ΘΑ ΠΑΡΕΙ… ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ, ΚΑΠΟΙΑ ΣΤΙΓΜΗ ΘΑ ΠΑΡΕΙ!

“Θα πάρει… Δεν μπορεί, κάποια στιγμή θα πάρει!”
Η ίδια σκέψη κάθε μέρα. Η ίδια ψυχοφθόρα προσμονή. Το ίδιο βλέμμα, φορτωμένο κενό και αγωνία, κάθε φορά που κοίταζε το κινητό της.

Ήταν ένα βράδυ που μύριζε ακακία, ανάμεικτη με τελειωμό. Το βράδυ εκείνο που χωρίσανε.
Χωρίσανε, αλήθεια; Μα πώς έγινε αυτό; Ούτε που είπανε ένα αντίο, μήτε κι αλλάξανε λέξεις βαριές. Δε βουρκώσανε σε μια σφιχτή αγκαλιά, δε δώσανε καν τα χέρια σε έναν τυπικό αποχαιρετισμό.

Κι όμως χωρίσανε…
Κι ήταν ένα βράδυ που ‘χε τόσο γλυκό καιρό. Κι ένα φεγγάρι ολόγιομο είχε, σαν ώριμο φρούτο, έτοιμο να σωριαστεί κατάχαμα.
Όμως γι’ αυτήν, ο ουρανός εκείνη τη νύχτα έστεκε βαρύς πάνω από την πόλη. Σα να ήθελε να κατακρημνιστεί και να συντρίψει τον κόσμο.
Γιατί, πώς θα μπορούσε πια ο κόσμος της να στέκεται όρθιος, δίχως εκείνον;

“Να σε πάω μέχρι το αμάξι, που ‘ναι σκοτεινά;” την είχε ρωτήσει, από αμηχανία περισσότερο.
“Μην ανησυχείς, θα ‘μαι μια χαρά. Γειά…” του απάντησε όσο πιο ψύχραιμα και τυπικά μπορούσε. Γύρισε το κεφάλι της και κρατώντας το ψηλά άρχισε να απομακρύνεται.
Αυτές ήταν οι τελευταίες τους λέξεις. Σα να επρόκειτο να βρεθούν ξανά την άλλη μέρα. Σα να μην έγινε και να μην ειπώθηκε τίποτα ποτέ.

“Θα πάρει… Δεν μπορεί, κάποια στιγμή θα πάρει!” σκεφτόταν συνέχεια.
Κι έμεινε να περιμένει. Έμεινε με μια ματωμένη μα ζωντανή ελπίδα, ίδια με μαχαίρι κοφτερό, να πληγιάζει κάθε μέρα το είναι της, το χρόνο της, την ίδια της τη ζωή…

Μα όχι… Δεν τελειώνουν έτσι οι άνθρωποι, καλέ μου. Δεν τελειώνουν χωρίς δάκρυα ή έστω φωνές. Δεν τελειώνουν δίχως λόγια καθαρά και σταράτα, δίχως εξηγήσεις και αλήθειες που πονάνε. Δεν πέφτουν σε αντιφάσεις, μπερδεύοντας τον άλλον και τροφοδοτώντας τον με χάρτινες ελπίδες.
Στα μάτια τον κοιτάνε και του δίνουν ολάκερη και ατόφια την αλήθεια τους. Ψύχραιμα, αποφασιστικά και με σεβασμό.

Ναι, ίσως τον σκοτώνεις τον άλλον εκείνη τη στιγμή και τον κάνεις να νιώθει πως ο κόσμος του καταρρέει. Όμως, είναι ο μόνος δρόμος για να βρει πιο γρήγορα τη δύναμη να ξεκινήσει να χτίζει έναν καινούριο.

Έναν καινούριο κόσμο, χωρίς εκείνον. Και χωρίς τη μάταια ελπίδα πως ίσως μια μέρα γυρίσει ξανά…

Κατερίνα Καραμπάρη Πανταλέων

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *