Η Σούπερ γιαγιά
Ι: Η κυρία Αδαμαντίνη είναι η γιαγιά της διπλανής πόρτας. Λάθος. Είναι η σούπερ γιαγιά που θα ήθελες να μένει δίπλα από την πόρτα σου μόνο και μόνο για να σε εμπνέει. Εδώ και περίπου είκοσι χρόνια είναι χήρα και φοράει ακόμη τα μαύρα της. Τα χρώματα που απουσιάζουν από το ενδύματά της, φροντίζει η ίδια να τα σκορπάει γύρω της. Έχω την εντύπωση πως αναβλύζουν μέσα από την ψυχή της. Κουβαλάει στην πλάτη της ογδόντα χρόνια. Έχει καμπουριάσει ελαφρώς, αλλά το γεγονός αυτό καθόλου δε φαίνεται να την εμποδίζει από το να κάνει καθημερινά το περπάτημά της στη γειτονιά, με ήλιο ή βροχή. Το ομπρελίνο σταθερά, στο δεξί της χέρι. Η καλή διάθεση και ο ευγενικός λόγος, πιστοί σύντροφοι στις βόλτες της.
Όταν η κυρία Αδαμαντίνη δεν περπατάει στη γειτονιά, καθαρίζει και φροντίζει επιμελώς το σπιτικό της, ασχολείται με τα δέντρα και τις γλάστρες της, απολαμβάνει τον καφέ και τα γεύματά της στη μικρή της βεραντούλα, δέχεται τους μουσαφίρηδές της ή μαγειρεύει στη μικρή λευκή κουζίνα της. Το πρωί ξεκινάει πάντοτε την ημέρα της ανάβοντας το καρβουνάκι πάνω στο οποίο τοποθετεί το θυμίαμα μέσα στο πήλινο καπνιστήρι της και δοξάζει τον Ύψιστο. «Καλημέρα σας», θα μας πει με ένα γλυκό χαμόγελο. Δεν μπορώ να καταλάβω αν με τον πληθυντικό θέλει να συμπεριλάβει και την Bella, το λαμπραντόρ μου, στον χαιρετισμό της. Αλλά μάλλον αυτό κάνει.
Η κυρία Αδαμαντίνη, είναι για μένα η προσωποποίηση της ζωής. Μιας ζωής που απολαμβάνει τις ημέρες της. Με ό,τι έχει. Όπως το έχει. Με χαμόγελο, αισιοδοξία και δύναμη. Αυτή τη δύναμη που χρειάζεται να βάλει κανείς για να μην τον λυγίσουν τα χρόνια, τα προβλήματα, η μοναξιά. Τις προάλλες καθόταν στη βεράντα της. Μας χαιρέτησε με τον ίδιο τρόπο που το κάνει πάντα. Παρατήρησα πως είχε το αριστερό της πόδι ακουμπισμένο πάνω σε ένα μικρό σκαμπό. Είχε μελανιές στα χέρια και στις γάμπες της. «Γλίστρησα», μου είπε, «Πονάω, μα θα περάσει και αυτό». Ευχήθηκα γρήγορα περαστικά και συνέχισα το δρόμο μου. Την επόμενη μέρα το πρωί, η κυρία Αδαμαντίνη, ήτανε ακριβώς στην ίδια θέση, με το πληγωμένο πόδι να ακουμπάει στο σκαμπό. Μόνο που τώρα έπλεκε ένα ροζ ζιπουνάκι. «Καλημέρα σας», μας είπε. « Για το δισέγγονό μου το φτιάχνω», συμπλήρωσε με ένα χαμόγελο, δίνοντας μια απάντηση στο γεμάτο απορία βλέμμα μου.
Η κυρία Αδαμαντίνη είναι η σούπερ γιαγιά. Γιατί δεν το βάζει ποτέ κάτω. Γιατί σούπερ είναι όποιος δεν το βάζει ποτέ κάτω. Είναι αυτός που ενώ η ζωή τον ρίχνει στα πατώματα, σηκώνεται και ας πονάει. Και πλέκει. Ζιπουνάκια. Ροζ.
Λ: Διαχρονικά ο Ευρωπαϊκός Νότος είχε μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή. Όχι τυχαία, καθώς η οικογένεια και η διατήρηση των δεσμών βοηθούν τις κοινωνίες να ξεπεράσουν τους σκοπέλους που εμφανίζονται κατά καιρούς μπροστά τους, όπως πόλεμοι, φτώχεια, ξενιτιά. Βασικός παράγοντας που κρατά την οικογένεια ενωμένη είναι η γιαγιά. Οι περισσότεροι εξ ημών που είχαμε την τύχη να ζήσουμε τις γιαγιάδες μας και να μεγαλώσουμε μαζί τους, έχουμε όμορφες και γλυκές αναμνήσεις, Η αγάπη τους, η στοργή τους, ακόμα και το μάλωμά τους με συνοδεύουν ακόμα και σήμερα που δεν είναι μαζί μου.
Βλέπω τη μάνα μου και την πεθερά μου πώς φέρονται στα εγγόνια τους. Μπορεί με την πάροδο του χρόνου να έχει αλλάξει η εμφάνιση ή οι συνήθειες των σημερινών γιαγιάδων σε σχέση με μια ή δυο γενιές πιο πίσω, αλλά ένα στοιχείο παραμένει σταθερό από γενιά σε γενιά. Η έγνοια, η αγάπη για όλα τα μέλη της οικογένειας και ειδικότερα τα εγγόνια. Μια κοινωνία για να ισορροπήσει θέλει την ορμητικότητα της νιότης, τη σύνεση και τη φιλοδοξία των σαραντάρηδων και πενηντάρηδων και την αγάπη και σοφία των ηλικιωμένων. Όσοι ακόμα έχετε τις γιαγιάδες κοντά σας, βιολογικές ή μη, περάστε όσο χρόνο μπορείτε μαζί τους. Μόνο κερδισμένοι θα βγείτε.
Εφημερίδα Αλήθεια, 04.08.20 – Ιωάννα Πιτσιλλή, Λουκάς Αναγνωστόπουλος