Κάποτε και τώρα…
Θυμάμαι και γαληνεύω… και χαμογελά η καρδιά μου… και γεμίζω ευφορία, ελπίδα, όνειρα ατέρμονα… Με προθέσεις αγνές, σαν ο νους μου αλητεύει στα χρόνια εκείνα… της ανεμελιάς… της αθωότητας…! Αυτές οι θύμησες ξύπνησαν την αγνότητα των παιδικών χρόνων, ως αντιστάθμισμα της σκληρής πραγματικότητας που βιώνουμε! Η ίδια ανάγκη οδήγησε τα βήματά μου στην πλατεΐτσα της παλιάς μου γειτονιάς, που χρόνια είχα να την επισκεφτώ! Πόσο άλλαξαν όλα! Δε με ξάφνιασε του περιβάλλοντος η αλλαγή, αλλά ο αφανισμός του βόμβου των παιδικών ιαχών που θυμόμουν. Είχε σβήσει ο παλμός. Τόση ησυχία δε θυμάμαι ούτε στου κατηχητικού την ώρα, από το φόβο του παππά μη ζητήσει από τον Κύριο τιμωρική επίπληξη!
Άλλη εικόνα πρόβαλε μπροστά μου… Νέα ήθη… Παιδικά ενδιαφέροντα άγνωστα στη δική μας παιδικότητα! Δεν αντίκρισα παιδιά με κατακόκκινα μάγουλα και κάθιδρα απ’ του παιχνιδιού την έξαψη, δεν άκουσα παραγωγικές διαφωνίες για την εγκυρότητα του τέρματος, για παραβίαση κανόνων του παιχνιδιού. Μια έξαλη κραυγή νίκης ή θυμού από την απαγοήτευση της ήττας δε διέσχισε την πλατεία! Έμοιαζε να λείπει το σφρίγος, το νεύρο, η όρεξη για ζωή, η φαντασία της δημιουργίας, σαν να ήταν υπνοτισμένα σε νιρβάνα ευδαιμονίας τα παιδιά, λες κι είχε χαθεί ο προσανατολισμός τους, παρ’ όλο που όλοι ήταν φίλοι μεταξύ τους, αν και προσφωνούνταν με τον χαρακτηρισμό BRO.
Γεμάτα τα πεζούλια και τα παγκάκια της πλατεΐτσας από παιδιά και εφήβους, γεροδεμένα, υγιή κορμιά, αλλά δε διέκρινα ψυχή να πάλλεται μέσα τους. Όλοι ήταν σκυμμένοι στην οθόνη του κινητού τους, στο δικό του κόσμο ο καθένας, δεμένοι όλοι στο άρμα των διαδικτυακών ψευδαισθήσεων, και μόλις έσκαγε κάποιο μειδίαμα ή ένα θριαμβευτικό “yes” στην κορύφωση της δράσης! Λίγο πιο κει και κάποιοι ενήλικες, προφανώς ανήσυχοι γονείς που επιστατούσαν την ασφάλεια των παιδιών τους. Σκυμμένοι κι αυτοί στην οθόνη του κινητού τους απολάμβαναν το δικό τους θέαμα ή την ειδησεογραφία των ενδιαφερόντων τους, χωρίς να ανταλλάξουν λέξη μεταξύ τους! Βουβή η πλατεία απ’ της ζωής το κάλεσμα, απ’ το πανηγύρι της χαράς, απ’ την ευκαιρία σύσφιξης σχέσεων, απ’ το χάρισμα της ανθρώπινης επαφής! Χαμένος χρόνος η επίπλαστη αναψυχή, άδειες οι καρδιές των παιδιών επέστρεψαν στην εστία τους, κενά όνειρα το βράδυ την κάμαρη θα γεμίσουν, και μόνο μια έπαρση θα αιωρείται, πως ο καθένας είναι ανώτερος, καλύτερος από τον διπλανό του!
Δεν άντεξα, μάζεψα τις θύμησές μου, τις αγκάλιασα, φώτισα περισσότερο τις ξεθωριασμένες παιδικές μου εικόνες, διέσχισα απαρατήρητος την πλατεία με βήμα αργό και δεν άργησαν οι προβληματισμοί να με ζώνουν με ταχείς ρυθμούς… Ίσως σε κάποια ετεροχρονισμένη φάση της ζωής τους ανακαλύψουν τι έχασαν… ίσως προσπαθήσουν να το αναπληρώσουν… (ανησυχώ για την περίοδο που θα ξυπνήσει και για τον τρόπο που θα διοχετευτεί η δράση της ζωής που βρισκόταν σε αναστολή), ίσως μόνο επιρίψουν παθητικά ευθύνες… ίσως… ίσως… ίσως…να μην φταίνε αυτοί ούτε τώρα, ούτε μετά, σίγουρα φταίμε όλοι… μα έφτασε η στιγμή της ατομικής ευθύνης, του προβληματισμού της οικογένειας, της εκπαιδευτικής κοινότητας, της κοινωνίας μας, της πολιτείας… αν δεν είναι ήδη αργά. Πόσο λυπάμαι… ανησυχώ… προβληματίζομαι και το “γιατί” δε λέει να ξεκολλήσει από το μυαλό μου… Πώς έγινε έτσι η ζωή μας; Γιατί το επιτρέψαμε…
Βαγγέλης Γιάννος