Η θέα της Γκέμμα από τον Ταΰγετο. Ανάβαση σε σκέψεις του Λιαντίνη

 

Χαίρετε. Σήμερα η περιήγηση μας είναι ζόρικη. Δεν είναι η ανοιξιάτικη βόλτα στην ακροθαλασσιά των συνηθισμένων θεμάτων. Είναι η δύσκολη ανάβαση στα γκρεμνά της σκέψης του Λάκωνα φιλοσόφου και δασκάλου Λιαντίνη, όπως αυτή  εμφανίζεται στο βιβλίο του Γκέμμα. Το να προσπαθήσω σε ένα άρθρο να  αναφέρω το πλήθος των θεμάτων που θίγει ή τον τρόπο οικοδόμησης και διατύπωσης της σκέψης του είναι εξαρχής καταδικασμένη. Είναι σα να θέλω υπέρβαρος και αγύμναστος να ανέβω τον Όλυμπο και να στρογγυλοκαθίσω στο θρονί του Δία. Γιατί το κάνω ; Για να παρακινήσω πέντε , δέκα ανθρώπους να μπουν στη διαδικασία να το διαβάσουν και να στοχαστούν. Όχι απαραίτητα να συμφωνήσουν ή να το δεχτούν άκριτα. Μπορεί να διαφωνούν κάθετα μαζί του ή να το απορρίψουν. Αλλά διάολε να στοχαστούν.

                Είκοσι χρόνους πριν εκδόθηκε η Γκέμμα. Μαζί με τα Ελληνικά ήταν η παρακαταθήκη του για τους τωρινούς και τους απογόνους. Γκέμμα, το αστέρι που βρίσκεται στον αστερισμό του Βορείου Στεφάνου. «Βόρειος Στέφανος sive Corona borealis.. a constellationis vocatur Gemma» η εισαγωγή στο βιβλίο. Δεκαέξι κεφάλαια, φαινομενικά ανεξάρτητα μεταξύ τους αλλά δεμένα με το νήμα της ζήσης και του τέλους του ανθρώπου. Του ταξιδιού και του προορισμού του αρχετυπικού Οδυσσέα. Αχ, Ιθάκη δάκρυα πικρά έχουν χυθεί για σένα. Στο τέλος θα σε συναντήσει ο καθένας μόνος. Δεν χωρούν σύντροφοι και συνοδοιπόροι στο τέλος της διαδρομής. Αλλά και πάλι τι ταξίδι θα ήταν αυτό χωρίς τους θριάμβους και τις συμφορές, τις αδυναμίες, τα πάθη, τις μάχες και τον πόθο ; Τα γέλια και τα χωρίσματα από τους φίλους ;

Από την αρχή έρχεσαι αντιμέτωπος με το ερώτημα της Μαργαρίτας. Αυτή η αθώα παιδίσκη του Φάουστ με τις ανόσιες πράξεις σε κοιτά ίσα στα μάτια και στο κοπανάει. «Πιστεύεις στο Θεό;». Άιντε απάντα αβίαστα ναι. Άιντε απάντα αβίαστα όχι. «Όποιος πιστεύει αλλά και δεν πιστεύει στο Θεό, έχει μέσα του ζωντανό το νόμο της φύσης.» η απάντηση του Λιαντίνη. Στο  κατά Κίρκην είναι η τολμηρή ερμηνεία του ομηρικού μύθου. Η μαγεία της νόησης που είναι  εντέλει η ομορφιά.

Ξαπόσταμα στο βράχο και επανάληψη. Στο άρθρο γίνεται μια απειροελάχιστη παρουσίαση των σκέψεων του Λιαντίνη. Δεν είμαι οπαδός του ούτε με αυτό το άρθρο τον γνωρίσατε. Έναυσμα είναι για να κινήσετε για τη γνωριμιά. Συνεχίζουμε. Στον αρσενοκοίτη και μέσω της ιστορίας του Σωκράτη, της σχέσης του με τον Αλκιβιάδη, της δίκης του αλλά και της παρουσίασης του πλατωνικού διαλόγου του Φαίδρου  βρίσκεται η στάση του λάκωνα φιλοσόφου. «Να χαίρεσαι τη ζωή σου τη σύντομη και την ανεπίστροφη. Αλλά μέσα στο ρυθμό και την τάξη.  Φυσική και ελεύθερη.»

Ο Ελληνοέλληνας είναι το κεφάλαιο που παρουσιάζεται με τη γλαφυρή γλώσσα του Λιαντίνη η διαφορά της αρχαίας Ελλάδας με τη νέα. Δεν είναι ο συμβατικός αρχαιολάτρης. Δεν εξετάζει κολώνες ούτε μηρυκάζει τσιτάτα. Τον αρχαίο έλληνα τον βλέπει ως στάση ζωής. Εξετάζει τη ματιά του απέναντι στη ζωή, στο θάνατο και στον κόσμο και την αντιπαραβάλλει με τον σημερινό. Και θλίβεται. Και δικαίως θα προσέθετα εγώ.

                «Πάντα, όταν φεύγει η γυναίκα, θα φταίει ο άντρας. Να το γράψετε να μείνει στον αστικό κώδικα». Στα χρόνια του διαδικτύου η φράση αυτή από το κεφάλαιο Μικρός Κριτής έχει γίνει ευρέως γνωστή. Πόσοι όμως την κατανοούμε; Πόσοι κοιτάμε να μην γίνει πράξη ; Σε αυτό το κεφάλαιο δίνει τον ορισμό του έρωτα. «Έρωτας είναι η τέχνη του να φεύγεις έτσι, που η σφαγή που θα νιώθεις να είναι πολύ πιο σφαγερή από τη σφαγή που νιώθει ο σύντροφος που αφήνεις.» Άει μωρέ Λάκωνα και μας βάζεις δύσκολα. Γιατί ρε διάολε; Ούτε στον έρωτα δεν χαρίζεις το τελεολογικό σπέρμα της καταστροφής ; Πάμε παραπάνω.

                Καταλήγει το βιβλίο με τη φράση «Γιατί η διαφορά η τρομερή εστάθηκε ότι οι ποιητές, που μοιάζαν την αλήθεια, είπανε ψέματα. Εγώ όμως, που μοιάζει με τα ψέματα, έζησα την αλήθεια». Πέσιμο αυλαίας το 1998 σε μια σπηλιά στον Ταΰγετο. Εν τέλει τι είναι το βιβλίο αυτό; Είναι το εγχειρίδιο του Λιαντίνη πώς να θωρείς τη ζωή, τον θάνατο, τον άνθρωπο, τον έρωτα, τον κόσμο. Ήταν ο δικός του δρόμος από την πλατωνική του σπηλιά στο δικό του ελληνικό φως. Προσέξτε όμως. Ήταν ο δικός του δρόμος, όχι ο δικός μου, όχι ο δικός σας. Δεν χρειάζονται θαυμαστές. Χρειάζεται να στρέψεις το βλέμμα σου στις ερωτήσεις και στις απαντήσεις που θέτει και αν θες κράτα τες, αν θες πέτα τες. Χάραξε τη δικιά σου πορεία.  Βάλε στον δικό σου ουρανό σημάδι τη δικιά σου Γκέμμα και κίνα να ταξιδέψεις. Να ζήσεις. 

Τα σέβη μου.

Λουκάς Αναγνωστόπουλος

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *