Ομορφιά μου στο σώμα, αλλά σε υμνώ στην Ψυχή
Νύχτες πληγιασμένες.
Μοναξιά, σαν βρισιά, να τσακίζει αδίστακτα και ανελέητα.
Ερημιά, σαν κατάρα, να γυμνώνει άδικα και αλύπητα.
Κραυγή ανάγκης ηχεί μα η απομόνωση, γι’ άλλη μια φορά, μπήγει τα νύχια της ακόμη πιο βαθιά στην ύπαρξη και η σιωπή βυθίζει σε λήθαργο τη λαχτάρα.
Κοιμάται ξύπνια η προσμονή και η φυλακή της αντικρίζει τα κλειδιά με δυσπιστία.
Δεν αλλάζει η μοίρα τη ζωή…
Έρημος ο δρόμος, βαδίζεται με πόδια γυμνά και η σκέψη παρηγορεί και παρηγορείται γεμάτη μόνο με όνειρα κι ευχές.
Πολεμάω τους δαίμονές μου.
Κάθε φορά, το σκοτάδι μου με καλεί.
Κάνω πως δε βλέπω το δικό σου φως.
Λέω, δεν είναι για μένα.
Μονολογώ, δεν είναι αλήθεια.
Παραμιλάω, δε θα κρατήσει.
Όμως να που είσαι εδώ και ήρθες για να μείνεις.
Που πέρασες από την πύρινη επιφάνεια και άντεξες χωρίς να γίνεις στάχτη.
Που συνάντησες τη διάλυση και παρέμεινες, για να ενώσεις τα σκόρπια κομμάτια μου ξανά.
Ναι!
Για σένα μιλώ, κάλλος μου υπέρτατο, ομορφιά μου ξακουστή στα πέρατα του κόσμου!
Για σένα μιλώ, ομορφιά μου ανέγγιχτη στα μάτια των πολλών.
Ομορφιά μου εσύ στο σώμα, αλλά σε υμνώ στην ψυχή!
Ζωή Παπατζίκου