Φτου και ξελευτερία

Πάλι τα φυλάω.

Πάλι με το χέρι στο μέτωπο, ακουμπάω στον τοίχο και κοιτάζοντας κάτω μετράω…

Πέντε δέκα δεκαπέντε είκοσι- είκοσι πέντε τριάντα- τριάντα πέντε ……… εκατό!

Φτου και βγαίνω….!

Και κοιτάζω τον άδειο δρόμο.

Μα που κρυφτήκανε όλοι; Δε χρειάζεται και πολύ να ψάξω, θα τους βρω, οι κρυψώνες συνηθισμένες και προβλέψιμες.

Να η φυλακή της ανασφάλειας και του συμβιβασμού. Κι από πίσω εσύ. Φτου ένας δειλός! Φτου ένας φοβητσιάρης! Αιχμάλωτος των φόβων, με όνειρα να πιάνουν ταβάνι στο αιώνιο κελί με το μικρό παραθυράκι. Προαυλισμός με πρόγραμμα, συναναστροφές αναγκαστικές με τους ομοπτέρυγους, φαγητό με τη σέσουλα, πολλά τα χρόνια στα δεσμά και ιδρυματοποιήθηκες, τη λευτεριά φοβάσαι, το θάρρος σου λείπει.

Και πιο δίπλα το θέατρο της Δευτέρας. Παίζει θέαμα βαριετέ, πολλά τα νούμερα και οι παραστάσεις, πολλοί και οι κομπάρσοι. Κι ανάμεσά τους κι εσύ. Φτου μια μαριονέτα της ευτυχίας! Θαρρείς πώς κάνεις γκραντ σουξέ μόνο και μόνο επειδή σε παραπέταξε στο καμαρίνι η βεντέτα. Σκίζεσαι να την υπηρετείς, γλείφεις μπας και σου μεγαλώσει το ρολάκι. Στο τέλος της παράστασης θα εισπράξει όλο το χειροκρότημα κι εσύ θα ψάχνεις χώρο σε άλλη μαρκίζα, μια και σε αυτήν δεν ήσουν ούτε στα ψιλά γράμματα.

Για πάμε παρακάτω. Ουπς! Τρύπα, να προσέξω μην πέσω. Μπα για βούρκος μοιάζει, σα να θέλει να με ρουφήξει. Μα τι είναι εκεί κάτω; Φτου ένας τοξικός! Κρύφτηκες εκεί μέσα προσπαθώντας να παρασύρεις στη μαυρίλα σου όποιον περνάει από τη ζωή σου. Μείνε εκεί με τα τοξικά απόβλητα, το φως της ημέρας δεν είναι για σένα. Δηλητηρίασες ότι πιο ευλογημένο και λαμπερό σου έφερε ο Θεός, αγάπησες τη μιζέρια και την εσωστρέφεια και θέλησες για αγάπη να την πουλήσεις. Δεν πιάστηκες από το χέρι που σου απλώθηκε να βγεις από το λαγούμι, να το τραβήξεις κάτω γούσταρες ή ακόμη και να το κόψεις. Κοντά τα χέρια σου, δεν περνάει άλλο το φαρμάκι σου, κάναμε εμβόλιο και θεραπεία.

Να και το salon de beaute. Φτου ένας νάρκισσος! Στον καθρέφτη σου κοιτιέσαι κι από μόνος σου αγαπιέσαι. Τόσο που δε σου περισσεύει αγάπη για κανέναν άλλον. Ή έτσι τουλάχιστον νομίζεις. Γιατί η αγάπη δε στερεύει. Κι όταν τελικά βρίσκεις και κάποιον άλλον ν’ αγαπάς, κι όταν το συνειδητοποιείς τρομάζεις. Δεν το αντέχεις που κάποιος άλλος ασκεί τόση επιρροή σε σένα, που σε ορίζει, που σε ελέγχει, σε κατευθύνει. Και γι’ αυτό το καταστρέφεις, το διαλύεις. Υποτιμάς την αγάπη σου, την υποβαθμίζεις, την ξεφτιλίζεις, την πληγώνεις, τη σκοτώνεις και μετά τρελαμένος από την αυτοχειρία σου της δίνεις το φιλί της ζωής και την ανασταίνεις. Πιο διπολικός πεθαίνεις!

Και μετά από μία καλή περιποίηση, δώσε ένα τέλος να αρμόζει κάνε μια έξοδο μεγάλη. Να το και το live stage. Φτου ένας Σωκράτης Μάλαμας, που άλλα θέλεις, άλλα κάνεις κι άλλα εννοείς. Πόσα θες να μας τρελάνεις κι άλλο; Μπορείς. Εμφανίζεσαι, εξαφανίζεσαι, θες, δε θες, γίνεσαι Τούρκος, κάνεις τον Κινέζο. Με τον κηδεμόνα σου και το Σεπτέμβριο θα μας τα πεις καλύτερα.

Κάπου εδώ νομίζω πως οι καλές κρυψώνες εξαντλήθηκαν.

Υπάρχει κανένας άλλος πουθενά;

Κοιτάζω γύρω γύρω, τεντώνω τ’ αυτιά μήπως ακούσω τον ήχο του, το βρυχηθμό του.

Και τελικά μ’ αιφνιδιάζει.

Έρχεται από εκεί που δεν το περιμένω και φωνάζει «φτου ξελευτερία για όλους».

Έρχεται να μ’ ελευθερώσει από τα φαντάσματα των στοιχειωμένων κρησφύγετων.

Μ’ ένα «φτου» να εξαφανιστούν, να μη με βασανίζουν άλλο.

«Πού ήσουν εσύ κρυμμένος;» τον ρωτάω, «γιατί δε σε βρήκα;»

«Πουθενά» μου απαντάει, «δεν κρύβομαι, να εδώ δίπλα είμαι πάντα, στην άπλα της κανονικότητας, στο καθαρό λιμάνι της τιμιότητας, της πίστης, της γενναιότητας και της αγάπης.

Φτου και ξελευτερία λοιπόν…. Κι εγώ εκεί μένω!

Ανθή Γεώργα

About Ανθή Γεώργα

Γεννήθηκα στην Αθηνα, παιδί της γενιάς του 80, όταν μεσουρανούσαν η ντίσκο, το μαλλί αφανα και τα κόκκινα αυτοκίνητα. Σ αυτή τη γιγαντουπολη μένω και το απολαμβάνω, έχοντας πάνω μου ασβηστα τα σημάδια απο τις επιρροές της επαρχίας. Δύο γονείς, δύο ιδιαίτερες πατρίδες, ατελείωτα καλοκαίρια, έχω ζήσει το ένα τρίτο της ζωής εκεί. Εργάζομαι ως δικηγόρος, διαβάζω νόμους, τους ερμηνεύω, τους χειρίζομαι, τους χρησιμοποιώ σαν εργαλείο της δουλειάς. Όπως και το λόγο άλλωστε.. Σκέφτομαι με λέξεις, εκφράζομαι με αυτές και όταν δε γράφω δικόγραφα, τις κάνω προτάσεις μήπως και μπορέσω να ερμηνεύσω τους ευμεταβλητους νόμους της ζωής.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει