Όταν τα όνειρα πιάνουν μελίγκρα σπέρνεις καινούρια όνειρα!

Δεν υπάρχει αυτό που λέμε «ξεχνώ», υπάρχει μόνο το «συνηθίζω».

Φαντάσου, λέει, να υπήρχε μία μηχανή, αυτή η πολύ δημοφιλής η μηχανή του χρόνου!!!

Μόνο που να’ ταν αληθινή και αποτελεσματική…

Να πατούσαμε το κουμπί rewind και να γυρνούσαμε το χρόνο πίσω.

Και να ξαναφτιάχναμε τη ζωή από την αρχή.

Με τα ίδια υλικά, αλλά φιλτραρισμένα με τη σοφία που έχουμε κατακτήσει με τα χρόνια, με τη νηφαλιότητα που ακολουθεί την εν κρανίω τρικυμία, με την ταπεινοφροσύνη την απότοκο της καταστροφικής μας απληστίας.

Τότε δε θα παρεξηγούσες τις λέξεις μου, ούτε εγώ τα αστεία σου.

Δε θα ξεστομίζαμε τις κουβέντες που ανοίξαν τις πληγές που ακόμα αιμορραγούν.

Δε θα δηλητηριάζαμε τις στιγμές, που για να συνέλθουν και να επιβιώσουν,τις κάναμε μετά συντήρηση με ανάλατες και ανάλαδες αγκαλιές.

Φαντάσου, λέει, να μ’ αγαπούσες απ’ την αρχή…

Θα μ’ άφηνες και πάλι να σου μαραθώ, να σου ξεθυμάνω;

Μα δεν υπάρχει, αγάπη μου, καμία τέτοια μηχανή, και όσο και να το θέλουμε ο χρόνος δε γυρίζει πίσω, το παρελθόν δεν αλλάζει.

Είναι συγχωρεμένο ναι, αλλά όχι ξεχασμένο.

Γιατί δεν υπάρχει αυτό που λέμε «ξεχνώ».

Υπάρχει μόνο το «συνηθίζω».

Συνηθίζω να ζω χωρίς εσένα, αλλά δεν ξεχνώ γιατί.

Συνηθίζω τη ρουτίνα μου, συνηθίζω να λέω ότι είμαι καλά, συνηθίζω τις καινούριες μου παρέες, συνηθίζω κι εσένα σαν ένα φίλο, ή σαν ένα κομμάτι που πέρασε τάχα μου ανώδυνα από τη ζωή, αλλά δεν ξεχνώ.

Δεν ξεχνώ τις μέρες και τις νύχτες της αναγκαστικής μου μοναξιάς.

Δεν ξεχνώ τους ποταμούς δακρύων, τότε που η καρδιά μου κόντευε να σταματήσει, κάθε φορά που με μια σου λέξη τη γρονθοκοπούσες.

Δεν ξεχνώ τα ματαιωμένα μου όνειρα, τα ματωμένα μου όνειρα, φτιαγμένα από γυαλί πολύτιμο τα είχα .

Δεν ξεχνώ πώς έγινε η κάθε μία ρωγμή, μέχρι που τελικά έσπασαν και κατέρρευσαν.

Δεν ξεχνώ, αλλά και πια δεν πονώ.

Ο δρόμος της ευτυχίας περνάει οπωσδήποτε από το μονοπάτι της μοναξιάς. Και απ’ την πλατεία της ηρεμίας.

Σ’ αυτή την πλατεία κάθισα κι έκλαψα μέχρι τα δάκρυα μου να στερέψουν και να σηκώσω ξανά το κεφάλι.

Σ’ αυτή την πλατεία σε συγχώρεσα, σ’ αυτή συγχώρεσα και ξανααγάπησα και μένα.

Σ’ αυτή την πλατεία ξανάφτιαξα τον κήπο των ονείρων μου.

Όταν τα όνειρα πιάνουν μελίγκρα, τότε αλλάζεις τις ρίζες, τον καρπό, το χώμα και τα περιποιείσαι πιο τακτικά, αποφεύγοντας τα λάθη και τις αμέλειες.

Όταν τα όνειρα πιάνουν μελίγκρα, σπέρνεις καινούρια όνειρα.

Στον νέο κήπο των ονείρων , δε χρειάζονται χρώματα φανταχτερά και επιθετικά.

Χρειάζονται τόνοι ήρεμοι, ζεστοί, κλασικοί, με διάρκεια στο χρόνο.

Καλώς να μας έρθει το καλοκαίρι, με νέα όνειρα και νέα ξεκινήματα!!!

Ανθή Γεώργα

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *