8 Μαρτίου 2018
Share

Οπωσδήποτε παράθυρο

Post Views: 4

Νόμιζα πως δε μου άρεσαν τα ταξίδια με αεροπλάνο.

Τα θεωρούσα απλώς βολικά, γρήγορα, πρακτικά.

Ο ήχος τους δεν έχει τίποτα από τον παφλασμό των κυμάτων στα πλαϊνά του καραβιού, δε θυμίζουν τίποτα από την ανεμελιά του πλοίου της αγάπης, την περιπέτεια ή την απόγνωση του Τιτανικού.

Οι αποχαιρετισμοί εδώ δεν έχουν τη νοσταλγία και την κινηματογραφική γραφικότητα που συναντά κανείς στις αποβάθρες των τρένων, σκηνές σπαραξικάρδιες από ταινίες εποχής, τότε που ένα Όριαν Εξπρές διέσχιζε τη Γηραιά ‘Ηπειρο, κουβαλώντας σε κάθε βαγόνι ιστορίες, μυστικά, πολιτισμούς.

Τα αεροπορικά ταξίδια ξεκινούν και τελειώνουν στο ίδιο σημείο, σε αχανή αεροδρόμια, με δαιδαλώδεις διαδρόμους, φανταχτερά καταστήματα, ψηφιακούς πίνακες ανακοινώσεων, και πολύβουες αίθουσες αναμονής.

Σε υποδέχονται τυπικά αστραφτερά χαμόγελα που ανήκουν σε καλοστημένα μακιγιαρισμένα πρόσωπα.

Κοπέλες με τα μαλλιά δεμένα σε σφιχτούς κότσους , με παροιμιώδη ευγένεια είναι πάντα εκεί.

“Βρήκατε τη θέση σας;”

Οπωσδήποτε παράθυρο!

Κολλάω το βλέμμα στο παράθυρο, νιώθω κι ακούω τη μηχανή να δίνει κίνηση. Να δίνει ώθηση

Διακόσια μπλε φωτάκια κι ένα πορτοκαλί.

Κι έτσι όπως αφήνουμε το έδαφος όλα μοιάζουν ξαφνικά μικρότερα , “όταν κοιτάς από ψηλά, μοιάζει η γη με ζωγραφιά” λέει το τραγούδι.

Κι όντως η πόλη μοιάζει με μονόπολη, οι δαντελωτές ακτές παίρνουν σιγά σιγά το σχήμα που βλέπουμε στους γεωφυσικούς χάρτες.

Τα αυτοκίνητα μοιάζουν κινούμενες κουκίδες, οι δρόμοι φαντάζουν να μην έχουν συμφόρηση.

‘Οσο ανεβαίνεις ψηλά, τόσο νιώθεις να απομακρύνεσαι από τα γήινα.

Σα να ναι αυτές οι λίγες ώρες που “πετάς” το πλησίασμά σου στο Θεό, στο υπερκόσμιο.

Ίσως φταίει που πάντα προσαατολίζαμε γεωγραφικά το Θεό προς τον ουρανό.

‘Οταν ήμαστε μικρά και κάποιος πέθαινε, οι μεγάλοι μας έλεγαν ότι πήγε στον ουρανό.

Έτσι κι εγώ με το μυαλό μου θεώρησα πως εκεί πάνω υπάρχει ένας άλλος κόσμος με συνοριακή γραμμή τα σύννεφα, πάνω από τα οποία κατοικούν ο Θεός κι όλοι οι αγαπημένοι μας που μας άφησαν νωρίς και μας βλέπουν.

“Θα πάρετε κάτι;” Το μενού συνηθισμένο, καφές, πορτοκαλάδα, κοκακόλα.

Παίρνω στα χέρια μου το πλαστικό ποτήρι με το ζεστό καφέ, μαζί με τη χαρτοπετσέτα και το υγρό μαντιλάκι- πρέπει να πιστεύουν ότι έχουμε πάρτκισον ή να ξέρουν μετά βεβαιότητας ότι θα πέσουμε σε αλλεπάλληλα κενά για να δίνουν τόσες χαρτοπετσέτες.

Τις ευχαριστώ και τις παρατηρώ που συνεχίζουν με σταθερή ταχύτητα, σταθερό χαμόγελο, αυτοματοποιημένες κινήσεις.

Πάντα θαύμαζα τις αεροσυνοδούς, όλες όμορφες και περιποιημένες, με κομψές στολές, τις φαντάζομαι να καταλύουν σε πολυτελή ξενοδοχεία της Ευρώπης, όταν έχουν διανυκτέρευση, να αφήνουν ελεύθερα τα μαλλιά τους το βράδυ όταν ετοιμάζονται για το δείπνο σε ακριβά εστιατόρια, συνοδευόμενες από τους γοητευτικούς πιλότους.

“Ευχαριστούμε που επιλέξατε την εταιρία μας για το ταξίδι σας και σας ευχόμαστε καλή διαμονή”.

Κι εκεί βλέπεις τη μαγεία του αεροπλάνου. Σε μεταφέρει σε λίγη ώρα από τη τσιμεντένια πρωτεύουσα στην ακριτική Ελλάδα, εκεί που ο αέρας μυρίζει ρετρό επαρχία και η ζωή κυλά στο ρελαντί.

Σε μεταφέρει σε λίγες ώρες από την καταθλιπτική και μνημονιακή σου καθημερινότητα σε πρωτεύουσες σύμβολα λάμψης, αίγλης, πλούτου, επιτυχίας.

Σε ταξιδεύει σε μία μέρα στην άκρη της γης, εκεί που ο χειμώνας γίνεται καλοκαίρι κι ο Άγιος Βασίλης κάνει παρέα με καλλίπηγες δεσποινίδες με αδαμιαία περιβολή.

Κι όλα αυτά, με ενδιάμεση στάση στο Θεό.

Με το αεροπλάνο μπορείς να πας εκεί που δε θα πας ποτέ με τα πόδια σου, μπορείς να πετάξεις.

Πολλοί το φοβούνται, θέλουν να πατάνε σταθερά στη γη, τρέμουν το μετέωρο.

Άλλοι το υπομένουν αναγκαστικά.

Κι άλλοι το αγαπάμε, δε φοβόμαστε το ύψος και στον αέρα νιώθουμε ελευθερία κι όχι φόβο.

Είναι νύχτα, τώρα δε φαίνονται ούτε οι δρόμοι, ούτε η θάλασσα, ούτε τα σπίτια.

Όλα είναι μικρά φωτάκια, τώρα που δεν ξεχωρίζεις τίποτα και είναι σκοτάδι μήπως φοβάσαι, τι διαλέγεις;

Οπωσδήποτε παράθυρο!

Ανθή Γεώργα

 
Post Views: 4

About Ανθή Γεώργα

Γεννήθηκα στην Αθηνα, παιδί της γενιάς του 80, όταν μεσουρανούσαν η ντίσκο, το μαλλί αφανα και τα κόκκινα αυτοκίνητα. Σ αυτή τη γιγαντουπολη μένω και το απολαμβάνω, έχοντας πάνω μου ασβηστα τα σημάδια απο τις επιρροές της επαρχίας. Δύο γονείς, δύο ιδιαίτερες πατρίδες, ατελείωτα καλοκαίρια, έχω ζήσει το ένα τρίτο της ζωής εκεί. Εργάζομαι ως δικηγόρος, διαβάζω νόμους, τους ερμηνεύω, τους χειρίζομαι, τους χρησιμοποιώ σαν εργαλείο της δουλειάς. Όπως και το λόγο άλλωστε.. Σκέφτομαι με λέξεις, εκφράζομαι με αυτές και όταν δε γράφω δικόγραφα, τις κάνω προτάσεις μήπως και μπορέσω να ερμηνεύσω τους ευμεταβλητους νόμους της ζωής.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει