σου. Γέμισα ξανά το ποτήρι με κρασί και έμεινα να το κρατάω στον αέρα. Συλλογίζομαι πως ποτέ δε θα έπαιρνα πίσω το γεγονός πως δε σε άγγιξα, ούτε μια φορά. Όσο κι ερχόσουν, όσο κι αν με κοίταζες με εκείνο το δικό σου βλέμμα.. ποτέ μου δεν άπλωσα πάνω σου το χέρι μου. Δεν πείραξα ούτε ένα σου ρούχο, ούτε σε έγδυσα, ούτε σε άγγιξα. Γιατί απλά…
Δεν ήσουν δική μου…
Δημήτρης/Γιάννης Μποζαμπαλίδης