Το μοναδικό πράγμα που χρειάζεται να αλλάξουμε μερικές φορές, είναι ο εαυτός μας

Κάποτε όλοι ήμασταν παιδιά. Παίζαμε αμέριμνοι στους δρόμους δίχως να μας ενδιαφέρει αν λερώσουμε τα φρεσκοπλυμένα ρούχα που μας φόρεσαν. Αν πληγώσουμε τα γόνατα μας από την μπάλα που παίζαμε σε πλακόστρωτα σοκάκια. Η μοναδική μας έγνοια ήταν μήπως μας μαλώσουν, καθώς νύχτωνε και δεν λέγαμε να επιστρέψουμε. Οι μοναδικές απειλές που δεχόμασταν, ήταν για να φάμε όλο το φαγητό μας ή για να καθίσουμε ήσυχοι σε κάποια πιθανή επίσκεψη που ήμασταν αναγκασμένοι να ακολουθήσουμε την μητέρα μας. Στην εφηβεία επαναστατήσαμε. Θεωρήσαμε οτι μία παραπάνω τρύπα στο αυτί θα μας έκανε περισσότερο αποδεκτούς. Το τσιγάρο θα μας άνοιγε διάπλατα την πόρτα για να ενταχθούμε στην παρέα των απελευθερωμένων και φυσικά οι διάφορες μαζώξεις στην νυχτερινή πλατεία, μας έκανε αρχηγούς στις όποιες επαναστατικές ιδέες θέλαμε να διοχετεύσουμε σε ολόκληρη την πόλη, μέσω χρωμάτων. Κατά κύριο λόγο, στις δημόσιες περιουσίες. Και μετά μπήκαμε στο πανεπιστήμιο ή στον χώρο εργασίας. Και τα πράγματα έπαψαν να είναι όσο ευνοϊκά και απλοϊκά ονειροπολούσαμε. Και κάπου εδώ φτάνει το πρώτο μας ραντεβού με την ζωή!

Τα πληγωμένα γόνατα που αιμορραγούσαν δίχως παύση και μας προκαλούσαν δάκρυα μετατοπίστηκαν σε αόρατο σημείο. Σε εκείνο ακριβώς που δεν γίνονται αντιληπτά με γυμνό μάτι. Οι τιμωρίες που μας έβαζαν ήταν αποτέλεσμα σκανδαλιών που κάναμε. Δεν τις εκπληρώναμε ποτέ ωστόσο ολόκληρες. Καταφέρναμε με ένα μοναδικό ταλέντο να ξεγλιστράμε, ξεδιπλώνοντας όλο το νάζι στους γονείς μας. Μεγαλώνοντας, μάθαμε να αποζημιώνουμε μέχρι και την τελευταία δεκάρα. Και ακόμα, ίσως μερικές φορές, να μην είναι αρκετό. Οι συγκεντρώσεις σε σπίτια φίλων για μουσική, για ταινία, για αέναες συζητήσεις ήταν η αγαπημένη μας στιγμή. Απλές, καθημερινές και αθώες στιγμές. Ίσως στην εφηβεία ωστόσο, να μην ήταν και τόσο αθώες. Αλλά ακόμη και τότε δικαιολογούμασταν με την κλασική ατάκα ‘μικρός είναι, θα μάθει’. Και τελικά. Δεν μάθαμε!

Ήμασταν θαρραλέοι. Έτσι είναι τα παιδιά. Αντιμιλούσαμε στην πρώτη φωνή που θα υψώνονταν προς το πρόσωπό μας. Αισθανόμασταν εύκολα αδικημένοι και επιδιώκαμε με κάθε τρόπο να μας ξεπληρώσουν για τα δάκρυα που μας προκάλεσαν. Είτε ήμασταν υπαίτιοι για αυτά, είτε όχι. Αψηφούσαμε προειδοποιήσεις, συμβουλές, οδηγίες. Φροντίζαμε να ψάχνουμε και να βρίσκουμε μόνοι μας τον ‘σωστό’ δρόμο. Αν και ο σωστός δρόμος είναι υποκειμενικός για τον καθένας μας. Πέφταμε και σηκωνόμασταν. Και αυτό ακριβώς μας έκανε ευτυχισμένους. Άλλη μία πληγή, άλλη μία εμπειρία. Στον κόσμο των μεγάλων όμως, οι φωνές αντικαταστάθηκαν από σιωπή, σκυθρωπιά και μελαγχολία. Μέχρι που έρχεται ο καιρός που ουρλιάζεις από μέσα σου ΦΤΑΝΕΙ! Αλλά τότε είναι αργά!

Βουλιάζουμε σε έναν λάκκο που εμείς επιλέξαμε να μπούμε. Ποδοπατήσαμε αρχές, αξίες, παραδόσεις και ότι άλλο αντικατόπτριζε την ανθρώπινη-ελληνική μας φύση. Επιθυμήσαμε την απελευθέρωση και την πρωτοπορία και αφού φλερτάραμε δίχως να σκεφτούμε τις επιπτώσεις, την ερωτευτήκαμε ολοσχερώς. Δυστυχώς όμως, σαν μικρά παιδιά, δεν βάλαμε μέτρο και έτσι οι συνέπειες μας χτύπησαν οργισμένες την πόρτα. Τι κι’αν την κλειδώσαμε, τι κι’αν βάλαμε μπροστά αντικείμενα για να νιώσουμε περισσότερη ασφάλεια; Εκείνες μπήκαν. Όποιον τρόπο και αν επανδρώσαμε πάνω στην ταραχή μας, εκείνες ήταν δεδομένο ότι θα εισβάλλουν. Και τότε… Χάος!

Έτσι ακριβώς συνέβη και με τα άτομα που εμείς οι ίδιοι επιλέξαμε να μας εκπροσωπήσουν. Και μην αρνηθεί κανείς τις συνέπειες. Θελήσαμε το διαφορετικό, το ‘πρωτοποριακό’ και το ‘ανοιχτόμυαλο’. Ζητήσαμε να απαλλαγούμε από λάθη του παρελθόντος και από τους κακούς διαχειριστές, ανυψώνοντας στην εξουσία τους κάκιστους. Μεταβιβάσαμε τις ευθύνες στο κράτος, στις κακές μεταρρυθμίσεις και στην εσφαλμένη διαχείριση των πολιτισμικών μας αγαθών. Απαιτήσαμε να μας προστατέψουν και να μας βγάλουν ανεπηρέαστους από μία κατάσταση που εμείς συμβάλαμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο να βυθιστούμε. Και μετά την πλήρη αδράνεια, ευαισθητοποιηθήκαμε και αναγνωρίσαμε άδοξα ότι ξεπουλιώμαστε. Και τότε επαναστατήσαμε νομίζοντας ότι θα σώσουμε τα ήδη χαμένα. Ονειροπόλοι!

Ενωθήκαμε για να κρατήσουμε κάτι που ξεπουλήθηκε αδικοχαμένα από χέρια ξένα. Χάσαμε μία μάχη και επιστρέφουμε απογοητευμένοι στους πάγκους, να θρηνήσουμε το χρυσό λάφυρο που χαρίσαμε. Ακριβώς αυτό είναι το σωστό ρήμα. ‘Χαρίσαμε’, και αν επαναπαυτούμε θα ‘χαρίσουμε’ πολλά ακόμη λάφυρα. Το γεγονός ότι χάθηκε μία μάχη δεν σημαίνει ότι χάσαμε τον πόλεμο. Ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, η σωστή στιγμή να δείξουμε την συλλογικότητα και την αγάπη μας για την πατρίδα, για την ανθρωπότητα και για το μέλλον μας. Ήρθε η στιγμή της αφύπνισης και την κατάρριψης κάθε ταμπέλας και ετικέτας. Να επικεντρωθούμε σε έναν κοινό στόχο και να ξεχάσουμε το ατομικό συμφέρον, γιατί αυτό ήταν που μας έφτασε εδώ. Εξυψώσαμε τον ατομικισμό μας και γυρίσαμε την πλάτη μας σε όλα τα υπόλοιπα. Όλα είναι εφικτά να αλλάξουν και να αναγεννηθεί κάτι ορθό, επεκτείνοντας απλά το λεξιλόγιο μας με τρεις λέξεις! Αγάπη-Εθελοντισμό-Συλλογικότητα! Τίποτα δεν είναι εύκολο, αλλά ούτε και ακατόρθωτο. Καλή μας επιτυχία λοιπόν!
ΥΓ. Το μοναδικό πράγμα που χρειάζεται να αλλάξουμε μερικές φορές, είναι ο εαυτός μας!

Μαρία Καραδημήτρη

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *