Να τολμάς πριν έρθει το αύριο, γιατί το αύριο είναι μια άλλη μέρα!

 

«Αν με θέλει, θα με ψάξει».

 Και σκέφτηκαν και οι δυο το ίδιο.

 

Πόσα κρύβει αυτή η φράση, λέξεις καταπιεσμένα συναισθήματα, φόβο, δειλία, απογοήτευση. Σα να περιμένουμε κάποιος άλλος να ακουμπήσει στα πόδια μας όσα ονειρευόμαστε, σα να πρέπει άλλος να αποφασίσει για εμάς, για το τι θα νιώσουμε, για το τι θα ζήσουμε!

Πράξεις ή λέξεις τελικά;

Τι μετράει περισσότερο;

 

Γιατί θα πρέπει να μαντεύουμε όσα οι άλλοι δεν τολμούν να ξεστομίσουν και πως θα μπορέσουμε να αξιολογήσουμε τα μηνύματα που προσπαθούν να περάσουν με την συμπεριφορά τους;

Λέξεις και πράξεις! Οι πράξεις να συμπληρώνουν τις λέξεις, τις σκέψεις, τα συναισθήματα.

Οι λέξεις να ακούγονται, να φωνάζεις όσα η καρδιά ψιθυρίζει, να μην φοβηθείς. Τώρα, σήμερα, όχι αύριο, να μην περιμένεις. Να φωτίσεις την νύχτα σου, να ξυπνήσεις το πρωί και να λάμπεις, έξω να έχει την πιο όμορφη μέρα και ας μην έχει βγει ο ήλιος. Να κοιμηθείς και να ξυπνήσεις με μια εικόνα: την δική του.

Τι όμορφο να είσαι η πρώτη σκέψη το πρωί και η τελευταία το βράδυ.

Kαι αν μείνεις μόνο σκέψη;

Πόσα χάνουν οι άνθρωποι που δεν κάνουν την σκέψη, πράξη!

 

Γνώρισα δυο ανθρώπους καιρό πριν, έναν άνδρα και μια γυναίκα. Που ήταν ο ένας η ζωή του άλλου. Που τα μάτια τους φώναζαν τα συναισθήματα τους, που η ύπαρξη του ενός είχε συγκλονίσει τον άλλο, που δεν τόλμησαν να αγγίξουν ο ένας τον άλλο, που πάντα έβρισκαν άλλοθι. Που άφηναν άλλους να γεμίζουν το κρεβάτι τους και ας ήθελαν να είναι μαζί, μόνο μαζί. Που ο εγωισμός τους οδηγούσε σε πράξεις ακατανόητες και έτσι πέρναγε ο καιρός.

Και οι μέρες διαδέχονταν η μία την άλλη και οι δυο έψαχναν τρόπους , αυτούς τους ανθρώπινους να εκμαιεύσουν την αγάπη, μέσα από τον πόνο που προσπαθούσαν να προκαλέσουν, ήθελαν να επιβεβαιωθούν. Πίστευαν ότι έτσι θα πάρουν τον τίτλο του «μοναδικού» του «ξεχωριστού» , χωρίς να ζουν.

Και περνούσε ο καιρός και αυτοί εκεί, να προσπαθούν να αναλύσουν, να μεταφράσουν και στο τέλος να χαθούν μέσα στα παιχνίδια της ζωής. Ποιος είπε ότι μπορούμε να ξεγελάσουμε τον χρόνο; να ξεγελάσουμε την ζωή; να ανατρέψουμε τα σχέδια της;

Και έτσι ήρθε η μέρα που ο ένας από τους δυο, δεν υπήρχε πια. Απλά γιατί η ζωή είχε άλλα σχέδια. Ήθελε με τον δικό της τρόπο αυτός που έμεινε πίσω, να βαφτίσει μοναδικό και ξεχωριστό αυτόν που έφυγε.

Μα κανείς δεν έζησε. Δεν άγγιξε, δεν ένιωσε, δεν μοιράστηκε το κορμί του.

Κανείς δεν τόλμησε!

Εμείς οι άνθρωποι  λειτουργούμε λες και θα είμαστε για πάντα εδώ.  Στο όνομα μιας αξιοπρέπειας -που τα όρια της δεν γνωρίζουμε- θυσιάζουμε όσα θα μπορούσαμε να μοιραστούμε, όσα θα μπορούσαμε να δώσουμε.

Καιρός να κάνουμε πράξεις λοιπόν!

Να μην περιμένουμε να μαντέψουν τι νιώθουμε, να μιλήσουμε ξεκάθαρα και να πράξουμε ξεκάθαρα.

Δεν έχουμε όλοι την ίδια αντίληψη, αυτό που νομίζουμε ότι εκφράζουμε, οι άλλοι το καταλαβαίνουν διαφορετικά γιατί έχουν μάθει αλλιώς, έχουν πληγωθεί ή απλώς «προφυλάσσουν» τον εαυτό τους.

Αν δεν προσπαθήσουμε πως θα μάθουμε;  Θα βρεθούμε και εμείς στην θέση να μισήσουμε τον εαυτό μας για όσα δεν έκανε όσο ήταν καιρός;

Αύριο είναι μια άλλη μέρα και μια καλή ευκαιρία να ξεκινήσουμε. Εκεί έξω κάποιος μας περιμένει, κάποιος που νομίζουμε πως έχει καταλάβει, ή μήπως όχι;

Κάποιος που αρνηθήκαμε και τώρα καιγόμαστε.  Τι πειράζει αν άλλαξαν τα συναισθήματα μας και φοβόμαστε να το πούμε;

 

Τι είναι δεδομένο σε έναν κόσμο που αλλάζει συνεχώς;

Μα αυτό που συμβαίνει τώρα!

 

Αύριο, απλά, θα είναι μια άλλη μέρα.

Μαρία Βουζουνεράκη

 

About Μαρία Βουζουνεράκη

Αγαπάω τους ανθρώπους, όσο και τις λέξεις μου.
Τα μουτζουρωμένα και τσαλακωμένα χαρτιά, μοιάζουν με μια συννεφιασμένη ημέρα που περιμένει τον ήλιο να κάνει πρεμιέρα.
Θυμάμαι πάντα τον εαυτό μου να ονειρεύεται και να ελπίζει.
Κάθε τι που ανασαίνει, είναι η δική μου έμπνευση.
Και είναι τόσο όμορφοι οι άνθρωποι, όταν γίνονται λέξεις στα μουτζουρωμένα σου χαρτιά!

Μπορεί επίσης να σας αρέσει