Άπελπις
Ντύνω τη γύμνια μου με ρούχα γεναμένα από σκέψεις δικές σου…
Είναι σκισμένες, πολυκαιρισμένες όμως επιμένω να τις φοράω. Με διαπερνάει το κρύο τον χειμώνα, κολλάνε επάνω μου σαν δεύτερο δέρμα στον καύσωνα του καλοκαιριού, φεύγουν σαν τούφες οι κλωστές τους στο φθινόπωρο, ξεθωριάζουν τα ζωηρά τους χρώματα την άνοιξη κι εγώ να πορεύομαι ακόμη ντυμένος μ’ εσένα.
Ανάμεσα στις εποχές μετέωρα να κινούμαι, με θύμησες και στιγμές, με γέλια και αγκαλιές αλλοτινές, όλα ακινητοποιημένα και παρασυρόμενα από την αμείλικτη δύναμη του χρόνου, που διαμελίζει χαρές, μετράει σιωπές, λυγίζει δυνατές αντιστάσεις, σκεπάζει θερμές αναμονές, διαλύει ισχυρά συναισθήματα που προσπάθησαν ν’ αντέξουν την αφόρητη πίεση ενός αδυσώπητου καιρού.
Περιφέρω εαυτόν ρακένδυτα ενδεδυμένο και μυαλό γεμάτο μ’ εσένα. Σε νιώθω να χαμογελάς και γελάω, σ’ αισθάνομαι να με χαϊδεύεις και κάνω πως σε σφίγγω, σε αφουγκράζομαι ν΄ανασαίνεις και αναστενάζω, σ’ ακούω να μου ψιθυρίζεις κι εγώ φωνάζω.
Άραγε έτσι είναι να ζεις μέσα στη τρέλα;
Ζωή Παπατζίκου