Οι πληγές των δέντρων
Μια γλυκιά, καλοκαιρινή νύχτα.
Τίποτα δε μαρτυρά τη μελαγχολία που υπάρχει στον αέρα. Κοιτάζω την ανοιγμένη μου μπαλκονόπορτα. Ένα ελαφρύ αεράκι, ίσα να μου υπενθυμίζει ότι το καλοκαίρι ακόμα κρατά πίσω.
Ησυχία. Τραγικά ενοχλητική.
Τα γειτονικά διαμερίσματα, το ίδιο, βυθισμένα μέσα της. Όλα μοιάζουν σαν να είναι ακόμα σε χειμερία νάρκη. Βγαίνω δειλά στο μπαλκόνι. Βλέπω τα λιγοστά μου λουλούδια. Σαν να αναζητούν κι αυτά παρέα, κάτω από το συννεφιασμένο ουρανό. Μα, φωνή δεν έχουν!
Κι απέναντι, εκείνες οι ελιές των παιδικών μου χρόνων. Δύο είναι. Η μία έχει την άλλη για παρέα, αντικριστά. Για παρηγοριά! Στέκομαι λίγο και παρατηρώ τις σκοτεινές τους φιγούρες, νιώθω να γίνομαι ένα μαζί τους.
Αχ και μόνο να μπορούσα, λέει, να αφουγκραστώ τη σιωπή τους. Πόσες κουβέντες “άκουσαν”, πόσα μυστικά ανθρώπων, που ποτέ κανείς δε θα μάθει; Πόσα ματωμένα γόνατα, από παιδικά παιχνίδια; Πόσα παιδιά και ζωντανά, δρόσισαν κάτω από τα κλαδιά τους, όταν, σαν μητρική αγκαλιά άνοιγαν;
Σημείο καταφυγής ρημαγμένων εφηβικών ψυχών, που άτσαλα και βιαστικά χάραξαν πάνω τους μονογράμματα, ελπίζοντας στην αγάπη!
Κι όμως, δεν μάτωσαν. Τα χρόνια πέρασαν, εκείνες εκεί. Κι ας έπαψαν να αποτελούν καταφύγιο, παιχνίδι, κρυψώνα.
Αν είχαν φωνή, τι θα καταμαρτυρούσαν, άραγε; Τι παράπονα, τι γέλια και κλάματα, τι θα έλεγαν για τις συμπεριφορές μας, για τα χρόνια που πέρασαν; Πόσες πληγές ανθρώπων έκρυψαν αλλά και δέχθηκαν; Κι όμως, να, που ακόμα καρπίζουν!
Υπάρχει ελπίδα, σκέφτηκα, κλείνοντας, σιγανά, την πόρτα πίσω μου, με έναν αναστεναγμό…
Εύη Μαυρογιάννη