Είμαι εδώ για να μη φοβάσαι
Είναι λίγοι οι σωστοί.
Οι ντόμπροι, με τα σταράτα λόγια και τις ξεκάθαρες πράξεις.
Οι λευκοί στην ψυχή, με το καθάριο βλέμμα και την όμορφη πάστα τους.
Ακριβείς και μεστοί ενάντια στην υπερχείλιση του κόσμου.
Λιγομίλητοι και μετρημένοι μέσα στην ευγλωττία των ματιών τους.
Διακριτικοί και αθόρυβοι κόντρα στη φωνασκία των πολλών.
Που ανήκουν σε μια παλαιά κοπή που μοιάζει να εξαφανίζεται.
Αντέχει η ρίζα τους και ξαναβλασταίνει, καταβάλλοντας σθεναρή αντίσταση μπρος στην ισοπέδωση σταθερών αξιών.
Που λένε:
” Είμαι εδώ και ήρθα για να μείνω.
Είμαι εδώ για σένα και δε σ’ αφήνω ”
Και περιμένουν, χωρίς ανταλλάγματα για τον αλόγιστο χρόνο αναμονής τους κόντρα στο βασανιστικό καιρό της εκκρεμούς σου παρουσίας.
Και παραμένουν, χωρίς να ρουφάνε άπληστα το δικό σου οξυγόνο αλλά να επιθυμούν το άρωμα της αύρας σου.
Και επιμένουν, χωρίς να σε δένουν με αλυσίδες σε χέρια και μυαλό, μα να σε χαϊδεύουν με φτερά ελευθερίας.
Και αναμένουν, χωρίς να απαιτούν ή να επαιτούν απολυτότητα μέσα από την ισχυρότητα του φύλου τους.
Είναι λίγοι οι καθαροί.
Εκείνοι που δεν κουβαλούν επάνω τους κανένα λεκέ τόσο ανεξίτηλο για να τους καταστήσει αιμοβόρους.
Δεν έχουν ιδρώτα στα δόντια από τις σάρκες που δάγκωσαν πάνω στη λύσσα τους, δε φέρουν δάκρυα στις παλάμες από τις ψυχές που έπνιξαν μέσα στη θόλωσή τους, δεν κρύβουν αίμα στα νύχια από τις καρδιές που έγδαραν από τη μανία τους.
Δεν είπαν με ηχηρή φωνή μέσα σε εκκωφαντική δόνηση φασαρίας, χτυπώντας τη γροθιά στο στέρνο, σηκώνοντας ψηλά το πηγούνι τους:
” Μη φοβάσαι, εγώ είμαι εδώ.”
Αλλά ψέλλισαν με άηχο λυγμό μέσα σε υπόκωφη αίσθηση σιωπής, κρατώντας σφιχτά το χέρι σου,
κοιτώντας σταθερά τα μάτια σου:
” Είμαι εδώ για να μη φοβάσαι.”
Ζωή Παπατζίκου