Τα καλοκαίρια στο χωριό
Βράδια ατέρμονα, βράδια μοναξιάς,
βράδια που καρτερούν ένα χάδι παρηγοριάς.
Οι σκέψεις χάνονται στην άβυσσο της ψυχής
και μια κραυγή του νου σκοτώνει τη σιωπή.
Είναι οι νύχτες στο χωριό μαχαίρια ματωμένα,
μιας άλλης εποχής γυρίσματα δειλά,
λιτανεία νεκρής ψυχής σε δάκρυα φοβισμένα.
Σαν όνειρα χαμένα, όνειρα απατηλά.
Στον τάφο επάνω προσκυνώ μιας σιγουριάς συντρίμμι,
σφίγγω τα χείλη μην ξεφύγει, η απώλεια σαν αγρίμι.
«Μάτι μου» με έλεγες, και τώρα τα μάτια σου πενθώ,
εκείνα που οι άγγελοι φθονήσανε ένα αξημέρωτο πρωινό.
Αχ, η νύχτα η ξελογιάστρα πώς με ξεγελά
και έτσι αβίαστα, αλησμόνητα συναισθήματα ξαναγεννά.
Σαν χαράξει η αυγή και τα αστέρια σβήσουν,
τα δάκρυα επιστρέφουν στην ψυχή, σημάδια να αφήσουν.
Έλενα Μυστακίδη