Η γυναίκα της Σωκράτους
Κάθε μέρα τη βλέπω στο ίδιο σημείο.
Σε ένα βρώμικο σπασμένο πεζούλι,
απλώνει το ταλαιπωρημένο ισχνό κορμί της
περιμένοντας το τίποτα και τον κανένα.
Στην οδό Σωκράτους ανάμεσα σε περαστικούς
αποφάσισε ότι θα ‘ναι μια αγέλαστος πέτρα.
Το βλέμμα της δεν ανήκει πια εδώ, το ίδιο και η ψυχή.
Το κορμί ακολουθεί πιστά την πορεία των άλλων δυο.
Μια ζωή που επιλέγεις να μην εξετάζεις
το σωστό και το λάθος γιατί τη ζείτε άνθρωποι;
Η φωνή του Σωκράτη αντηχεί στης Αγοράς τα στενά
αλλά ποιος ν’ ακούσει που όλοι φοράνε ακουστικά;
Στην πολύβουη έρημο των ανθρώπινων ψυχών
περνάω κάθε πρωί από το ίδιο σημείο
ελπίζοντας ότι θα την ξαναδώ και παράλληλα
ντρέπομαι για τη μέρα που δε θα ‘ναι εκεί.
Τόσα χρόνια βλέπω τις διάφανες ψυχές
με το κορμί πληγιασμένο, τη φλέβα τρυπημένη.
Τα πρόσωπα αλλάζουν μα τα σημάδια ίδια.
Είκοσι χρόνους λέω θα το συνηθίσω, μα δε γίνεται ποτέ.
Λουκάς Αναγνωστόπουλος