Η σωτηρία της ψυχής
Από μικρό κοριτσάκι ήμουν το «καλό» το «βολικό» παιδί. Φρόνιμο, σε όλα έλεγα «ναι», ακόμη κι όταν δεν ήθελα να κάνω κάτι και μου το επέβαλαν, έκλαιγα κρυφά, σκούπιζα τα δάκρυα μου και έπειτα υποτασσόμουν πλήρως. Έτσι κέρδιζα την αποδοχή. Έτσι είχα μάθει να αντιμετωπίζω την τρομοκρατία και τον φόβο. Να επιβιώνω. «Δεν επιτρέπεται να θυμώνεις», «απαγορεύεται να νιώθεις μίσος», «να υπομένεις» μου έλεγαν κι εγώ ακολουθούσα τυφλά. Έπνιγα την φωνή μου. Έσφιγγα την καρδιά μου. Έχανα την αναπνοή μου.
Έμαθα με σκληρό τρόπο να λύνω τα προβλήματα μου μόνη, να ξεχνώ τον εαυτό μου και να αφοσιώνομαι στην επίλυση των προβλημάτων των κοντινών μου ανθρώπων. Αυτό πάντα ζητούσαν από εμένα. Να νουθετώ τον έναν, να υποστηρίζω τον άλλον, να συμπαραστέκομαι σε όλους, να διαφυλάσσω τις ισορροπίες.
Πόσος πόνος, πόση πίκρα, πόση ματαίωση, πόση απογοήτευση, πόση αδικία.
Μου έγινε συνήθεια. Τρόπος συμπεριφοράς. Στάση ζωής. Να σώσω τον κόσμο όλο. Ο Ιησούς Χριστός μεταμορφωμένος.
Κι όμως. Έπρεπε να αναλωθώ ανεπανόρθωτα, να στραγγίξω από ενέργεια, να αρρωστήσω, να γεμίσει το κορμί μου ουλές και σημάδια για να καταλάβω ότι δεν είμαι Θεός και ότι ο λόγος ύπαρξής μου δεν είναι να σώσω τον κόσμο μα μοναχά τον εαυτό μου.
Άρχισα να αποτινάζω λοιπόν αυτόν τον ρόλο που είχε γίνει το πετσί μου. (Διόλου εύκολη δουλειά). Έγινα βάλσαμο για την ψυχή μου και μόνο. Έπαψα να ασχολούμαι με τους άλλους, τους άφησα να λύνουν τα προβλήματά τους οι ίδιοι και τότε άρχισα να θεραπεύομαι. Και τότε με αγάπησαν οι άλλοι αληθινά.
Ζωή Δελιακίδου