Ο Καθρέπτης
Σε κοιτάζω στον καθρέφτη. Δεν πειράζει που μεγάλωσες, βρε! Εγώ σε αγαπάω όπως είσαι.
Και κοίτα να δεις, ε; Έπρεπε να περάσουν τα καλύτερά μου χρόνια, για να αποφασίσω ότι θέλω να σε αγαπήσω.
Να καταλάβω μέσα από δάκρυα, ότι αν δε σε αγαπήσω εγώ πρώτα, κανείς άλλος δε θα το κάνει.
Έπρεπε να πονέσω, να χάσω, να παγώσω, να διώξω, για να μάθω να δέχομαι τον εαυτό μου.
Γιατί πάντα χάνεις, για να κερδίσεις.
Παγώνεις, για να ζεσταθείς.
Σιγά – σιγά μαθαίνεις.
Κι αυτό είναι το κέρδος.
Γιατί αν βιαστείς, τίποτα δε θα έχεις κερδίσει, αν εσύ δεν είσαι έτοιμος. Τίποτα δεν κερδίζεται, όταν δεν είναι κατάλληλη ώρα για να κερδηθεί. Οποιαδήποτε προσπάθεια είναι χάσιμο χρόνου.
Πόσο και πόσο χρόνο, έχεις χάσει, για να νικήσεις μάχες τρομακτικές, να “ξεπαγώσεις” ανθρώπους, να ενώσεις αποστάσεις;
Άπειρο.
Άπειρος χρόνος και κόπος που έμεινε στα σπάργανα. Σε ρώτησε εσένα κανείς, πριν γίνεις “πάγος”, πόσο πολύ προσπάθησες;
Στο τέλος, κοκάλωσες.
Σταμάτησες. Μάτωσες.
Και έπεσες και ξανασηκώθηκες, κύκλος και πάλι στο ίδιο σημείο.
Κυλάνε οι λέξεις στο μυαλό, σαν ποτάμι! Στέκομαι απέναντι στον καθρέφτη.
Σου μιλάω, εαυτέ. Σ’αγαπώ, εαυτέ.
Σε ταλαιπώρησα, εαυτέ.
Σου ψελίζω λέξεις, εαυτέ.
Όλα είναι εδώ. Τα αγγίζω. Τα βλέπω.
Στέκομαι απέναντί τους. Δεν τις φοβάμαι τις λέξεις. Ποτέ δεν τις φοβήθηκα. Ούτε τις λέξεις, ούτε τις πράξεις μου. Οι σιωπές με φόβησαν, άπειρες φορές.
Το κενό.
Η πικρία.
Το παράπονο.
Στέκομαι με βλέμμα ανοιγμένο, στον καθρέφτη μου. Σε κοιτάζω. Με θάρρος, με παρρησία. Δε φοβάμαι πια. Κάθε πτώση και μια πληγή.
Πόνος και εκπαίδευση.
Χαίρομαι για τη γνώση, τη σοφία που ο χρόνος φέρνει. Καθαρή χαρμολύπη. Και κάθαρση. Έπεσες πολλές φορές. Κάτω, μόνος και δεν το ήξερε κανείς. Σύρθηκες, έκλαψες.
Όμως. μπράβο σου, που έπεσες, μάτωσες, έκλαψες, μετάνιωσες.
Μπράβο που στέκεσαι ακόμα.
Σε συγχαίρω, για μια φορά, κι εγώ, εαυτέ μου.
Κερδίζεις σιγά – σιγά.
Να σηκώνεσαι. Να μετράς νίκες και ήττες.
Να αγωνίζεσαι, γιατί είσαι ζωντανός.