Βρέχει στην πόλη
κι ο κόσμος κρύφτηκε.
Δε θέλανε το κλάμα του Θεού.
Κρατούσαν ομπρέλες,
για να μην αρρωστήσουν.
Ήτανε ασθενείς από μικρά παιδιά,
με πρόγραμμα γερό,
ακλόνητο όσο κι ο θάνατος.
Βρέχει στην πόλη,
τα γέλια ενός αγοριού
πιο δυνατά από τις στάλες της βροχής πάνω στο τσιμέντο.
Να και κάποιος που αγαπάει τη βροχή χωρίς ομπρέλα.
Ιωάννης Χρυσόστομος Παπουδάρης