Ξαφνικός έρωτας

-«Μου έδωσες σωστά τις οδηγίες»;
-«Ναι, γιατί; Ακόμη δεν είδες το σπίτι μου; Μόνο ένα σπίτι είναι στο βουνό και φαίνεται από χιλιόμετρα μακριά». 
-«Γιατί είπα ναι, πες μου γιατί»; 
-«Κατά βάθος ήθελες και εσύ να με γνωρίσεις, γι’ αυτό».
-«Αν χαθώ μέσα στα έλατα και στα πεύκα  θα το έχεις τύψεις μια ζωή να το ξέρεις». 
-«Σταμάτα να γκρινιάζεις και στρίψε αριστερά σε βλέπω, πλησιάζεις. Ανοίγω την πόρτα να βάλεις το αμάξι μέσα στην αυλή».
-«Ευτυχώς γλίτωσα από τα νύχια καμιάς αρκούδας. Κλείνω το τηλέφωνο αφού σε βλέπω πλέον».
 
Κύλησε το αμάξι της μέσα στην αυλή ενός υπέροχου πέτρινου σπιτιού. Κοιτούσε γύρω της χωρίς να τολμάει ακόμη να τον κοιτάξει.
«Που πάω, είμαι τρελή», σκέφτηκε. «Αν είναι κανένας εγκληματίας, κακοποιός ; Τέλος. Κάνω όπισθεν και επιστρέφω πίσω.
Αλλά πριν φύγω ας τον δω λίγο, να τον κοιτάξω φευγαλέα και θα το “σκάσω” όσο πιο γρήγορα μπορώ». Σήκωσε τα μάτια της για να αντικρίσει τα δικά του και να κατεβεί αυτόματα στο πιο υπέροχο λαμπερό χαμόγελο που είχε αντικρίσει ποτέ στη ζωή της.
Εκεί κατάλαβε ότι το παιχνίδι μόλις το έχασε. Αυτόματα έσβησε τη μηχανή του αμαξιού της και χωρίς να το καταλάβει βρέθηκε έξω όρθια  να του δίνει χειραψία. Ένα κύμα την πλημμύρισε σε όλο της το σώμα. «Αποκλείεται», συλλογίστηκε. «Έτσι είναι ο έρωτας; Έτσι με ένα κλικ»;
 
-«Καλώς την, με συγχωρείς που σε ταλαιπώρησα να έρθεις έως εδώ αλλά η δουλειά μου δεν μου το επέτρεπε να κατέβω στην πόλη για τις επόμενες ημέρες». 
-«Δεν με ταλαιπώρησες,  ούτε να το σκέφτεσαι. Καλώς σε βρήκα λοιπόν. Επιτέλους σε γνωρίζω. Από κοντά είσαι ακόμη πιο εντυπωσιακός». 
-«Αυτό μάλλον έπρεπε να το πω εγώ ως αρσενικό προς εσένα. Εσύ είσαι εντυπωσιακή».
-«Μάλλον  έτσι πάει, δίκιο έχεις. Απλά καμιά φορά λειτουργώ επιπόλαια και λέω ότι μου έρχεται στο μυαλό». (Την έκανα την γκάφα μου, σκέφτηκα και γέλασα από μέσα μου.)
 
– «Τι λες; Πάμε μέσα; Σκέτο αν θυμάμαι καλά πίνεις τον καφέ σου. Σου τον έχω έτοιμο».
 
Προλαβαίνω να φύγω συλλογίστηκα, να το σκάσω. Μα με ένα κλικ; Γίνεται;  Ξαφνικά εκεί που ήμουν κορίτσι της πόλης, σκέφτομαι τη ζωή στο μικρό σπίτι του βουνού. Πρέπει να συνέλθω, θα με περάσει για ονειροπαρμένη. Όχι πως δεν είμαι.
– «Ναι, σκέτο. Ναι, πάμε μέσα». (Σιγά που θα έφευγα!!).
 
Εύη Π. Γουργιώτη

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *