Φως μέσα στο σκοτάδι

Θα ήταν περίπου στα τριάντα τρία, όταν βρήκε σε ένα ντουλάπι τα έγγραφα από το ίδρυμα Μητέρα. Τα ‘’τροφεία’’! εντελώς συμπτωματικά ήξερε τι σήμαινε αυτό. «Οι μελλοντικοί γονείς που πρόκειται να υιοθετήσουν παιδί, καταβάλλουν ένα χρηματικό ποσό για τα έξοδα αυτού του παιδιού, για όσο χρόνο παραμένει στο ίδρυμα». Στην αρχή δεν έδωσε σημασία. Είχε λάβει τόση αγάπη στη ζωή της που δεν είχε ενδοιασμούς. Άθελά της όμως από εκείνη την στιγμή που βρήκε τα έγγραφα, είχε αρχίσει να τρυπώνει στο μυαλό της, μια μηδαμινή πιθανότητα. ‘’Μήπως είναι παιδί από υιοθεσία;’’. Αν και το θεωρούσε αδύνατο, ήθελε να το διευκρινίσει.

Γι’ αυτόν το λόγο όπλισε την ψυχή της με θάρρος και άρχισε να ρωτάει. Ρωτούσε πολύ διακριτικά γιατί δεν ήθελε να διακινδυνεύσει, να μαθευτεί κάτι στους γονείς της. Οι απαντήσεις ήταν όλες θετικές. Πράγματι ήταν ένα υιοθετημένο παιδί! Όλοι στο οικείο περιβάλλον το γνώριζαν, εκτός από αυτήν. Χρειάστηκε πολύ κουράγιο για να διαχειριστεί αυτή την απρόσμενη ανατροπή και ακόμα περισσότερο για να μιλήσει με το ‘’θετό’’ πατέρα. Ο οποίος την διαβεβαίωσε ότι είχε διαγράψει από τη σκέψη του και κυρίως από την ψυχή του, την πράξη της υιοθεσίας. Ο τρόπος που την αντιμετώπισαν και οι δυο θετοί γονείς, δεν της άφησε καμιά αμφιβολία για την αγάπη τους. Η Σοφία ένιωσε μέσα στην ψυχή της απέραντη εκτίμηση, αυτοί οι άνθρωποι ήταν γι’ αυτήν πραγματική ευλογία.

Όταν όλα πια είχαν συζητηθεί, ένιωθε σαν έναν τραγικό πρόσωπο. Υπήρχε εκτός αυτού και ένα άλλο εξίσου σοβαρό ζήτημα. Η Σοφία δεν μπορούσε να αποκτήσει παιδί και είχε εξαντλήσει κάθε δυνατή προσπάθεια. Αναγκαστικά πια μην έχοντας άλλη λύση είχε υποβάλει την σχετική αίτηση για υιοθεσία. Πραγματικά ήταν απίστευτο αυτό που συνέβαινε, ήταν ο άνθρωπος ο οποίος είχε ξεκινήσει τις διαδικασίες για να αποκτήσει ένα δικό του παιδί και ανακαλύπτει ότι είναι και ο ίδιος υιοθετημένος. Η πραγματική ζωή πολλές φορές ξεπερνά και τα πιο ευφάνταστα σενάρια. Όσο και αν προσπαθούσε να συνεχίσει την ζωή της κανονικά, το ερώτημα ‘’ποιοι είναι οι αληθινοί μου γονείς’’ στοίχειωνε μέσα στο μυαλό της.

Αφού βασανίστηκε με χιλιάδες απορίες, πήρε τη μεγάλη απόφαση να κάνει την έρευνα της και να ανακαλύψει την καταγωγή της. Μετά από αρκετές μέρες και πολύ ψάξιμο φτάνει ο φάκελος της, στα χέρια της. Εδώ υπήρχαν όλα τα στοιχεία για αυτήν σαν βρέφος αλλά και για τους φυσικούς της γονείς. Ψάχνει με μεθοδικότητα και προσοχή και εντοπίζει την οικογένεια. Εν ζωή βρίσκεται η μητέρα και υπάρχουν και δυο αδέλφια, ένα κορίτσι και ένα αγόρι. Εκεί ήταν που χρειάστηκε να ανασύρει όλα τα αποθέματα δύναμης από μέσα της. Έπρεπε να επικοινωνήσει μαζί τους. Με πολύ κουράγιο και ψυχραιμία ζητάει να τους συναντήσει. Ένιωθε την ανάγκη να τους δει και να τους ρωτήσει, να μάθει ‘’γιατί’’ τι είχε συμβεί.

Στην αρχή τη δέχτηκαν τυπικά και συγκρατημένα και της έδιναν τις απαντήσεις που ζητούσε. Η Σοφία άκουγε με σοβαρότητα αν και ένιωθε άβολα και στενάχωρα. Την διαβεβαίωναν ότι δεν είχαν πρόθεση να την εγκαταλείψουν. Ισχυρίστηκαν ότι τη στιγμή που γεννήθηκε είχαν πολλά προβλήματα μεταξύ τους και ήταν ανύπαντροι. Επικαλέστηκαν τις αρνητικές αντιδράσεις από τις οικογένειές τους και το νεαρό της ηλικίας τους. Της είπαν ότι θεώρησαν σκόπιμο να την αφήσουν εκεί και να την πάρουν αργότερα. Η πορεία της ζωής τους έδειχνε ότι είχαν ξεπεράσει τα προβλήματα τους. Είχαν καταφέρει να παντρευτούν και να αποκτήσουν και άλλα δυο παιδιά. Ήταν τραγική ειρωνεία, το ίδρυμα απείχε ελάχιστα από το σπίτι τους και το πρώτο τους παιδί ήταν εκεί.

Η Σοφία είχε μπερδευτεί δεν ήξερε πώς έπρεπε να νιώθει. Επειδή είχε μεγαλώσει σαν μοναχοπαίδι, η σκέψη ότι έχει αδέλφια, της έδινε μεγάλη χαρά. Ήθελε και προσπαθούσε να δημιουργήσει μια ωραία σχέση μαζί τους. Σκεφτόταν έντονα και τους θετούς της γονιούς, υπήρξαν φορές που ένιωθε ένοχη που δεν τους είχε ενημερώσει. Μιλούσε με τη φυσική της μητέρα, γινόταν σχεδόν καθημερινά. Η γυναίκα αυτή (μητέρα δεν μπορούσε να την πει) της ζητούσε να δείξει κατανόηση να τους καταλάβει και να τους συμμεριστεί. Είχε τέτοια εμμονή με τις δικαιολογίες και έναν τρόπο σκέψης που έκανε τη Σοφία να νιώθει υπεύθυνη και ένοχη.

Από την πρώτη στιγμή που τους είχε συναντήσει είχε ένα πολύ κακό προαίσθημα. Παρά τις ατέλειωτες συζητήσεις τα δάκρυα και τις συγγνώμες τελικά της έδωσαν τη χαριστική βολή. Επέλεξαν να σταματήσουν να έχουν οποιαδήποτε επαφή μαζί της. Της το ανακοίνωσαν χωρίς τον παραμικρό δισταγμό, ήθελαν να φύγει από τη ζωή τους. Αυτοί οι άνθρωποι με τους οποίους την έδεναν δεσμοί αίματος την έδιωχναν. Όσο και να πίεζε το μυαλό της δεν μπορούσε να βρει μια λογική απάντηση γι’ αυτό. Κάθε μέρα που περνούσε πονούσε και πιο πολύ, της ήταν αδιανόητο να καταλάβει όλη αυτή την σκληρότητα. Δεν τους είχε ζητήσει τίποτα, παρά μόνο να την αγαπούν. Η ψυχή της είχε σκοτεινιάσει, ζούσε το δράμα της και δεν ήθελε να καταλάβουν τίποτα από αυτό οι θετοί της γονείς. Ένιωθε απαρηγόρητη και ήταν στα πρόθυρα νευρικής κρίσης. Πίστευε ότι δε θα μπορέσει να βγει μέσα από αυτό το τέλμα. Ένιωθε εντελώς άδεια και μόνη και τότε ήταν που έγινε το θαύμα και φάνηκε ένα φως. Το ίδρυμα! Την είχε εγκρίνει και είχε στείλει τα σχετικά έγγραφα, τώρα μπορούσε να προχωρήσει την υιοθεσία. Μπορούσε να πάρει ένα παιδί! Μπορούσε να ανοίξει μια νέα σελίδα στη ζωή της! Επιτέλους είχε ξημερώσει! Ήταν μια νέα μέρα γεμάτη με αγάπη και φως!

Φωτοπούλου Παρασκευή

 

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *