Αυτά που θα’ λεγα σε σένα
Σίγουρα ο καθένας έχει το δικό του ορισμό για το τι είναι η ζωή. Κλείνω τα μάτια και με μια βαθιά ανάσα ανοίγω τα μάτια της καρδιάς, αυτά θα έχουν την απάντηση που ψάχνω. Κοιτάω δεξιά και αριστερά να βρω τον ορισμό της ζωής. Περνάνε μπροστά από τα μάτια μου εικόνες, χαρούμενες μα και λυπηρές.
Στην πρώτη εικόνα οι δυο μας, σε κάποια έξοδο μας πριν από καιρό, ο ήλιος λούζει το πρόσωπο σου και αντανακλά στα υπέροχα καστανά σου μάτια. Κάτι μου είχες πει που τώρα δεν μπορώ να θυμηθώ. Όμως θυμάμαι ότι ήθελες να με πειράξεις και χαμογέλασες. Η εικόνα παγώνει, μένει εκεί και ο χρόνος σταματάει. Εκεί αποσβολωμένος. Μένω να κοιτάω το υπέροχο χαμόγελο σου και νιώθω ζωντανός.
Τόση ευτυχία μέσα σε μια μονάχα στιγμή, τι ευλογία Θεέ μου!
Η Εικόνα σβήνει, χάνεται σε μια δίνη καπνού και δίνει τη θέση της σε μια άλλη εικόνα. Πάλι εσύ εκεί στην αγκαλιά μου, όμως τώρα δε μιλάς, δεν υπάρχει λόγος, γιατί τα μάτια μας τα λένε όλα.
Καθώς η εικόνα μετατρέπεται σε καπνό προσπαθώ να την κρατήσω ατόφια. Παλεύω μα ο καπνός ξεγλιστράει μέσα από τα γυμνά μου χέρια. Δε θέλω να σβήσει, φοβάμαι. Φοβάμαι το τι θα έρθει μετά. Ξέρω τι ακολουθεί. Νέα εικόνα. Εσύ απομακρύνεσαι και εγώ μετανιώνω όσα δεν είπα. Προσπαθώ να τα φωνάξω, να σου πω τι αισθάνομαι μα έχεις πλέον φύγει μακριά.
Ψάχνω μέσα στις αναμνήσεις να σε βρω. Βρήκα καυγάδες και παρεξηγήσεις μας. Ψαχουλεύοντας λίγο ακόμα, σε βρήκα πάλι να χαμογελάς. Πλέον έχεις φύγει. Είμαι μόνος. Σε σκέφτομαι, μα το πήρα το μάθημά μου. Η ζωή είναι μια σειρά από αναμνήσεις. Η δικιά μου θα μπορούσε να είναι πιο πλούσια, πιο χαρούμενη και πιο πλήρης, αρκεί να σου έλεγα όσα δεν τόλμησα να πω.
Μην φοβάσαι να μιλήσεις, μην αφήνεις ευκαιρίες να περάσουν, κανείς δεν πρόκειται να σου υποσχεθεί ότι αύριο θα είστε μαζί. Κανείς δεν μπορεί να σου πει πως δε θα τη χάσεις όταν εσύ φοβάσαι να πεις το σ’ αγαπώ που αυτή περιμένει. Μα πάνω απ’ όλα, θέλω να καταλάβεις, ότι αύριο ο ήλιος πάλι θα λάμψει, μα εσύ μπορεί να μην είσαι εδώ για να το δεις. Γιατί όταν κάποτε έρθει εκείνη η ώρα, θα προτιμάς να ξέρεις πως τόλμησες ακόμα και αν πόνεσες, από το να σκέφτεσαι πως η ζωή σου μπορεί να ήταν διαφορετική αν είχες πει τι ένιωθες. Και που ξέρεις, μπορεί να είναι εδώ, να σου κρατάει το χέρι και να σου πει ένα τελευταίο σ’ αγαπώ.
Γιώργος Χατζηκυριάκου