Το τελευταίο φιλί
Post Views: 2
“Έκλεισα το στόμα σου, για να μη χαλάσεις τη στιγμή μας, το φιλί μας. Το τράβηξες σιγά σιγά προς τα κάτω κι άρχισες να μου πετάς ανοησίες. Έγραφες τον επίλογο μας κάπως έτσι:
Μου μιλούσες για παλιούς έρωτες σου, για κολλήματα σου, για ανασφάλειες σου, για μπλοκαρίσματά σου. Μου αράδιαζες ιστορίες του παρελθόντος σου, ενώ εγώ προσπαθούσα να φτιάξω μια στιγμή του παρόντος. Λόγια μασημένα, μισοτελειωμένα, που ίσως με άφηναν παγερά αδιάφορο.
Σε κοιτούσα που μιλούσες και δεν έδινα τη δέουσα προσοχή που ήθελες. Σε άκουγα να μου λες για ποιους λόγους δεν ήθελες να είμαστε μαζί, να δεσμευτούμε, να προχωρήσουμε μαζί.
Ξέρεις κάτι; Τα χέρια μου ήταν αδειανά. Δεν αγκάλιαζαν το πρόσωπό σου καθώς θα σε φιλούσα κι αυτό με έκανε έξω φρενών. Τα δάχτυλά μου έπρεπε να ακουμπάνε κάποια σημεία του σβέρκου σου καθώς σε φιλούσα παθιασμένα.
Ξέρεις τι μαρτύριο είναι να θέλω να σε φιλήσω και να μη με αφήνεις; Θύμωσα πολύ μαζί μου που σε άφηνα να απαγγέλλεις τον επίλογό μας. Θύμωσα τόσο που σε φίλησα. Τουλάχιστον ας τελειώσουν όλα με ένα φιλί, δίχως αερολογίες και μισόλογα.”
– Καλά έκανες φίλε μου.
Έτσι έδωσες μια αίγλη στο τέλος.
Ξέρεις, το τέλος είναι πάντα αυτό που χαράζεται μέσα μας πιο έντονα από όλα τα άλλα.. Η τελευταία εντύπωση είναι η πιο ισχυρή μνήμη.
Κι ό,τι κι αν ήταν τελικά κι εσύ κι αυτή θα το κρατάτε μέσα σας πολύτιμο λάφυρο τούτο το τελευταίο φιλί σας.
Σωστά ξηγήθηκες εσύ!
Εγώ όμως τα έκανα θάλασσα..
Βλέπεις, ήμουν εγώ αυτός που πετούσα ανοησίες, προκειμένου να γράψω τον επίλογο.
Τον επίλογο σε μια ιστορία που είχε μόνο πρόλογο. Κι αυτόν εγώ τον έγραψα επίσης. Μέχρι εκεί έφτανε η μαγκιά μου.
Παρέλειψα το κυρίως θέμα, για το οποίο όμως είχε τα κότσια και πάλεψε εκείνη. Πάλεψε με νύχια και με δόντια, της το αναγνωρίζω.. Αντράκι σου λέω!
Όμως εγώ φάνηκα τόσο λίγος τελικά. Καλά, εννοείται πως δεν της έδειξα κάτι τέτοιο! Απεναντίας, πως τα έφερνα από δω, πως τα γύριζα από κει, έβγαινα από πάνω.
Της αράδιαζα χίλιες δυο δικαιολογίες για να αποφύγω το μπλέξιμο. Το μπλέξιμο που εγώ ξεκίνησα, που ήθελα μεν αλλά δεν είχα το σθένος τελικά να το κάνω.
Ξέρεις κάτι όμως ρε συ; Με καταλάβαινε! Δεν ήταν χαζή, γαμώτο μου! Έξυπνη ήταν και όλα τα έπιανε κι ας μη μιλούσε πολύ, ας μην αντιδρούσε ιδιαίτερα.
Την μπλόκαρα άσχημα. Δεν περίμενε αυτήν την εξέλιξη, ούτε μια τέτοια επίθεση από μέρους μου.
Καθόταν σε μια γωνιά κοκαλωμένη και με κάρφωνε συνέχεια με τα βουρκωμένα μάτια της.
Να τα ‘βλεπες, ρε φίλε.. Θαρρείς πως μέσα τους είχαν στριμωχτεί όλα τα “γιατί” της ματωμένης καρδιάς της..
“Γιατί μου το κάνεις αυτό;” με ρωτούσαν τότε τα θλιμμένα της μάτια.
“Γιατί φέρθηκα σαν κόπανος;” με ρωτάω τώρα εγώ!
Δεν της άξιζε, όχι.. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά έδωσα ένα σάλτο και τη φίλησα ρε! Γιατί το έκανα; Δεν ξέρω. Τίποτα δεν ξέρω.. Είχε δίκιο όταν μου έλεγε ό,τι ήμουν εγώ αυτός που δεν ήξερε τι ήθελε κι όχι αυτή!
Ναι..
Τη φίλησα.
Κι ενώ τα χέρια μου είχαν τυλιχτεί γύρω της, ούτε που την άγγιζαν ρε!
Πώς το κατάφερα; Ούτε αυτό ξέρω να σου το πω.
Ξέρω μόνο πως ήταν ένα περίεργο φιλί.. Γεμάτο φόβο.. Ένα φιλί που αν και πρώτο, ξέραμε κι οι δυο πως είναι το τελευταίο..
Ένα φιλί που δεν έφερε χαμόγελο παρά μόνο πίκρα..
Την άφησα απότομα, έκανα δυο βήματα πίσω και συνέχισα το ίδιο λογύδριο, σα να το ‘χα μάθει παπαγαλία..
Τώρα που τα θυμάμαι, απορώ πως δε με χαστούκισε!
Ήταν ωραίος άνθρωπος φιλαράκι και δεν της ξηγήθηκα καλά. Κι έχω τόσο εγωισμό και πείσμα που, τόσο καιρό μετά, πρώτη φορά το παραδέχομαι αυτό. Έλα μωρέ, καταλαβαίνεις τώρα.. Είμαι από αυτούς που θέλουν πάντα να πιστεύουν ότι έχουν δίκιο.
Κάποια στιγμή σηκώθηκε με το κεφάλι ψηλά, με χαιρέτισε τυπικά και κίνησε να φύγει.
Της είπα να τη συνοδεύσω ως το αμάξι, αλλά αρνήθηκε με ένα πικρό μα περήφανο χαμόγελο.
Την έβλεπα να φεύγει και δεν έκανα τίποτα.
Δεν έπρεπε να κάνω!
Θύμωσα κι εγώ μαζί μου. Πολύ!
Όμως δεν έτρεξα να την αρπάξω και να τη φιλήσω με ένα πραγματικό παθιασμένο φιλί..
Να ήταν αυτό το τελευταίο ρε φίλε!
Αληθινό και γενναίο.
Όπως της άξιζε.
Όπως ήταν κι αυτή!
Ιωάννης Χρυσόστομος Παπουδάρης
Κατερίνα Πανταλέων
Post Views: 2