Ρίσκαρε
Πείραξα με το δάχτυλο μου το μικρό στρόγγυλο σημάδι στο ξύλινο τραπέζι, μετά κούνησα την καρέκλα μου λίγο πιο κοντά στο τραπέζι. Νευρικές κινήσεις από έναν άνθρωπο που επιτέλους βρήκε το θάρρος να σου ζητήσει να βγείτε ραντεβού. Οι κινήσεις παίζανε σε επανάληψη, πρώτα έβρισκα κάτι να σκαλίσω με τα δάχτυλα μου στο τραπέζι, έπειτα κουνούσα την καρέκλα στην προσπάθεια μου να βολευτώ και τέλος κοιτούσα την οθόνη του κινητού μου να δω πόση ώρα είχε περάσει. Κάθε φορά που έφερνα την φωτεινή οθόνη μπροστά στα μάτια μου, έβλεπα πως δεν είχαν περάσει παρά μόνο δυο-τρία λεπτά.
Είχα αγχωθεί, έκανα δυο φορές μπάνιο και δοκίμασα καμιά ντουζίνα διαφορετικά ρούχα. Ξυρίστηκα και είχα φορέσει την ακριβή μου κολόνια. Αυτή την κολόνια την είχα για ειδικές περιπτώσεις, όπως ήταν οι γάμοι, ή τα γενέθλια μου, μα για μένα η συνάντηση αυτή μαζί σου φάνταζε ακόμα πιο σημαντική. Είχα φτάσει στο σημείο συνάντησης είκοσι λεπτά νωρίτερα, έσκυψα μπροστά από μια βιτρίνα και σιγουρεύτηκα ότι τα μαλλιά μου δεν είχαν χαλάσει στην διαδρομή, έπειτα κοίταξα το ρολόι μου, ωχ είχα μπροστά μου είκοσι λεπτά, και το χειρότερο, το κάθε δευτερόλεπτο φάνταζε αιώνας. Έκλεισα για μια στιγμή τα μάτια και πήρα μια βαθιά ανάσα, δεν ήθελα να φτάσεις στο μαγαζί και να περιμένεις ούτε μια στιγμή μόνη σου. Οπότε δεν είχα άλλη επιλογή, κατευθύνθηκα στο μαγαζί που είχαμε συνάντηση και έκατσα σε ένα κενό τραπέζι σε μια γωνία του μαγαζιού, που η μουσική ακουγόταν ελάχιστα πιο χαμηλά, έτσι για να ακούω εσένα λίγο καλύτερα.
Είχαμε συνάντηση στις οχτώ ακριβώς και τώρα ήταν οχτώ και ένα λεπτό. Τρελές σκέψεις μετατράπηκαν σε αμερικάνικο φιλμ και άρχισαν να προβάλουν ταινίες μικρού μήκους στο αγχωμένο μου μυαλό. Μέσα σε δεκαπέντε λεπτά οι τρελές μου σκέψεις είχαν προβάλει περίπου εκατό διαφορετικές ταινίες και εγώ είχα κάνει περίπου εκατό διαφημίστηκα διαλείμματα για να κοιτάξω το κινητό μου, μήπως και είχες στείλει κάποιο μήνυμα.
Παρατηρούσα το κινητό μου καθώς η ώρα από οχτώ και δεκαέξι πρώτα λεπτά, άλλαξε δειλά-δειλά σε οχτώ και δεκαεπτά λεπτά. Θα μπορούσα να ορκιστώ ότι το ρολόι μου δεν ήθελε να περάσει ο χρόνος, πως προσπαθούσε να κρατήσει κάθε νέο λεπτό πίσω για να μην πληγώνει την καρδιά μου.
Ήταν εκείνη την στιγμή που άκουσα την γλυκιά φωνή σου να μου ζητάει συγγνώμη που είχες αργήσει. Ξεκίνησες να μου μιλάς, να μου εξηγείς για το πως σε κρατήσανε παραπάνω στην δουλεία και πως άργησε το λεωφορείο σου, μα εγώ δεν πρόσεχα. Συγγνώμη, απ’ την στιγμή που άκουσα τις πρώτες σου λέξεις ένιωσα την καρδιά μου να τρέχει στο μυαλό, οι σειρήνες του περιπολικού της στην διαπασών, οι τρελές σκέψεις που είχαν στήσει παράνομο σινεμά προσπαθούσαν να μαζέψουν τα πράγματα τους και να τρέξουν να σωθούν, όμως οι καρδιά τις τσάκωσε, τις έκλεισε στην φυλακή του μυαλού και το όμορφο σου χαμόγελο τις καταδίκασε σε ισόβια. Δεν μπορούσαν πλέον να με χλευάσουν και να ισχυριστούν ότι δε θα ερχόσουν να με δεις.
Με ρώτησες γιατί δεν μιλάω, ποιος ήταν ο λόγος που απλά σε κοιτούσα και χαμογελούσα, ένα χαμόγελο τόσο αθώο, τόσο αληθινό. Ζήτησα συγγνώμη και αμέσως άρχισα να σε ρωτάω για την μέρα σου. Εκείνη τν στιγμή ορκίστηκα στον εαυτό μου ότι δε θα άφηνα στιγμή να χαθεί, ήδη είχα χάσει πολύτιμο χρόνο, σε ήξερα πολλά χρόνια, σχεδόν μεγαλώσαμε μαζί, μα οι οικογένειες μας ήταν φίλοι και εγώ δεν τολμούσα να σου πω πως αισθάνομαι. Ένας απαλός πόνος στο μπράτσο μου, ήταν η καρδιά που με χτύπησε απαλά και μου έγνεψε να προσπαθήσω. Τότε ήρθε το μυαλό, βλέπεις στην καρδιά αρέσει να ελπίζει και να κυνηγάει το άπιαστο, όμως το μυαλό είναι ρεαλιστής. Μου κράτησε το άλλο χέρι και μου ψιθύρισε «Και τι θα γίνει αν σου πει όχι;» μια σύντομη παύση και έπειτα ολοκλήρωσε «Θα άντεχες να δεις την καρδιά να γίνετε κομμάτια;», σταμάτησα, πάγωσα, φοβήθηκα.
Μόνο ένας εγωιστής θα έβλαπτε έναν φίλο του για να κερδίσει αυτός, και εγώ δεν ήμουν εγωιστής, δεν ήθελα να δω την καρδιά να υποφέρει. Όμως η καρδιά έπιασε απαλά τα χέρια του μυαλού και τα τράβηξε σιγά-σιγά από το χέρι μου, έπειτα μου έκανε μια ζεστή αγκαλιά και χαμογελαστή μου είπε «Αν κερδίσεις θα γελάμε παρέα, οι τρεις μας και αν πάλι χάσεις θα είμαστε εδώ και οι τρεις να παρηγορήσουμε ο ένας τον άλλον!».
Πήρα το ρίσκο, σου είπα σ ’αγαπάω και μου είπες πως και εσύ με αγαπάς.
Εκείνη την ημέρα κατάλαβα, ότι η ζωή είναι γεμάτη ρίσκα, δοκιμασίες και στεναχώρια. Μα αν είσαι διατεθειμένος να ρισκάρεις, κάπου εκεί πίσω από τα μαύρα σύννεφα του φόβου για απόρριψη, κρύβεται ένας καθαρός ουρανός, με έναν ήλιο τόσο όμορφο και τόσο φωτεινό, που η ζεστασιά του αναζωογονεί σώμα, ψυχή και μυαλό. Αν ρισκάρεις και βρεις αυτό τον ήλιο, θα βρεις έναν κόσμο γεμάτο μελωδίες, χρώματα και ελπίδα.
Μην αφήνεις τις ευκαιρίες να περνάνε, μη φοβάσαι την απόρριψη. Γιατί ποτέ δεν ξέρεις πίσω από ποια από αυτές τις κλειστές πόρτες της ζωής κρύβεται το ομορφότερο αύριο.
Γιώργος Χατζηκυριάκου